Κόσμος

Τζον Στόουνχαουζ: Η σκανδαλώδης ιστορία του Βρετανού πολιτικού που σκηνοθέτησε τον θάνατό του

Όταν τα ρούχα του πολιτικού Τζον Στόουνχαουζ βρέθηκαν σε μια στοίβα στην παραλία του Μαϊάμι στις 20 Νοεμβρίου 1974, πολλοί πίστεψαν ότι ο Βρετανός βουλευτής είχε πνιγεί ενώ κολυμπούσε – μέχρι που εμφανίστηκε ολοζώντανος και υγιής στην Αυστραλία την παραμονή των Χριστουγέννων.

Η περίπτωση του Βρετανού πολιτικού του Εργατικού Κόμματος, που «πέθανε» δύο φορές, παραμένει μέχρι και σήμερα ένα από τα πιο παράξενα σκάνδαλα της βρετανικής πολιτικής που ξεπερνούν τη φαντασία και εξακολουθούν να αναλύονται για την απίστευτη εξέλιξη των γεγονότων αλλά και τα βαθύτερα αίτια της κατάρρευσης ενός ανθρώπου που έφτασε να σκηνοθετήσει τον θανάτό του για να ξεφύγει από τους δαίμονές του.

Όταν ο Τζον Στόουνχαουζ σκαρφίστηκε το σχέδιο να εξαφανιστεί από προσώπου γης, ήταν ένας ταραγμένος άνθρωπος.

Η πολιτική του καριέρα είχε “κολλήσει”, οι αμφιλεγόμενες επιχειρηματικές του δραστηριότητες τον είχαν φέρει στα πρόθυρα της οικονομικής καταστροφής, κατηγορούνταν για κατασκοπεία υπέρ των κομμουνιστών και είχε εξωσυζυγική σχέση με τη γραμματέα του.

Σε μια κίνηση δανεισμένη από το μυθιστόρημα του Φρεντερίκ Φόρσαϊθ, «The Day of the Jackal» (Η Μέρα του Τσακαλιού), ο Στόουνχαουζ έκλεψε την ταυτότητα δύο νεκρών ανδρών.

Ταξίδεψε για επαγγελματικό ταξίδι στο Μαϊάμι, όπου εξαφανίστηκε τον Νοέμβριο του 1974, και στη συνέχεια πήρε ένα άλλο αεροπλάνο για την Αυστραλία.

Το κόλπο του κράτησε ένα μήνα και κάτι. Ήταν ο Βρετανός αριστοκράτης Λόρδος Λούκαν, ένας άλλος διάσημος φυγάς που είχε εξαφανιστεί περίπου την ίδια περίοδο, ο οποίος, άθελά του, θα οδηγούσε στη σύλληψή του στην Αυστραλία.

Και πώς δικαιολογήθηκε ο ίδιος; Ο Βρετανός βουλευτής υποστήριξε στη ΒΒC τον Ιανουάριο του 1975 ότι βρισκόταν σε «ένα ταξίδι ανακάλυψης, όχι μόνο σε γεωγραφικό επίπεδο, αλλά και για να βρει τον εαυτό του ως πολιτικό ζώο».

Η εξαφάνιση, ο «πνιγμός» και ο λόρδος Λούκαν

Η ιστορία του Τζον Στόουνχαουζ είναι μια από τις πιο εντυπωσιακές και παράξενες της σύγχρονης βρετανικής πολιτικής.

Ο Στόουνχαουζ, βουλευτής του Εργατικού Κόμματος, βρέθηκε σε δεινή οικονομική και πολιτική κατάσταση τη δεκαετία του 1970, οδηγώντας τον σε ένα τολμηρό σχέδιο να σκηνοθετήσει τον θάνατο του και να εξαφανιστεί από τη δημόσια ζωή.

Τον Νοέμβριο του 1974, ο Στόουνχαουζ μετέβη στο Μαϊάμι της Φλόριντα για ένα επαγγελματικό ταξίδι. Εκεί, άφησε τα ρούχα του σε μια παραλία για να δώσει την εντύπωση ότι είχε πνιγεί ενώ κολυμπούσε. Και τα κατάφερε μια χαρά, όλοι τον πίστεψαν ή μάλλον σχεδόν όλοι. 

Την ίδια στιγμή, ο Στόουνχαουζ είχε ήδη καταφέρει να διαφύγει στην Αυστραλία, έχοντας χρησιμοποιήσει πλαστές ταυτότητες που είχε φτιάξει με τα ονόματα δύο νεκρών ανδρών, του Τζόζεφ Άρθουρ Μάρκαμ και του Ντόναλντ Κλάιβ Μιλντούν.

Για το βρετανικό κοινό στα τέλη της δεκαετίας του 1960, ο Τζον Στόουνχαουζ ήταν ένας άνθρωπος που είχε τα πάντα. Υπουργός στην ηλικία των 43 ετών, με μια γοητευτική σύζυγο και τρία παιδιά, μιλούσαν γι’ αυτόν ως για τον μελλοντικό πρωθυπουργό του Εργατικού Κόμματος.

