Η δημογραφική κρίση δεν είναι απλώς στατιστική, ούτε αναπόφευκτη συνέπεια του “σύγχρονου τρόπου ζωής”. Είναι ο καθρέφτης μιας κοινωνίας που εγκαταλείπει τους νέους στην ανασφάλεια και στην ανεπαρκή κοινωνική προστασία.
Είναι το αποτέλεσμα δεκαετιών νεοφιλελεύθερων πολιτικών που συστηματικά αποδόμησαν το κοινωνικό κράτος, απορρύθμισαν την αγορά εργασίας και διεύρυναν τις κοινωνικές ανισότητες.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Σήμερα, η υπογεννητικότητα και η πληθυσμιακή γήρανση περιορίζουν τις προοπτικές ανάπτυξης απειλούν τη βιωσιμότητα των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης, και διαψεύδουν ηχηρά όσους νίπτουν τας χείρας τους με αποσπασματικά μέτρα και ασκήσεις επί χάρτου όπως τα ανεφάρμοστα «εθνικά σχέδια δράσης.»
Η συζήτηση για τη δημογραφική κρίση δεν μπορεί να περιοριστεί σε τεχνικότητες και μονοδιάστατη ανταλλαγή προτάσεων για αναπαραγωγικά κίνητρα. Είναι μια πολιτική συζήτηση για την κατεύθυνση που θέλουμε να πάρει η κοινωνία μας: θα συνεχίσουμε να επιτρέπουμε την απαξίωση του συλλογικού μέλλοντος ή θα διεκδικήσουμε ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο που θα εγγυάται σταθερότητα, προοπτική και αξιοπρέπεια για όλους.
Ανθεκτική Γονιμότητα: σταθερότητα σε δύσκολες συνθήκες
“Ανθεκτική γονιμότητα” σημαίνει σταθερές γεννήσεις ακόμη και σε συνθήκες αβεβαιότητας, και συνεπάγεται ενεργές πολιτικές στήριξης των νέων ώστε να αποκτήσουν οικογένεια. Συνδέεται άμεσα με την ευημερία ατόμων και κοινωνιών, και απαιτεί μέτρα προώθησης της γονεϊκότητας με ανεμπόδιστη πρόσβαση σε υγειονομική περίθαλψη, δημόσια εκπαίδευση, προσιτή στέγαση, και εργασιακή σταθερότητα.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Το ελάχιστο όριο σταθεροποίησης ως ποσοστό αναπλήρωσης γεννήσεων ανέρχεται σε 2,1 παιδιά ανά γυναίκα, ωστόσο η επίτευξή του δεν αρκεί. Η Ευρώπη -με μέσο όρο γονιμότητας γύρω στο 1,5- οφείλει να ανακόψει τη ραγδαία εξασθένιση του ποσοστού γεννήσεων η οποία αποδίδεται σε οικονομική στενότητα, υπερβολική εργασία, και ανεπαρκή στήριξη στις οικογένειες.
Κοινωνικό κράτος, αναπαραγωγικά δικαιώματα και ελευθερία επιλογής
Η πληθυσμιακή δυναμική εξαρτάται επίσης από παράγοντες όπως η μετανάστευση, τη θνησιμότητα, και το προσδόκιμο ζωής.
Η επιθυμία για τεκνοποίηση προϋποθέτει κοινωνική εμπιστοσύνη, σταθερότητα, και ελπίδα προοπτικής, χαρακτηριστικά τα οποία αποδυναμώνονται από την εργασιακή ανασφάλεια, την έλλειψη κοινωνικής σύγκλισης και συνοχής, και την κρατική απροθυμία χάραξης συνεκτικής δημόσιας πολιτικής στο πεδίο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα στην Ελλάδα αποτελεί η δυσχερής πρόσβαση σε ποιοτική και προσιτή προσχολική εκπαίδευση, ένα μέτρο διπλής στήριξης γονέων και παιδιών το οποίο αποδεδειγμένα συνεισφέρει θετικά στον αναπαραγωγικό σχεδιασμό.
Χρειαζόμαστε, λοιπόν, γενναίες αλλαγές που ανατρέπουν παγιωμένες «κανονικότητες». Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές που θεωρούν το κοινωνικό κράτος πολυτέλεια διαψεύδονται από τα δεδομένα: η κοινωνική επένδυση είναι πολλαπλό θεμέλιο για το μέλλον.
Η σύγχρονη εργασιακή κουλτούρα, λιγότερο συνδεμένη πλέον με τον χρόνο και τον τόπο, επιτρέπει το συνδυασμό ανατροφής παιδιών και εργασιακών απαιτήσεων. Η τηλεργασία, η ζωή σε πιο απομακρυσμένες περιοχές, η χρήση τεχνολογιών που εξοικονομούν χρόνο και ενισχύουν τα εισοδήματα μπορούν να στηρίξουν τη γονεϊκότητα, την ισορροπία προσωπικής και επαγγελματικής ζωής, και την περιφέρεια στην Ευρώπη.
