Ελλάδα

Η συμμορία των 9, το θρίλερ με τους πίνακες των 50 εκατομμυρίων και η θυρίδα στη Φρανκφούρτη – Ξεκινάει η δίκη για την υπόθεση μυστήριο

Οι συγγενείς του συλλέκτη έργων τέχνης, που έχει φύγει από τη ζωή, διεκδικούν όλα όσα τους φέρονται να τους άρπαξαν - Τι λέει ο συνήγορος των 2 εκ των κατηγορουμένων

Οι «εξαφανισμένοι» πίνακες των Van Gogh, Monet και Sisley, ο bon viveur Αθηναίος συλλέκτης, η θυρίδα στο αεροδρόμιο της Φρανκφούρτης και η «συμμορία των 9» που έβαλε στο χέρι τον γόνο της πλούσιας επιχειρηματικής οικογένειας με ρίζες από την Αίγυπτο και του άρπαξε τα αριστουργήματα των 50 εκατομμυρίων ευρώ.

Αυτά είναι τα βασικά κομμάτια ενός θρίλερ με φόντο  τους διάσημους πίνακες των δύο Γάλλων ιμπρεσιονιστών και του Ολλανδού μεταϊμπρεσιονιστή που ξεκινάει από το 2014 και έντεκα χρόνια μετά εξακολουθεί να εξελίσσεται και να πνίγεται στο μυστήριο.

Η υπόθεση της μεγάλης εξαφάνισης των πινάκων που φέρνει στη δημοσιότητα το newsit.gr, αν και έχει πάρει το δρόμο της Δικαιοσύνης, μετά από αναβολές επί αναβολών και τον θάνατο του Αθηναίου συλλέκτη τελικά φτάνει στις δικαστικές αίθουσες του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, προκειμένου η «συμμορία των 9» να καθίσει στο σκαμνί έχοντας απέναντι τους, τους συγγενείς του αποθανόντος συλλέκτη που διεκδικούν όλα όσα τους φέρονται να τους άρπαξαν.

Ο Αθηναίος συλλέκτης, ο φιλότεχνος «μεγαλοκατασκευαστής», ο «πρόεδρος κόμματος» από τα Γιαννιτσά και ο «ξηλωμένος» δικηγόρος

Στις σελίδες του βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών που παραπέμπει στο ακροατήριο τη «συμμορία των 9» ξεδιπλώνεται η κινηματογραφική ιστορία με φόντο τους πίνακες των 50 εκατομμυρίων ευρώ. Οι ρίζες της χάνονται στο μακρινό 2014.

«Ο παθών και ήδη θανών, ήταν γόνος πλούσιας οικογένειάς με καταγωγή από τη Λήμνο και την Αίγυπτο, που το κατά που κατά το παρελθόν κάτι είχε μεγάλη περιουσία. Ο παθών κατά γενική ομολογία ήταν bon viveur και πολλές φορές εκποιούσε περιουσιακά του στοιχεία για να διατηρεί έναν άνετο τρόπο διαβίωσης. Στα πλαίσια αυτά είχε ήδη κάνει γνωστό στον κύκλο γνωριμιών του ότι ενδιαφέρεται να πουλήσει τρεις πίνακες μεγάλων ζωγράφων έναντι τιμήματος μερικών εκατομμυρίων.

