Ο άνθρωπος που οδήγησε την Εθνική ομάδα στις τελικές φάσεις του Euro 1980 και του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1994 “έσβησε” τα ξημερώματα της Τρίτης -σε ηλικία 78 ετών- λόγω προβλημάτων υγείας που αντιμετώπισε το τελευταίο διάστημα, σκορπώντας έτσι σε θλίψη στο ελληνικό ποδόσφαιρο.
Για την γειτονιά των αγγέλων “ταξίδεψε” ο Αλκέτας Παναγούλιας, ο οποίος απεβίωσε τα ξημερώματα της Τρίτης σε ηλικία 78 ετών.
Ο Παναγούλιας βρισκόταν στο σπίτι του στην Ουάσιγκτον, όπου δύσκολα έβγαινε τον τελευταίο καιρό και είχε δίπλα του τα αγαπημένα του πρόσωπα, τη γυναίκα του Βάνα, τα δύο παιδιά του, την Ντέμπη και τον Γιάννη και τιε εγγονές του.
Ο Αλκέτας, όπως τον φώναζαν όλοι οι έλληνες φίλαθλοι, έγραψε με χρυσά γράμματα το όνομά του στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου, ως παίκτης, προπονητής, ακόμη και πρόεδρος του αγαπημένου του Αρη Θεσσαλονίκης. Οδήγησε την Ελλάδα για πρώτη φορά σε τελική φάση Κυπέλλου Εθνών (το 1980), αλλά και σε τελική φάση Παγκοσμίου Κυπέλλου (το 1994).
Να σημειωθεί πως ο κορυφαίος Έλληνας προπονητής της τελευταίας 50ετίας, όπως είχε ανακηρυχθεί, αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας το τελευταίο διάστημα, ενώ η κηδεία του θα τελεστεί στην αμερικανική πρωτεύουσα, αν και υπήρξε η σκέψη η σορός του να μεταφερθεί στην αγαπημένη του Θεσσαλονίκη.
Διαβάστε για την καριέρα του Αλκέτα Παναγούλια, τόσο ως ποδοσφαιριστής όσο και ως προπονητής:
Ποδοσφαιριστής
Το 1949 εντάχθηκε στους μικρούς του Άρη και στο τέλος του 1951, σε ένα τουρνουά Χριστουγέννων πραγματοποίησε το ντεμπούτο του στην πρώτη ομάδα, σε ηλικία 17 ετών. Ξεκίνησε την καριέρα του ως αριστερός εξτρέμ, αλλά σύντομα καθιερώθηκε στο αριστερό άκρο της άμυνας. Πολλές φορές χρειάστηκε να αγωνιστεί και στο κέντρο της άμυνας, λόγω των σημαντικών προσόντων που διέθετε. Διετέλεσε και αρχηγός του Άρη.
Τη δεκαετία του ’50 κατέκτησε δύο πρωταθλήματα Θεσσαλονίκης με την φανέλα των κιτρίνων, το 1953 και το 1959, στα οποία συνέβαλε τα μέγιστα. Πέτυχε συνολικά 13 γκολ για το τοπικό πρωτάθλημα, 3 για το Κύπελλο Ελλάδας και 10 για το εθνικό πρωτάθλημα.
Το 1962, σε ηλικία 28 ετών, ανακοίνωσε στους συμπαίκτες του ότι θα έφευγε για τις Η.Π.Α., αποδεχόμενος την πρόσκληση της ομάδας Ελλήνων ομογενών “Greek American” της Νέας Υόρκης, συνεχίζοντας παράλληλα εκεί και τις σπουδές του
Προπονητής
Ξεκίνησε την προπονητική του καριέρα απο την ελληνοαμερικάνική ομάδα Atlas Soccer Club με την οποία κατέκτησε το US Open Cup 3 φορές (1967, 1968, 1969).
Το 1972 ανέλαβε βοηθός του προπονητή της Εθνικής Ελλάδος Μπίλυ Μπίγκχαμ και το 1973 τον αντικατέστησε αναλαμβάνοντας πρώτος προπονητής έως το 1981.
Τον Φεβρουάριο του 1975 κάθισε για πρώτη φορά στον πάγκο του Άρη, διατηρώντας παράλληλα και τα καθήκοντα του ομοσπονδιακού προπονητή. Έβγαλε από το αγωνιστικό αδιέξοδο τους κιτρίνους, οι οποίοι κατάφεραν να τερματίσουν στην 6η θέση του πρωταθλήματος.
