Ο Φώτης Ιωαννίδης, αποκάλυψε τι θα ήθελε να κάνει στη ζωή του εάν δεν ήταν ποδοσφαιριστής, το όνειρο που είχε μικρός, τους στόχους του με τον Παναθηναϊκό, αλλά και την αγάπη που τρέφει στο διάβασμα.
Συγκεκριμένα ο Φώτης Ιωαννίδης παραχώρησε συνέντευξη στο «mens arena» και μοιράστηκε ορισμένα πράγματα που δεν είχε αποκαλύψει για τον ίδιο και τη ζωή του, με τον διεθνή επιθετικό του Παναθηναϊκού να ανέφερε τους στόχους που είχε από μικρός, την ιδιαίτερη σχέση του με τον Ιβάν Γιοβάνοβιτς, καθώς και το επάγγελμα που θα ήθελε να ακολουθήσει εάν δεν κατάφερνε να γίνει ποδοσφαιριστής.
Στην αποκαλυπτική του συνέντευξη μάλιστα ο Έλληνας ποδοσφαιριστής δεν έκρυψε και την αγάπη του στο να σκοράρει σε εκτός έδρας παιχνίδια, καθώς με αυτό τον τρόπο προκαλεί σιγή στο γήπεδο.
Όλα όσα δήλωσε ο Φώτης Ιωαννίδης
Τον Φεβρουάριο του 2022, πριν ακόμη ξεκινήσει για τα καλά η καταξίωσή σου στον Παναθηναϊκό, «έσκασε» πρόταση παραχώρησης σου σε ομάδα του MLS, του αμερικάνικου πρωταθλήματος ποδοσφαίρου, για περισσότερα από 2 εκατομμύρια ευρώ. Η ομάδα σου δε συναίνεσε σε αυτήν, παρότι οι περισσότεροι την θεωρούσαν γενναιόδωρη. Ένιωσες ότι έχανες μια ευκαιρία;
«Κάθε άλλο! Καταρχήν επειδή δεν πιστεύω πως στη ζωή ο καθένας μας έχει μία μόνο ευκαιρία. Κάθε μέρα μπορεί να κρύβει κι από μία. Από την άλλη, έχω την άποψη πως πριν κάνεις το επόμενο σου βήμα, θα πρέπει να έχεις εδραιωθεί εκεί που προηγουμένως βρισκόσουν. Κι εγώ τότε, ακόμη δεν είχα εδραιωθεί στον Παναθηναϊκό και το ελληνικό ποδόσφαιρο. Πίστευα πως συνεχίζοντας στον Παναθηναϊκό και συνδέοντας το όνομά μου με τη δική του εξέλιξη θα πετύχαινα περισσότερα. Όπως αποδείχθηκε –κι όσο κι αν, με τα τότε δεδομένα, τα χρήματα έμοιαζαν πολλά- επέλεξα σωστά».
Είναι, λες, και ζήτημα τύχης;
«Δεν πιστεύω στην τύχη. Η ζωή δεν είναι τζόγος. Εμείς καθορίζουμε την πορεία μας, με τις επιλογές μας. Αν είσαι θετικός άνθρωπος, τα πράγματα κατά πάσα πιθανότητα θα σου έρθουν θετικά. Αν είσαι μίζερος και δίχως αυτοπεποίθηση όχι».
Το ότι όταν ήσουν 14-15 ετών και αγωνιζόσουν στις Ακαδημίες του Ολυμπιακού, η τότε ομάδα σου δεν ενδιαφέρθηκε να συνεχίσεις στις αγωνιστικές κατηγορίες, δεν ήταν πλήγμα για την αυτοπεποίθησή σου;
«Η απόφαση που πήρα τότε –αφού το συζήτησα με την οικογένειά μου, εννοείται- να δοκιμάσω στον Ολυμπιακό Χαλκίδας αποδείχθηκε πως ήταν μια από τις καλύτερες σε ολόκληρη τη ζωή μου. Βρέθηκα στα 15 μου να προπονούμαι και να αγωνίζομαι με την ανδρική ομάδα, σε ένα εντελώς άλλο επίπεδο ταχύτητας και δύναμης. Όταν στη συνέχεια πήγα στο Λεβαδειακό και ξεκίνησα να παίζω με τους συνομηλίκους μου, μου φαινόταν τόσο απλό –αφού είχα δυο χρόνια δοκιμαστεί στα πιο δύσκολα!»
Ανήκεις στη σπάνια εκείνη κατηγορία παικτών που μπορούν να αλλάξουν τα δεδομένα ενός παιχνιδιού, ερχόμενοι από τον πάγκο. Ποιο είναι το μυστικό;
«Δεν υπάρχει παίκτης που να προτιμά να μπαίνει αλλαγή από το να ξεκινάει βασικός. Όλοι περιμένουν από αυτόν που μπαίνει αλλαγή να είναι πιο φρέσκος και δυνατός αλλά δεν είναι, πίστεψέ με, καθόλου απλό από εκεί που παρακολουθείς από τον πάγκο να κάνεις ένα σύντομο ζέσταμα και να μπεις με τη μία στον ρυθμό του αγώνα. Κυρίως διανοητικά».
Εσύ πάντως το έχεις καταφέρει πολλές φορές
«Πράγματι, πέρυσι, μπαίνοντας ως αλλαγή προς το τέλος τριών παιχνιδιών –και παίζοντας όλα-όλα περίπου 20 λεπτά- να βάλω δυο γκολ και να κερδίσω το πέναλτι κόντρα στον Ολυμπιακό. Ήταν κατά μία έννοια η στιγμή που τα άλλαξε όλα. Μία κούρσα που έκανα γεμάτος νεύρα, στο τελευταίο λεπτό του αγώνα, σε μια φάση που έμοιαζε χαμένη. Αλλά την κυνήγησα».