Συγκεκριμένα στην Αθήνα κατά τις αρχές του 2014, ο ένας εκ των κατηγορουμένων, πλησίασε τον Αθηναίο,  οποίος είχε εκφράσει στο φιλικό του κύκλο την επιθυμία να εκποίησει λόγω σοβαρών οικονομικών προβλημάτων, τρεις αυθεντικούς πίνακες ζωγραφικής ιδιοκτησίας του και συγκεκριμένα έναν πίνακα του Γάλλου ιμπρεσιονιστή ζωγράφου Jean Claude Monet διαστάσεων 21 x 26 εκατοστών, λάδι στην επιφάνεια παλαιού ξύλου, με θέμα το “Δάσος της Βουλώνης”, έναν πίνακα του Γάλλου ιμπρεσιονιστή ζωγράφου Alfred Sisley διαστάσεων 22 x  27 εκατοστών, λάδι σε καμβά με θέμα “Λίμνη, ψαρόβαρκες, δάσος” και έναν πίνακα του Ολλανδού ζωγράφου Vincent Van Gogh διαστάσεων 29 x 25 εκατοστών, υδατογραφία με θέμα την αυτοπροσωπογραφία του εν λόγω καλλιτέχνη και αφού του συστήθηκε ως μεγάλος και δυνατός κατασκευαστής ισχυρίστηκε ότι γνώρισε έναν ειδικό με πολυετή εμπειρία και εμπειρίες στο εμπόριο έργων τέχνης και συγκεκριμένα τον δεύτερο των κατηγορουμένων ο οποίος διέμενε στα Γιαννιτσά και θα μπορούσε να βοηθήσει τον εγκαλούντα να πουλήσει άμεσα στους πίνακες του λόγω των γνωριμιών και των συναναστροφών του με εύπορους και φιλότεχνους επιχειρηματίες.

Έτσι στις αρχές του μηνός Φεβρουαρίου του έτους 2014, προσκάλεσε τον δεύτερο κατηγορούμενο στην Αθήνα όπου αμφότεροι ζήτησαν από τον συλλέκτη να συναντηθούν σε δικηγορικό γραφείο επί της οδού πατριάρχου Ιωακείμ του τρίτου των κατηγορουμένων, προκειμένου να διευθετήσουν τις λεπτομέρειες της αγοραπωλησίας των πινάκων. Στο δικηγορικό γραφείο ο δεύτερος κατηγορούμενος παρέστησε στον συλλέκτη ότι είναι πρόεδρος κόμματος.

Ο τρίτος κατηγορούμενος διαβεβαίωσε πολλές φορές τον συλλέκτη ότι είναι δήθεν εν ενεργεία δικηγόρος με αποκλειστικό αντικείμενο και πολυετή εμπειρία στις πωλήσεις έργων τέχνης αλλά στην πραγματικότητα, δεν κατείχε άδεια σε ισχύ καθώς τον είχε αποπεμφθεί για πειθαρχικούς λόγους.

Όλοι οι κατηγορούμενοι, παρείχαν στο θύμα, τη διαβεβαίωση για τον επαγγελματισμό τους και τις επιτυχημένες πωλήσεις έργων τέχνης που είχαν πραγματοποιήσει».

 Ο «εργοστασιάρχης», ο «γαιοκτήμονας»,  ο «αρχιτέκτονας», ο Γερμανός αγοραστής και το  συμφωνητικό

Οι τρεις «αετονύχηδες» καταφέρνουν να πείσουν τον Αθηναίο bon viveur ότι βρήκαν άμεσα αγοραστή για να πουλήσει τους πίνακες του. Και σε αυτό το σημείο ξεκινάει η περιπέτεια που μετατράπηκε σε θρίλερ.

Όπως αναφέρεται στο βούλευμα:

«Oι κατηγορούμενοι, παρέστησαν ψευδώς, ότι είχαν βρει ήδη αγοραστή, ο οποίος ενδιαφερόταν άμεσα για την απόκτηση των έργων τέχνης και του ζήτησαν να υπογράψει και ιδιωτικό συμφωνητικό με το οποίο ο ένας εκ των κατηγορουμένων, ανέλαβε ως πληρεξούσιος του συλλέκτη να πουλήσει σαν έργα τέχνης έναντι ευλόγου τιμήματος των 6 εκατομμυρίων ευρώ, μέσα σε έξι εβδομάδες από την πιστοποίηση της αυθεντικότητας και της αξίας των πινάκων, η οποία θα γινόταν εντός 20 ημερών από την υπογραφή του συμφωνητικού. Στις επανειλημμένες τηλεφωνικές οχλήσεις του Αθηναίου συλλέκτη, οι κατηγορούμενοι τον καθησύχαζαν ότι ήταν ζήτημα χρόνου και ότι έπρεπε πρέπει να επιλυθούν κάποια διαδικαστικά θέματα.