Σημείωσε την μεγάλη επιτυχία της πρόκρισης της Εθνικής Ελλάδος στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1980 στην Ιταλία που ήταν και η πρώτη διάκριση στην ιστορία της Εθνικής Ελλάδος. Στα τελικά του Euro 1980 οδήγησε την Εθνική Ελλάδος σε τρεις αξιοπρεπείς εμφανίσεις απέναντι στα φαβορί του θεσμού.
Από το 1981 έως το 1983 υπήρξε προπονητής του Ολυμπιακού και κερδισε 2 πρωταθλήματα το 1982 και το 1983. Το διάστημα 1983-1985 ανέλαβε προπονητής της Εθνικής Ομάδας των ΗΠΑ. Το 1984 ήταν προπονητής της Ολυμπιακής ομάδας των ΗΠΑ στην Ολυμπιάδα του Λος Άντζελες. Στη συνέχεια ανέλαβε και πάλι τον Ολυμπιακό και κερδίζει ένα ακόμα πρωτάθλημα το 1987, που έμελε να είναι και το τελευταίο πριν τα πέτρινα χρόνια της ομάδας, καθώς και το Σούπερ Κύπελλο.
Το 1988 κλήθηκε να καθίσει για τρίτη φορά στον πάγκο του Άρη. Παρά τα προβλήματα που υπήρχαν τερμάτισε στην 7η θέση του πρωταθλήματος. Την σεζον 1989-1990 συνεχίζει στον πάγκο του Άρη αλλά τον Ιανουάριο του 1990 απομακρύνθηκε απο την τεχνική ηγεσία μετά την ισοπαλία με τον Ιωνικό (1-1).
Το 1992 ανέλαβε και πάλι την Εθνική Ελλάδος και σημείωσε ξανά μια μεγάλη επιτυχία οδηγώντας την Εθνική στο Μουντιάλ των ΗΠΑ το 1994. Ασφαλώς η επιτυχία θα ήταν ακόμα μεγαλύτερη αν η Εθνική Ελλάδος δεν αντιμετώπιζε μερικές από τις πιο ισχυρές ομάδες του θεσμού σύμφωνα με τα μετέπειτα αποτελέσματα και δεν προδιδόταν από την απειρία της.
Το διάστημα 1996-1998 ανέλαβε τον Ηρακλή.
Τον Απρίλιο του 1999 αναλαμβάνει για 4η φορά τον Άρη και με 6 σερί νίκες τα τελευταία 8 παιχνίδια κατάφερε να ανεβάσει την ομάδα στην 6η θέση και να εξασφαλίσει την έξοδο στο Κύπελλο Ουέφα. Ο ίδιος όμως δεν θέλησε να συνεχίσει και την επόμενη περίοδο.
Πρόεδρος του Άρη
Η αποχώρηση του μεγαλομετόχου του Άρη Δημήτρη Κοντομηνά και η πώληση των μετοχών στον Γιάννη Ζαχουδάνη στις 12 Ιουλίου 2001 προκάλεσε διοικητική αναταραχή στην ομάδα του Άρη. Το καλοκαίρι του 2002 ο Αλκέτας Παναγούλιας επέστρεψε για να βοηθήσει τον Άρη απο τη θέση του προέδρου με σύμβουλο τον Λάμπρο Σκόρδα. Συστάθηκε “οικουμενική διοίκηση” με στόχο να μην καταρρεύσει η ΠΑΕ. Ωστόσο, ο Παναγούλιας διατήρησε για λίγο καιρό το πόστο του προέδρου και αποχώρησε, έχοντας προηγουμένως εκφράσει τις διαφωνίες του σε διάφορα θέματα, μεταξύ αυτών και της δαπανηρής μεταγραφής του Μαροκινού ποδοσφαιριστή Σαλαχεντίν Μπασίρ, ο οποίος εντάχθηκε στον Άρη με προβλήματα τραυματισμού. Ο Παναγούλιας προτίμησε να αποχωρήσει και να αποστασιοποιηθεί απο τα γεγονότα “για το καλό του Άρη” όπως τόνισε.
Διακρίσεις:
1980 Συμμετοχή στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα
1994 Συμμετοχή στο Παγκόσμιο Κύπελλο
1982 Πρωτάθλημα Ελλάδας
1983 Πρωτάθλημα Ελλάδας
1987 Πρωτάθλημα Ελλάδας
Πηγή του βιογραφικού: wikipedia