Δευτέρα, 25 Νοε.
12oC Αθήνα

ΚΕΠΕ: Επίμονο το πρόβλημα του ελλείμματος του Ισοζυγίου Τρεχουσών Συναλλαγών

ΚΕΠΕ: Επίμονο το πρόβλημα του ελλείμματος του Ισοζυγίου Τρεχουσών Συναλλαγών

Το Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών της ελληνικής οικονομίας χαρακτηρίζεται από ένα μεγάλο και επίμονο έλλειμμα, το οποίο προέρχεται κυρίως από το Ισοζύγιο Αγαθών εξαιρουμένων των καυσίμων και των πλοίων, σύμφωνα με την έκτη ανάλυση επικαιρότητας για το 2024, του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών, με τίτλο: «Έλλειμμα του Ισοζυγίου Τρεχουσών Συναλλαγών: Ένα επίμονο πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας». .

Ειδικότερα, το έλλειμμα αυτό οφείλεται, μεταξύ άλλων, στην εξαγωγική εξειδίκευση της ελληνικής παραγωγής και στο υψηλό ποσοστό εισαγόμενου περιεχομένου των ελληνικών εξαγωγών. Παρότι το Ισοζύγιο Υπηρεσιών, κυρίως μέσω των ταξιδιωτικών υπηρεσιών, συνεισφέρει θετικά στο Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών, αυτό δεν επαρκεί για να αντισταθμίσει το συνολικό έλλειμμα.

Για να αντιμετωπιστεί αυτή η ανισορροπία, η ελληνική οικονομία πρέπει να αναδιαρθρώσει την παραγωγική της δομή, με στόχο τη μείωση του ελλείμματος του Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών.

Στα συμπεράσματα της ανάλυσης του ΚΕΠΕ αναφέρονται τα εξής:

Την τελευταία τριετία (2021-23) παρατηρείται μια αρνητική τάση στο Ισοζυγίου Τρεχουσών Συναλλαγών (ΙΤΣ), η οποία πρέπει να αναχαιτιστεί προκειμένου να διασφαλιστεί ο στόχος της εξωτερικής ισορροπίας της οικονομίας μας. Η συνιστώσα του ΙΤΣ που αποτελεί την πηγή του προβλήματός του, είναι το έλλειμμα του Ισοζυγίου Αγαθών, εξαιτίας κυρίως της μεγάλης ανισορροπίας του Ισοζυγίου Αγαθών χωρίς καύσιμα και πλοία.

Η ανισορροπία του Ισοζυγίου Αγαθών οφείλεται στους ακόλουθους παράγοντες: i) το υψηλό επίπεδο των ελληνικών εισαγωγών, ii) τη χαμηλή ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων, η οποία δεν συνδέεται άμεσα με τις τιμές και το κόστος των ελληνικών προϊόντων.

Διότι αν και είχαμε σημαντική βελτίωση της πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας τιμών και κόστους αυτή δεν οδήγησε σε ανάλογη αύξηση των ελληνικών εξαγωγών. Το γεγονός αυτό ίσως οφείλεται στο ότι η μετακύλιση των μεταβολών του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος στις τιμές παραγωγών και εξαγωγών παραμένει ατελής, αντανακλώντας παράγοντες όπως (α) η διατήρηση των εμποδίων που περιορίζουν τον ανταγωνισμό στις αγορές προϊόντων και (β) οι αυξήσεις των έμμεσων φόρων, iii) το υψηλό εισαγωγικό περιεχόμενο των ελληνικών εξαγωγών, iv) η εξαγωγική εξειδίκευση της ελληνικής παραγωγής, v) ο χαμηλός βαθμός εξαγωγικής διείσδυσης των ελληνικών προϊόντων, vi) η ενεργειακή εξάρτηση της οικονομίας.

Ένας σημαντικός παράγοντας επιδείνωσης του Ισοζυγίου Αγαθών είναι το υψηλό εισαγωγικό περιεχόμενο των εξαγωγών, το οποίο είναι υψηλό, η Ελλάδα έχει το 4ο υψηλότερο ποσοστό εισαγωγικού περιεχομένου στην παραγωγή των εξαγόμενων προϊόντων της, σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες τις Ευρωζώνης, επιπλέον αυτό δείχνει μια αυξητική τάση.