Ο δεύτερος κατηγορούμενος σε τηλεφωνική επικοινωνία που είχε με το συλλέκτη του ανέφερε ότι είχε βρει έναν επιχειρηματία στην Φρανκφούρτη της Γερμανίας ο οποίος ενδιαφερόταν να αγοράσει άμεσα τους πίνακες έναντι οποιουδήποτε τιμήματος και του ζήτησε να μεταβεί στα Γιαννιτσά προκειμένου να τον ενημερώσει δια ζώσης για τις εξελίξεις.

Στα μέσα του μηνός Μαρτίου του έτους 2014 ο συλλέκτης μετέβη στο γραφείο του δεύτερου κατηγορουμένου στα Γιαννιτσά όπου τον περίμενε ένα επιτελείο συνεργατών το οποίο του συστήθηκε ως πολύ έμπειρο και με επαγγελματισμό απαρτιζόμενο από γυναίκα κατηγορούμενη η οποία συστήθηκε ως μεγαλοδικηγόρος, έναν κατηγορούμενο δήθεν εργοστασιάρχη με 800 άτομα προσωπικό, έναν συγκατηγορούμενο που παρουσιάστηκε ως μεγάλο γαιοκτήμονας και ένας άλλος δήθεν αρχιτέκτονας και μέλος κόμματος. Άπαντες παρείχαν τις διαβεβαιώσεις τον συλλέκτη ότι αγοραπωλησία, ήταν ολοκληρωμένη και ότι απλώς απέμεναν κάποια διαδικαστικά θέματα.

Η γυναίκα “δικηγόρος” μάλιστα ισχυρίστηκε ότι η συμφωνία με έναν εκ των κατηγορουμένων τον “πρόεδρο κόμματος” από τα Γιαννιτσά έπρεπε να ανανεωθεί γι’ αυτό και υπεγράφη στις 20 Μαρτίου 2014, τροποποιητικό του προηγούμενου ιδιωτικού συμφωνητικού με το οποίο ο συλλέκτης ανέθεσε στον “πρόεδρο κόμματος” κατηγορούμενο την πώληση των έργων έναντι του συνολικού ποσού και για τους τρεις πίνακες των τρεισήμισι εκατομμυρίων ευρώ το αργότερο μέχρι τις 30 Ιουνίου 2014.

Λίγες ημέρες αργότερα οι κατηγορούμενοι, μετέβησαν αεροπορικώς μαζί με τον συλλέκτη στη Γερμανία οποίος μετέφερε και τα έργα τέχνης προκειμένου να ολοκληρωθεί η επικείμενη αγοραπωλησία, με την παράδοση των πινάκων στον αγοραστή και την είσπραξη του τιμήματος. Ακολούθησε συνάντηση με τον Γερμανό συνεργάτη των κατηγορουμένων δηλαδή τον όγδοο κατηγορούμενο – νόμιμου εκπροσώπου εταιρείας φωτοβολταϊκών – ο οποίος συστήθηκε με γερμανικό όνομα.

Παρά τις διαβεβαιώσεις απάντων των κατηγορουμένων ότι η αγοραπωλησία  ήταν απολύτως εξασφαλισμένη, χάρη στις οποίες ο συλλέκτης δέχτηκε να ταξιδέψει στη Γερμανία μεταφέροντας τα έργα τέχνης του, η συμφωνία δεν επετεύχθη διότι ο αγοραστής υπαναχώρησε».

Η θυρίδα στο αεροδρόμιο της Φρανκφούρτης

Αν και η μεγάλη αγοραπωλησία με τον Γερμανό συλλέκτη, «στράβωσε» την τελευταία στιγμή, εντούτοις ο «πρόεδρος από τα Γιαννιτσά» κατάφερε να τον «παραμυθιάσει» και πάλι.

