«Το 2024 αποτέλεσε χρονιά ρεκόρ για την επιβατική κίνηση του αεροδρομίου της Αθήνας, καθώς καταγράφηκε ιστορικά υψηλή τουριστική ροή, ενισχύοντας τη θέση της πόλης μας ως ενός από τους κορυφαίους τουριστικούς προορισμούς παγκοσμίως», όπως δήλωσε χθες (20.2.2025) η Διευθύντρια Επικοινωνίας και Μάρκετινγκ του ΔΑΑ, Ιωάννα Παπαδοπούλου, στην παρουσίαση των αποτελεσμάτων της «Ετήσιας Έρευνας Ικανοποίησης Επισκεπτών» από την Ένωση Ξενοδόχων Αθηνών – Αττικής και Αργοσαρωνικού (ΕΞΑΑΑ) σε συνεργασία με τον Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών (ΔΑΑ) και την GBR Consulting.
Συγκεκριμένα, η ζήτηση στο Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών αυξήθηκε ραγδαία τα τελευταία δύο χρόνια, σύμφωνα με την έρευνα ικανοποίησης επισκεπτών. Το 2024, οι διεθνείς αφίξεις μη κατοίκων έφτασαν τα 7,9 εκατομμύρια, από 7,1 εκατομμύρια το 2023 και 6,4 εκατομμύρια το 2019, σημειώνοντας αυξήσεις 12% και 24%, αντίστοιχα.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Ειδικότερα, ο μεγαλύτερος αριθμός επισκεπτών προήλθε από τις παραδοσιακές αγορές (ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο, Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία), ενώ ως γενικό συμπέρασμα, η πλειονότητα των ευρωπαϊκών αγορών σημείωσε διψήφια αύξηση επισκεπτών.
Παράλληλα, υπερπόντιοι προορισμοί, όπως η Αυστραλία και η Κίνα, ανέκαμψαν με ταχείς ρυθμούς. Σε ό,τι αφορά τη διάρκεια της τουριστικής περιόδου, παρατηρήθηκε αυξημένη επισκεψιμότητα και κατά τους μήνες εκτός αιχμής.
Ως προς την εξέλιξη της επιβατικής κίνησης το 2024, η Αθήνα κατατάσσεται πρώτη σε ευρωπαϊκό επίπεδο σε σχέση με το 2019, εμφανίζοντας ισχυρή αναπτυξιακή πορεία τη στιγμή που ο κλάδος των ευρωπαϊκών αεροδρομίων βρίσκεται ακόμα σε στάδιο ανάκαμψης.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Συνολικά, οι αφίξεις ξένων επισκεπτών στην Αθήνα για το 2024 εκτιμώνται στα 7,9 εκατομμύρια, σημειώνοντας αύξηση 12% συγκριτικά με το 2023. Η ανοδική τάση καταγράφεται τόσο στη χειμερινή περίοδο (Νοέμβριος – Μάρτιος), όπου προστέθηκαν 250.000 επισκέπτες (+14%), όσο και στη θερινή περίοδο (Απρίλιος – Οκτώβριος) με 600.000 επιπλέον επισκέπτες (+11%).
Τα αποτελέσματα της έρευνας για τα ξενοδοχεία και τη βραχυχρόνια μίσθωση
Παρά την αυξημένη ζήτηση, τα ποσοστά πληρότητας των αθηναϊκών ξενοδοχείων δεν παρουσίασαν σημαντική άνοδο. Μεταξύ 2023 και 2024 ο αριθμός των δωματίων ξενοδοχείων αυξήθηκε κατά 3% στην Αττική και 4% στο κέντρο της Αθήνας και η ανάπτυξη αυτή αφορούσε κυρίως τα ξενοδοχεία 3 έως 5 αστέρων, ενώ τα ξενοδοχεία 1 και 2 αστέρων συνέχισαν να μειώνονται.
Από το 2017, 11 επιπλέον διεθνείς ξενοδοχειακές αλυσίδες εισήλθαν στην Αττική, αυξάνοντας τον συνολικό αριθμό σε 23 αλυσίδες που διαχειρίζονται 40 brands το 2024. Η διείσδυση των διεθνών brands παραμένει ισχυρότερη στην κατηγορία των 5 αστέρων, όπου το 43% των ξενοδοχείων και το 52% των δωματίων τους ανήκουν σε διεθνή αλυσίδα. Στην κατηγορία των 4 αστέρων, τα αντίστοιχα ποσοστά ανέρχονται σε 12% και 25%.
Η αγορά βραχυχρόνιας μίσθωσης στην Αττική συνέχισε να επεκτείνεται, με τον αριθμό των διαθέσιμων μονάδων να αυξάνεται κατά περίπου 16% μεταξύ 2023 και 2024 φτάνοντας κατά μέσο όρο τα 30.000 καταλύματα. Αυτός ο τομέας προσέλκυσε κυρίως διεθνείς επισκέπτες, ιδιαίτερα κατά την περίοδο Απριλίου – Οκτωβρίου.