Όμως ο Στόουνχαουζ βρέθηκε σε οικονομικό αδιέξοδο εξαιτίας των αποτυχημένων επιχειρηματικών του δραστηριοτήτων. Επίσης, υπήρχαν κατηγορίες για κατασκοπεία υπέρ των κομμουνιστών, ειδικά για σχέσεις με την Τσεχοσλοβακία, κάτι που έπληξε την πολιτική του σταδιοδρομία. Απογοητευμένος και αντιμετωπίζοντας προσωπικά και επαγγελματικά προβλήματα, αποφάσισε να εξαφανιστεί και να αρχίσει μια νέα ζωή στην Αυστραλία.

Στις 20 Νοεμβρίου 1974, ο Στόουνχαουζ εξαφανίστηκε ενώ, όπως άφησε να φανεί, κολυμπούσε στη θάλασσα στο Μαϊάμι της Φλόριντα. Δεν βρέθηκε κανένα ίχνος του 49χρονου, εκτός από μια στοίβα ρούχα που άφησε πίσω στην παραλία. Είχε παρασυρθεί από τη θάλασσα; Είχε δολοφονηθεί; Είχε απαχθεί; Τα σενάρια πολλά.

Η σύζυγός του, Μπάρμπαρα, δεν είχε καμία αμφιβολία ότι επρόκειτο για ένα τραγικό δυστύχημα. Είπε στο BBC News: «Άκουσα κάποιες φήμες και απέχουν όλες τόσο από τον χαρακτήρα του συζύγου μου, που δεν αξίζει να απαντηθούν ή να αναλυθούν. Είμαι πεπεισμένη ότι ήταν δυστύχημα. Όλα τα στοιχεία που έχουμε δείχνουν ότι πνίγηκε».

Στο Λονδίνο, η αστυνομία είχε τις δικές της υποψίες. Η Σίλα Μπάκλεϊ, η 28χρονη γραμματέας και κρυφή ερωμένη του Στόουνχαουζ, επέμενε συνεχώς στους φίλους της ότι ήταν νεκρός, αλλά ήξερε την αληθινή ιστορία: κάποια από τα ρούχα της είχαν μπει σε ένα κιβώτιο και αποσταλεί στην Αυστραλία έναν μήνα νωρίτερα, είχε τηλεφωνικές κλήσεις από εκείνον διατλαντικά και του είχε στείλει ημι-κωδικοποιημένα γράμματα μέσω ενός από τους δύο αυστραλιανούς τραπεζικούς λογαριασμούς που διατηρούσε.

Ήταν οι δύο αυτοί τραπεζικοί λογαριασμοί με διαφορετικά ονόματα, Markham και Mildoon, που τελικά οδήγησαν την αστυνομία της Μελβούρνης στα ίχνη του.

Εκείνη την περίοδο, οι αρχές αναζητούσαν τον διάσημο εξαφανισμένο ευγενή, Λόρδο Λούκαν, ο οποίος τυχαία είχε εξαφανιστεί στις 8 Νοεμβρίου, αφού είχε σκοτώσει τη νταντά των παιδιών του.

Αρχικά, η αστυνομία πίστεψε ότι ο κομψός Άγγλος που φαινόταν να υπογράφει αμφιλεγόμενες επιταγές ίσως ήταν αυτός. Ενώ η εξαφάνιση του Λούκαν συνέχιζε να προβληματίζει την αστυνομία για 50 χρόνια, το μυστήριο του Στόουνχαουζ κράτησε λίγο περισσότερο από ένα μήνα.

Την παραμονή των Χριστουγέννων, ο Στόουνχαουζ αναγκάστηκε να παραδεχτεί την πραγματική του ταυτότητα. Αργότερα, στην έδρα της αστυνομίας της Μελβούρνης, ζήτησε αν μπορούσε να τηλεφωνήσει στη σύζυγό του στη Βρετανία.

Στο τηλεφώνημα εκείνο αποκάλυψε την απάτη του και ήταν όλα πια καταγεγραμμένα. 

Είπε: «Γεια σου, αγάπη μου. Λοιπόν, έχουν τη ψεύτικη ταυτότητα εδώ. Θα καταλάβεις από όλα αυτά ότι σε εξαπάτησα. Λυπάμαι γι’ αυτό, αλλά με κάποιον τρόπο χαίρομαι που τελείωσε».

Για μερικές ημέρες, ο Στόουνχαουζ βρέθηκε σε κέντρο κράτησης, πριν συναντηθεί στην Αυστραλία με την οικογένειά του, και αργότερα με την ερωμένη του. 

Έναν μήνα μετά την επανεμφάνισή του, ο Στόουνχαουζ έδωσε μια συνέντευξη στον ανταποκριτή του BBC στην Αυστραλία, Bob Friend.