Ειδικότερα, όπως επισημαίνεται στο βούλευμα «ο δεύτερος κατηγορούμενος παρείχε και πάλι στον συλλέκτη την διαβεβαίωση ότι συνεργαζόταν με τους καλύτερους το εμπόριο έργων τέχνης και ότι οι συνεργάτες του είχαν εντοπίσει κι άλλους υποψήφιους αγοραστές την Γερμανία. Του πρότεινε δε, να τοποθετήσει τα έργα σε θυρίδα προς μεγαλύτερη εξασφάλιση, για όσο διαρκούσαν οι διαπραγματεύσεις με τους υποψήφιους αγοραστές.

Ο συλλέκτης πείστηκε και στις 28 Μαρτίου 2014, υπέγραψε σύμβαση μίσθωσης θυρίδας, στο αεροδρόμιο της Φρανκφούρτης όπου τοποθετήθηκαν τα έργα του.

Στην σύμβαση αυτή προβλεπόταν ότι δυο εκ των κατηγορουμένων θα είχαν το δικαίωμα να επιδεικνύουν τα προς πώληση εργασία υποψήφιους αγοραστές πάντα παρουσία εκπροσώπου της εταιρείας που εκμισθώνει τις θυρίδες και μόνο εντός ειδικό ασφαλούς χώρου – security house.

Οι κατηγορούμενοι διαβεβαίωσαν εκ νέου τον συλλέκτη οτι τα έργα του, ήταν απολύτως ασφαλή στην θυρίδα και ότι ουδείς εκτός από αυτού θα μπορούσε να τα απομακρύνει από την θυρίδα. Έτσι ο συλλέκτης επέστρεψε ήσυχος στην Ελλάδα την επόμενη μέρα στις 29 Μαρτίου 2014.

Λίγες μέρες αργότερα ο δεύτερος κατηγορούμενος τηλεφώνησε στον συλλέκτη και του ανακοίνωσε ότι είχανε βρεθεί δύο ενδιαφερόμενοι αγοραστές και ότι θα επέστρεφε στην Ελλάδα προκειμένου να υπογραφούν κάποια έγγραφα που θα διευκόλυναν την αγοραπωλησία στο καλύτερο δυνατό τίμημα. Έτσι του ζήτησαν να μεταβεί στη Θεσσαλονίκη να τον συναντήσουν στο γραφείο της “δικηγόρου”.

Εκεί οι κατηγορούμενοι έπεισαν τον συλλέκτη ότι για την εξυπηρέτηση της διαδικασίας και την ομαλή εξέλιξη της αγοροπωλησίας, θα έπρεπε να υπογράψει μια εικονική και χωρίς νομική ισχύ η σύμβαση, για καθαρά διαδικαστικούς λόγους με την οποία ο συλλέκτης θα φαινόταν ότι είχε πουλήσει τα έργα τους τον δεύτερο κατηγορούμενο.

Τον διαβεβαίωσαν επίσης ότι θα του παρέδιδαν και σχετικό αντίγραφο προς εξασφάλιση του. Και το έκανε. Ένας εκ των κατηγορουμένων αναχώρησε για τη Γερμανία προκειμένου όπως ισχυρίστηκε στον συλλέκτη, να διευθετήσει τις τελευταίες λεπτομέρειες αγοραπωλησίας των επίμαχων έργων τέχνης, χωρίς έκτοτε να επικοινωνήσει μαζί του».

Έκλεισαν τη θυρίδα και εξαφάνισαν τον «θησαυρό»

Μετά την αναχώρηση του «προέδρου» για τη Γερμανία, ξεκίνησε ένα περίεργο σκηνικό. Τα μέλη της συμμορίας, άρχισαν να αραιώνουν τις επαφές. Εξαφανίστηκαν και δεν σήκωναν τα τηλέφωνα. Και στις ελάχιστες φορές που κατάφερε να τους βρει,όπως αναφέρεται στο βούλευμα, συνέχιζαν να τον καθησυχάζουν ότι όλα πήγαιναν καλά. Μέχρι που χάθηκαν εντελώς. Και μαζί με αυτούς και οι πίνακες των 50 εκατομμυρίων ευρώ.