Επιπλέον, είναι κρίσιμη η συνδυασμένη εφαρμογή ορθολογικής μεταναστευτικής πολιτικής και δημογραφικής ενίσχυσης χωρίς ταμπού, όπως και η προσιτή στέγαση και η μισθολογική ενίσχυση. Αυτές οι αλλαγές απαιτούν ενεργή παρέμβαση της Πολιτείας, όχι τυφλή πίστη στην ανύπαρκτη «αυτορρύθμιση» των αγορών.
Η συρρίκνωση των αναπαραγωγικών δικαιωμάτων των γυναικών σε πολλές χώρες, η περιοριστική, “πατερναλιστική” πολιτική απέναντι σε αντισυλληπτικά και αμβλώσεις οδηγεί σε πρόσκαιρη αύξηση των γεννήσεων με σκληρό τίμημα: αύξηση της οικογενειακής δυστυχίας, παράνομες αμβλώσεις, και επιδείνωση της ψυχικής υγείας, ιδίως των γυναικών. Οι γυναίκες χρειάζονται ελευθερία επιλογής και κοινωνική στήριξη, ώστε να αποφασίζουν πότε και αν θα γίνουν μητέρες.
Ισορροπία εργασίας και οικογένειας, ίσες ευκαιρίες και συμπερίληψη
Οι γυναίκες συχνά πιέζονται να επιλέξουν ανάμεσα στην καριέρα και τη μητρότητα. Οι εργοδότες εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν τη μητρότητα ως εμπόδιο. Η λύση βρίσκεται σε δημόσιες πολιτικές που προωθούν την ισότητα και την ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής.
Επίσης, στις μέρες μας η δημιουργία οικογένειας εξαρτάται όλο και περισσότερο από την οικονομική κατάσταση. Αντί οι κυβερνήσεις να ανησυχούν για την «υπεργεννητικότητα» των φτωχών, οι οποίοι αδυνατούν να συντηρήσουν τις οικογένειές τους, πρέπει να αναγνωρίσουν ότι η τεκνοποίηση είναι κοινωνικά και ταξικά πολωμένη, να παραδεχθούν ότι πλέον οι «μη έχοντες» συχνά αυτοεξαιρούνται από τη γονεϊκότητα λόγω των οικονομικών και κοινωνικών πιέσεων, και να στηρίξουν τις ίσες ευκαιρίες στη δημιουργία οικογένειας.
Η συζήτηση για τη γονιμότητα πρέπει να συμπεριλάβει τους άνδρες, που ενώ επίσης επιθυμούν παιδιά όσα και οι γυναίκες, παραμένουν άτεκνοι σε μεγαλύτερα ποσοστά και η γονεϊκή τους εμπειρία διαφέρει. Μια πολιτική που πραγματικά αναγνωρίζει τη σημασία του δημογραφικού προβλήματος πρέπει να είναι ισότιμα συμπεριληπτική, αλλιώς δεν θα είναι αποτελεσματική.
Να μιλήσουμε ανοιχτά χωρίς ταμπού για το σώμα, τις σχέσεις, τις επιλογές.
Όταν οι νέοι σκέφτονται την τεκνοποίηση, οι ανησυχίες τους συχνά αφορούν την έλλειψη συντρόφου ή τη σχέση τους. Ωστόσο, η συμβουλευτική και η θεραπεία ζευγαριών σπάνια προσφέρονται σε άγαμους ή άτεκνα ζευγάρια. Η ενίσχυση της αυτοεκτίμησης και η εκπαίδευση στις ανθρώπινες σχέσεις είναι εξίσου σημαντική με τις παραδοσιακές οικογενειακές πολιτικές. Επιπλέον, εκπαιδευτικά προγράμματα μπορούν να βοηθήσουν τους νέους να κατανοήσουν τις επιλογές τους και να ενισχύσουν την πρόθεση τεκνοποίησης.
Η γονιμότητα μειώνεται μετά τα 30 και η κοινωνία πρέπει να προσαρμοστεί στη γυναικεία βιολογία, όχι το αντίστροφο. Οι τεχνολογίες αναπαραγωγής είναι χρήσιμες και αναπόσπαστο στοιχείο της αναπαραγωγικής ενδυνάμωσης και της ποικιλομορφίας των σύγχρονων οικογενειών. Στις σημερινές κοινωνίες πρέπει να διασφαλίζεται η καθολική πρόσβαση σε τέτοιες υπηρεσίες, αλλά αυτές είναι αδύνατο δεν υποκαθιστούν την εμπέδωση των συνθηκών σταθερότητας και στήριξης που είναι απαραίτητες για τη δημιουργία οικογένειας.
Ο δημόσιος διάλογος πρέπει να περιλαμβάνει τη γονιμότητα, τη μητρότητα και την πατρότητα, χωρίς προκαταλήψεις και αποκλεισμούς.
Αντί να βλέπουμε το δημογραφικό ως απειλή, ας το αντιμετωπίσουμε ως ευκαιρία να οικοδομήσουμε μια κοινωνία ισότητας και στήριξης για όλους.
Κώστας Αρβανίτης Αντιπρόεδρος της Αριστεράς στο Ε.Κ/ΣΥΡΙΖΑ