Ο Ντούσαν Σάκοτα συνεχίζει την καριέρα του στη Μούρθια της Ισπανίας, αλλά συνεχίζει να έχει το μυαλό του και στην ΑΕΚ, επισημαίνοντας ότι δεν θα υπήρχε πιο ρομαντικό φινάλε από το να "κλείσει" την καριέρα του στην Ένωση.
Μετά από μία… ολόκληρη καριέρα στην ΑΕΚ, ο Ντούσαν Σάκοτα δεν θα συνεχίσει στην ομάδα που υπηρέτησε ως αρχηγός τα τελευταία χρόνια, όμως η αγάπη του για την ομάδα είναι δεδομένη.
Το γεγονός επιβεβαίωσε και ο ίδιος σε μία… διαφορετική συνέντευξη που έδωσε στο «laverdad.es», όπου μίλησε και για τη νέα εμπειρία στη Μούρθια, αλλά και για πολλές καταστάσεις εκτός παρκέ.
Οι δηλώσεις του Σάκοτα
Για τη Μούρθια: «Πρώτα από όλα, είμαι πολύ χαρούμενος με το πώς δουλέψαμε στην προετοιμασία. Είμαστε καλά προετοιμασμένοι για μια δύσκολη σεζόν κι υπόσχομαι πως θα κάνουμε πάντα το καλύτερο. Για τον Λαρεντζάκη είμαι χαρούμενος για δύο λόγους: Ο ένας είναι πως είναι φίλος μου και ήμασταν συμπαίκτες για τρεις σεζόν στην ΑΕΚ και καταφέραμε πολλά πράγματα, και ο άλλος πως πιστεύω πως είναι ένας πολύ καλός παίκτης, που θα βοηθήσει τη Μούρθια με την ποιότητά του. Μόλις έμαθα για το ενδιαφέρον της Μούρθια για τον Λαρεντζάκη, εξέφρασα την ειλικρινή άποψή μου πως, από αυτή τη μεταγραφή, θα ωφεληθούν και οι δύο πλευρές».
Για την αποχώρησή του από την ΑΕΚ: «Όταν είσαι για πολλά χρόνια σε μία ομάδα, είσαι αρχηγός της κι έχεις ξεκινήσει από εκεί, το να τελειώσεις την καριέρα σου εκεί γυρνάει στο μυαλό σου, καθώς δεν υπάρχει πιο ρομαντικό φινάλε από αυτό. Ωστόσο, η καριέρα ενός αθλητή εξαρτάται από εκατομμύρια παράγοντες, που κάνουν απρόβλεπτο το αύριο. Δεν θα ήθελα να μπω σε λεπτομέρειες, αλλά το γεγονός πως είμαι χαρούμενος εδώ και ενάμιση μήνα που είμαι στη Μούρθια, μου λέει ότι έπραξα σωστά».
Για το πότε προέκυψε το ενδιαφέρον των Ισπανών: «Μόλις βγήκα στην αγορά, η Μούρθια ήταν ένα από τα πρώτα κλαμπ που έδειξαν αληθινό ενδιαφέρον και μού έδειξαν πως θα τους είμαι χρήσιμος. Έπαιξαν ρόλο και οι εμφανίσεις μου στο Final 4. Είναι μια καλά οργανωμένη ομάδα και όλοι στην Ισπανία μιλούν καλά για τη Μούρθια».
Για τον σοβαρό τραυματισμό του στην Πεζάρο: «Με άλλαξε. Εννέα χρόνια έχουν περάσει και ακόμα το θυμάμαι σαν να ήταν χθες. Το “ό,τι δεν σε σκοτώνει, σε κάνει πιο δυνατό” ακούγεται κλισέ, αλλά είναι η αλήθεια. Υπήρχαν μεγάλες πιθανότητες να μην βγω ζωντανός. Πάντα θα ευχαριστώ τους γιατρούς, τις νοσοκόμες, όλους όσοι με φρόντιζαν τις 49 ημέρες που νοσηλευόμουν. Μού έδωσαν ψυχή και σώμα και τους χρωστάω όλα τα καλά που απολαμβάνω και ζω από τότε».
Για το ότι ο Ρίκι Ρούμπιο στάθηκε στην απώλεια της μητέρας του: «Είναι ένα παράδειγμα για όλους. Είμαστε επαγγελματίες και πρέπει να παίρνουμε σοβαρά το μπάσκετ, αλλά πάντα πρέπει να βρίσκουμε την ισορροπία. Ανέβηκα επίπεδο στην καριέρα μου, χάρη σε ό,τι πέρασαμε γιατί έβαλα τις προτεραιότητες στη σειρά. Πριν από αυτό, σκεφτόμουν συνέχεια το μπάσκετ, κι όταν γίνεσαι τόσο εμμονικός, στο τέλος σε βλάπτει. Δεν ήρθε το τέλος του κόσμου αν ηττηθείς σε ένα ματς. Πρέπει να έχεις ξεκάθαρες προτεραιότητες ως άνθρωπος. Έχει να κάνει με τη ζωή και να είσαι ευτυχισμένος. Ο Μαρκ Γκασόλ είναι ένα ακόμα παράδειγμα παίκτη, που βάζει τη ζωή πριν το άθλημα, με το να ζώσει ανθρώπινες ζωές στη θάλασσα».
Για το αν θεωρεί ότι το μπάσκετ τον «ξέχασε»: «Προέρχομαι από μια οικογένεια, για την οποία το μπάσκετ είναι τα πάντα, από τότε που γεννήθηκα ακόμη. Ο πατέρας μου είναι ένας εξαίρετος κόουτς και εγώ μαζί με την υπόλοιπη οικογένειά μου τον ακολουθήσαμε στην Ελλάδα. Εγώ ήμουν ακόμη παιδί, αλλά βλέποντάς τον κατάλαβα σε μικρό χρονικό διάστημα, πως αυτή η δουλειά σε πάει από το ένα μέρος στο άλλο. Οπότε, δεν έβλεπα το μπάσκετ σαν παιχνίδι, σαν κάτι διασκεδαστικό. Όταν όμως αυτό συνέβη (σ.σ. ο σοβαρός τραυματισμός στην Ιταλία) βγήκα έξω από τη φούσκα μου και είδα μία πιο ολοκληρωμένη εικόνα της ζωής. Ήμουν μόλις 24 χρονών, αλλά συνειδητοποίησα πως το μπάσκετ δεν είναι τα πάντα και πρέπει να ζούμε τη ζωή μας. Αυτό με βοήθησε πολύ, επειδή είναι αλήθεια ότι το μπάσκετ με ξέχασε, όπως συμβαίνει με το 99% των ανθρώπων, επειδή ο κόσμος δεν σταματά και προχωράει».