«Στις αλλεπάλληλες τηλεφωνικές οχλήσεις του συλλέκτη οι κατηγορούμενοι τον καθησύχαζαν ότι ένας εκ των κατηγορουμένων έδινε μάχη στη Γερμανία ώστε τα έργα να πωληθούν με όσο το δυνατόν μεγαλύτερο τίμημα. Η  κατηγορούμενη η οποία παρίστανε την δικηγόρο διαβεβαίωνε τηλεφωνικά το συλλέκτη ότι έχει αποτανθεί στους μετρ του εμπορίου έργων τέχνης και για τις προσπάθειες του δεύτερου κατηγορουμένου για αίσια έκβαση.

Ωστόσο σε τηλεφωνική επικοινωνία που είχε ο συλλέκτης με την γερμανική εταιρία για την μισθωμένης θυρίδας, τον ενημέρωσαν ότι η θυρίδα, είχε κλείσει από τις 7 Απριλίου 2014. Δηλαδή σε χρόνο προγενέστερο από την ημερομηνία υπογραφής της εικονικής σύμβασης με τον κατηγορούμενο οποίος παρέλαβε τα έργα και αφού τα μετέφερε στην Ελλάδα τα παρέδωσε στην κατοχή του δεύτερου κατηγορούμενου,ο οποίος εμφανιζόταν ως ιδιοκτήτης των πινάκων βάση του ιδιωτικού συμφωνητικού επιθυμώντας να  πουλήσει άμεσα στο ποσό των 50 εκατομμυρίων ευρώ τους πίνακες σε τρίτα πρόσωπα, συντάσσοντας μάλιστα τον Αύγουστο του 2014 ιδιωτικό συμφωνητικό για την ανάθεση της πώλησης σε τρίτους.

Όπως αναφέρεται στο βούλευμα,οι κατηγορούμενοι οδήγησαν στη δημιουργία πλήρους πλάνης στο πρόσωπο του συλλέκτη, έβλαψαν την περιουσία του ενώ η αξία των περιουσιακών του στοιχείων ανέρχεται στο ποσό των 10 εκατομμυρίων ευρώ για τους πίνακες του Monet και του Sisley και στο ποσό των 30 εκατομμυρίων ευρώ για τον πίνακα του Van Gogh.

Δηλαδή ζημιά που ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 50 εκατομμυρίων ευρώ κατά το οποίο ωφελήθηκαν από κοινού».

Ο δικηγόρος Αλέξανδρος Παπαϊωαννίδης
Ο δικηγόρος των δύο εκ των κατηγορούμενων Αλέξανδρος Παπαϊωαννίδης

Η νομική άποψη

Ο συνήγορος των δυο εκ των κατηγορουμένων κ. Αλέξανδρος Παπαϊωαννίδης μιλώντας στο newsit.gr τονίζει πως «ο εντολέας μου, δεν εχει καμιά σχέση με τις πράξεις που του αποδιδονται. Τα γεγονότα είναι εντελώς διαφορετικά και αυτό θα αποδειχθεί στο ακροατήριο».

 

Ελλάδα
Ακολουθήστε το Νewsit.gr στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι για όλη την ειδησεογραφία και τα τελευταία νέα της ημέρας
Newsit Blogs
Ελλάδα: Περισσότερα άρθρα
Εικόνες ντροπής στα δικαστήρια Ευελπίδων: Μετέφεραν δικαστικά έγγραφα με ιμάντες μέσα σε μπλε σακούλες
Ως βασικό «όχημα» των δικαστηρίων της Ευελπίδων, όπου μεταφέρονται δικογραφίες, χρησιμοποιούνται καρότσια σούπερ μάρκετ ενώ σε σπάνιες περιπτώσεις τα ηλεκτρονικά καρότσια λόγω έλλειψης
Δικαστικά έγγραφα μέσα σε μπλε σακούλα μεταφέρονται μέσω ιμάντα