Τον Δεκέμβριο του 2024, ψηφίστηκε ένας νέος νόμος (ΦΕΚ A198-05-12-24) που απαγορεύει την έκδοση νέων αδειών βραχυχρόνιας μίσθωσης, για ένα έτος Ιανουάριος – Δεκέμβριος 2025, στα Δημοτικά Διαμερίσματα 1,2 και 3 του Κεντρικού Τομέα Αθηνών. Επιπλέον, από την 1η Οκτωβρίου 2025, θα τεθούν σε εφαρμογή νέα λειτουργικά πρότυπα για την αγορά βραχυχρόνιας μίσθωσης.
Όσον αφορά τα ενοικιαζόμενα δωμάτια – διαμερίσματα (έως 5 κλειδιά), σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία του Υπουργείου Τουρισμού, καταγράφηκε αύξηση των μονάδων κατά 37% στην Αττική το 2024 σε σύγκριση με το 2019, από 896 σε 1231. Μερικές από αυτές τις μονάδες είναι επίσης καταχωρημένες σε πλατφόρμες βραχυχρόνιων μισθώσεων.
Πρωτοφανή επίπεδα στις τιμές δωματίων (ADR), με αύξηση 10% σε σχέση με το 2023 και 42% σε σχέση με το 2019. Η Αθήνα ξεπέρασε μόλις τη Μαδρίτη και μειώνει τη διαφορά με τη Βαρκελώνη, η οποία αύξησε το ADR της κατά 8% σε σχέση με το 2023 και 33% σε σχέση με το 2019. Τα τελευταία 20 χρόνια, η Ρώμη υπερτερεί συνεχώς της Βαρκελώνης, της Μαδρίτης και της Αθήνας, μεγαλώνοντας τη διαφορά ADR. Αυτή η τάση οφείλεται κυρίως στην επέκταση του τομέα των πολυτελών ξενοδοχείων της πόλης.
Η αξιολόγηση της Αθήνας από τους τουρίστες
Η αυξημένη ζήτηση δεν επηρέασε αρνητικά τα συνολικά επίπεδα ικανοποίησης. Οι επισκέπτες συνεχίζουν να αξιολογούν θετικά την εμπειρία τους στην Αθήνα, με μέσο όρο 8,3 στα 10, ακολουθώντας μια ανοδική πορεία τα τελευταία 20 χρόνια κατά τα οποία διεξάγεται αυτή η έρευνα. Παρά τις υψηλές αξιολογήσεις για τις εγκαταστάσεις, η αντιληπτή αξία έχει μειωθεί, κυρίως λόγω των αυξανόμενων τιμών.
Περίπου το 69% των επισκεπτών των ξενοδοχείων επισκέπτεται την Αθήνα για αναψυχή για να επισκεφθεί την Ακρόπολη και άλλα αρχαιολογικά μνημεία και μουσεία.
Πέρα από τα ιστορικά μνημεία, οι τουρίστες εμπλουτίζουν την πολιτιστική τους εμπειρία συμμετέχοντας σε οργανωμένα walking tours, city bus tours και παρακολουθώντας συναυλίες ή ζωντανές μουσικές εκδηλώσεις.
Άλλα δημοφιλή σημεία ενδιαφέροντος περιλαμβάνουν τα εμπορικά κέντρα, το Πολιτιστικό Κέντρο Σταύρος Νιάρχος και τις μαρίνες κατά μήκος της Αθηναϊκής Ριβιέρας, όπου οι μισοί των ερωτηθέντων επισκέφθηκαν επίσης κάποια παραλία.
Παρά την αυξανόμενη αναγνωρισιμότητα, τα νησιά της Αθήνας και ο Αυθεντικός Μαραθώνιος της Αθήνας παραμένουν σχετικά άγνωστα στους περισσότερους επισκέπτες. Ωστόσο, η αναγνωρισιμότητα και των δύο συνεχίζει να βελτιώνεται σταθερά.
Τα κύρια σημεία ανησυχίας παραμένουν η δημόσια καθαριότητα, η ασφάλεια και η κατάσταση των δρόμων, των πεζοδρομίων και των πλατειών. Παρά το γεγονός ότι οι γενικές αξιολογήσεις ικανοποίησης παραμένουν σταθερές, ορισμένες περιοχές στο κέντρο της Αθήνας υστερούν σε σχέση με τα μέσο όρο της πόλης, οι οποίες χρειάζονται βελτίωση τόσο για τους κατοίκους όσο και για τους επισκέπτες.
Η κατάσταση των πεζοδρομίων και των πλατειών είναι ιδιαίτερα προβληματική σε πολλές περιοχές, εφιστώντας την προσοχή για αναβάθμιση. Οι αξιολογήσεις προσβασιμότητας αντικατοπτρίζουν αυτά τα προβλήματα, με τους ερωτηθέντες να την βαθμολογούν με 6,1 στα 10 συνολικά, ενώ εκείνοι με ειδικές ανάγκες προσβασιμότητας την αξιολόγησαν ακόμα χαμηλότερα, με 5,1 στα 10.