Αυτή η εξάρτηση της εγχώριας παραγωγής από ξένα αγαθά έχει αρνητικές επιπτώσεις σε μια σειρά παραμέτρων, όπως η απασχόληση, η παραγωγική βάση της οικονομίας, η ανταγωνιστικότητα, και ο βαθμός ευαισθησία της χώρας σε εξωτερικές διαταραχές.

Επιπρόσθετα, δεδομένου ότι η εισαγόμενη συνιστώσα των εξαγωγών είναι υψηλή, ένα σημαντικό μέρος των κερδών από τις εξαγωγές διοχετεύεται σε ξένες οικονομίες, μειώνοντας έτσι τα οφέλη για την εγχώρια οικονομία. Η κατάσταση αυτή θα πρέπει να αναστραφεί, καθιστώντας επιτακτική την ανάγκη στήριξης της εγχώριας παραγωγής με κάθε διαθέσιμο μέσο.

Όσον αφορά την εξαγωγική εξειδίκευση της ελληνικής οικονομίας, αναφορικά με τα μερίδια εξαγωγών βιομηχανοποιημένων προϊόντων διαπιστώνουμε ότι η Ελλάδα βρίσκεται στη χειρότερη θέση σε σύγκριση με τις 20 χώρες της Ευρωζώνης. Επιπλέον, τα μερίδια εξαγωγών βιομηχανοποιημένων προϊόντων συρρικνώνονται σταθερά.

Η βαθιά οικονομική ύφεση είχε σημαντικές επιπτώσεις στην οικονομική δραστηριότητα, έπληξε και τον βιομηχανικό τομέα της οικονομίας. Ο ρυθμός συρρίκνωσης των μεριδίων των ελληνικών εξαγωγών βιομηχανοποιημένων προϊόντων, πριν και μετά τη βαθιά ύφεση, ανήλθε στο 31,3%. Παρά τη επιβράδυνση αυτής της αρνητικής τάσης, η μείωση συνεχίζεται μέχρι και σήμερα.

Τέλος, σχετικά με τον βαθμό τεχνολογικής έντασης των βιομηχανικών προϊόντων, η χώρα μας υστερεί σημαντικά σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης, όσον αφορά τα μερίδια των προϊόντων μέσης τεχνολογικής έντασης.

Στη βελτίωση της εικόνας του ΙΤΣ συνέβαλε σημαντικά το Ισοζύγιο Υπηρεσιών. Το Ισοζύγιο Υπηρεσιών διαχρονικά χαρακτηρίζεται από σταθερά πλεονάσματα και συμβάλλει στη μείωση του ελλείμματος του ΙΤΣ. Οι ταξιδιωτικές υπηρεσίες είναι αυτές που κυρίως οδηγούν τη βελτίωση του ισοζυγίου, οι οποίες την τελευταία διετία έχουν επανέλθει στα επίπεδα προ πανδημίας.

Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι οι ταξιδιωτικές υπηρεσίες, ή με άλλα λόγια ο τουρισμός, είναι μια μεταβλητή που επηρεάζεται από εσωτερικές και εξωτερικές διαταραχές, ενώ και τα τελευταία χρόνια συνδέεται άμεσα με την κλιματική αλλαγή. Επιπρόσθετα, το γενικό αποτύπωμα του τουρισμού στο ελληνικό ΑΕΠ εξαρτάται από πολλούς παράγοντες.

Τέλος, την τελευταία διετία παρατηρείται μια αξιοσημείωτη αύξηση στις πληρωμές για ταξιδιωτικές υπηρεσίες, υποδεικνύοντας μια ξεκάθαρη τάση των Ελλήνων για ταξίδια στο εξωτερικό, γεγονός που αποτελεί αρνητική εξέλιξη για το Ισοζύγιο Υπηρεσιών.

Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ

Μακρο-οικονομία Τελευταίες ειδήσεις