Έριξε την ευθύνη για τις ενέργειές του στην «διχασμένη του προσωπικότητα καθώς και στην πίεση και στο άγχος που αντιμετώπιζε». 

Όταν ρωτήθηκε πώς μπορούσε να βάλει τη σύζυγό του και την οικογένειά του να υποστούν όλη αυτό το βανανιστήριο, είπε: « Προσπαθούσα – με το να εξαφανιστώ – να κάνω τη ζωή τους ευκολότερη… παίρνοντας κάποιες από τις εντάσεις που τους προκάλεσα από την παλιά μου προσωπικότητα». 

Ο Στόουνχαουζ ήταν ακόμη βουλευτής, αλλά απέρριψε οποιαδήποτε πρόταση να παραιτηθεί από τον βουλευτικό του μισθό ενώ βρισκόταν 12.000 μίλια μακριά από την εκλογική του περιφέρεια με τη δικαιολογία- πάλι – της «διχασμένης προσωπικότητας».

Είπε: «Πολλοί βουλευτές κάνουν ταξίδια στο εξωτερικό και εκδρομές για μελέτες. Εγώ έκανα μια εκδρομή για μελέτη, όχι μόνο γεωγραφικά, αλλά και ως προς τον εσωτερικό εαυτό ενός πολιτικού ζώου. Τώρα αυτή η εκδρομή θα μπορούσε να είναι πολύ ενδιαφέρουσα και, “Θεέ μου, νομίζω ότι δικαιολογεί πλήρως τον μισθό ενός βουλευτή αν καταφέρω να καταγράψω την εμπειρία μου».

Πρόσθεσε: «Νομίζω ότι ένας βουλευτής, όπως και κάθε άλλος σε οποιαδήποτε άλλη δουλειά, έχει δικαίωμα σε κάποια κατανόηση κατά τη διάρκεια μιας περιόδου ασθένειας». 

Για επτά μήνες, ο Στόουνχαουζ προσπαθούσε να παραμείνει στην Αυστραλία, αλλά τελικά απελάθηκε και επέστρεψε στη Βρετανία με συνοδεία ντετέκτιβ της Σκότλαντ Γιαρντ.

Τον Αύγουστο του 1976, μετά από μια μαραθώνια δίκη 68 ημερών για κατηγορίες που αφορούσαν τις αποτυχημένες επιχειρήσεις του, καταδικάστηκε σε επτά χρόνια φυλάκισης για κλοπή, απάτη και εξαπάτηση. Βγήκε από τη φυλακή τρία χρόνια αργότερα, ενώ είχε υποστεί τρεις καρδιακές ανακοπές κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού του στη φυλακή. 

Η σύζυγός του τον χώρισε το 1978, και τρία χρόνια αργότερα παντρεύτηκε την Μπάκλεϊ, την πρώην γραμματέα του. Πέθανε για… δεύτερη φορά το 1988 – και αυτή τη φορά ήταν αλήθεια. Ο 62χρονος κατέρρευσε τρεις εβδομάδες νωρίτερα, λίγο πριν εμφανιστεί σε μια τηλεοπτική εκπομπή.

Αλλά τι έγινε με τις κατηγορίες κατασκοπείας που κατέστρεψαν την πολιτική του καριέρα;

Στη συνέντευξή του στο BBC μετά την επανεμφάνισή του, τις απέρριψε ως «γελοίες» την ιδέα ότι είχε γίνει κατάσκοπος για την Τσεχοσλοβακία. Μέχρι σήμερα, η κόρη του, Τζούλια, απορρίπτει οποιεσδήποτε κατηγορίες ότι παρέδωσε πληροφορίες σε ξένες δυνάμεις, και το 2021 έγραψε ένα βιβλίο υπεράσπισής του.

Οι φήμες περί κατασκοπείας υπέρ της Τσεχοσλοβακίας έπαιξαν μεγάλο ρόλο στη δημόσια εικόνα του Στόουνχαουζ.

Ο ιστορικός του Κέιμπριτζ, καθηγητής Κρίστοφερ Άντριου, είναι ένας από τους λίγους ανθρώπους που έχουν δει το φάκελο της MI5 για τον Στόουνχαουζ.

Ενώ ο ίδιος και η οικογένεια του αρνούνταν τις κατηγορίες, αποχαρακτηρισμένα έγγραφα από την MI5 και τις τσεχοσλοβακικές υπηρεσίες αποκάλυψαν ότι ο Στόουνχαουζ ήταν πράγματι πληροφοριοδότης, αν και οι πληροφορίες που παρείχε δεν θεωρούνταν ιδιαίτερα σημαντικές.

Πληροφορίες από BBC

Κόσμος
Ακολουθήστε το Νewsit.gr στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι για όλη την ειδησεογραφία και τα τελευταία νέα της ημέρας
Κόσμος: Περισσότερα άρθρα