Άλλοι ίσως και να μην την κυνηγούσαν…
«Είτε ένα λεπτό παίζεις είτε 90, οφείλεις να κυνηγάς κάθε φάση. Κι αν αξίζεις, το ποδόσφαιρο θα σε ανταμείψει. Εκείνο που αξίζεις, εκείνο τελικά θα πάρεις. Έχω ένα χαρακτηριστικό, ως παίκτης αλλά και ως άνθρωπος. Δεν κολλάω ποτέ στην προηγούμενη φάση, κοιτάω πάντα την επόμενη. Θυμάμαι παίζαμε πέρυσι ένα παιχνίδι και μέσα σε 3-4 λεπτά έχασα τρεις φορές την μπάλα –το χειρότερο που μπορεί να συμβεί σε ένα σέντερ φορ. Δυο φορές πέρασε κάτω από τα πόδια μου, μια άλλη έκανα λάθος κοντρόλ. Άλλοι ποδοσφαιριστές μπορεί να αποτραβιόνταν για λίγη ώρα μακριά από εκεί που η μπάλα καίει ή να κρυβόταν. Εγώ όμως όχι. Στην επόμενη κιόλας φάση ζήτησα μπάλα. Με βλέπει ο Κουρμπέλης, αρχηγός μας πέρυσι, και μου λέει γι αυτό σε γουστάρω ρε συ».
Πώς νιώθεις όταν παίζεις εκτός έδρας και ένα ολόκληρο γήπεδο σε βρίζει;
«Μου φτιάχνει τη διάθεση. Λίγα πράγματα είναι ωραιότερα από το να σκοράρεις σε ένα τέτοιο γήπεδο και να πέφτει σιγή».
Μοιάζει να περιγράφεις τη στιγμή του πέναλτι στο τελευταίο λεπτό του ματς με τη Μαρσέιγ…
«Παλιότερα, ξέρεις, δεν ήθελα να χτυπάω πέναλτι. Έλεγα δεν είναι για μένα. Το δούλεψα όμως πολύ. Όταν εκτελείς πέναλτι, οι πιθανότητες είναι τρεις. Δεξιά, αριστερά, κέντρο. Ανάλογα με το πού θα επιλέξεις να το ρίξεις, 66% έχεις εσύ, 33% ο τερματοφύλακας. Πώς μπορείς να βελτιώσεις τις πιθανότητες; Να το ρίξεις ψηλά και δυνατά, ώστε ακόμη κι αν πέσει στη σωστή γωνία ο τερματοφύλακας να μην το αποκρούσει. Εγώ κάθε βδομάδα χτυπάω 40-50 πέναλτι ώστε να γίνομαι καλύτερος σε αυτό ακριβώς».
Πώς απαντάς σε όσους λένε πως οι νέοι Έλληνες ποδοσφαιριστές είναι φυγόπονοι;
«Φυσικά κάποιοι μπορεί να είναι, δεν είναι όμως ο κανόνας. Ξέρεις όμως ποια είναι η διαφορά; Ότι πολύ συχνά τη θέση ενός Έλληνα με Χ δυνατότητες θα την πάρει ένας ξένος που είναι στο ίδιο επίπεδο με αυτόν ή και χειρότερος. Ε, πώς αυτό το παιδί θα βελτιωθεί μετά αν δεν πάρει αγωνιστικές ευκαιρίες; Θυμάσαι που σου έλεγα πως εγώ στα 15 μου έπαιζα στη Χαλκίδα κόντρα σε άνδρες; Αυτό με ωρίμασε. Όταν ένας 19χρονος στη Γαλλία παίζει κόντρα στον Εμπαπέ θα γίνει καλύτερος απ΄ όσο αν ήταν στην Ελλάδα και έπαιζε στο Πρωτάθλημα Νέων με συνομηλίκους του»
Ήσουν καλός μαθητής στο σχολείο;
«Ναι, ειδικά στη Χαλκίδα. Όταν πήγα στη Λιβαδειά, στις δύο τελευταίες τάξεις, έπεσα λίγο. Ήμουν όμως και παράξενος. Μέσα στην ομάδα των απουσιολόγων αλλά και από αυτούς που έτρωγαν τις περισσότερες ωριαίες αποβολές».
Διάβαζες πολύ;
«Ακόμη διαβάζω. Μου αρέσει να ενημερώνομαι για όσα συμβαίνουν γύρω μου, η ιστορία. Έχω συναίσθηση πως υπάρχει ζωή και έξω από το ποδόσφαιρο και πώς όλοι εμείς που ασχολούμαστε με αυτό, είμαστε λίγο σε μια φούσκα».
Ποια ιστορική προσωπικότητα θα ήθελες να έχεις συναντήσει και συναναστραφεί;
«Τον Ουίνστον Τσόρτσιλ. Για τον τρόπο που καθοδήγησε το λαό του στον Β Παγκόσμιο Πόλεμο».
Στο διάγγελμά του προς το βρετανικό λαό, τους είχε υποσχεθεί, όπως ξέρεις «αίμα,δάκρυα και ιδρώτα». Όχι εύκολες νίκες. Μοιάζει με κάτι που θα μπορούσε να έχει υποσχεθεί και ο Γιοβάνοβιτς αναλαμβάνοντας τον Παναθηναϊκό;
«Δεν το είχα σκεφτεί ποτέ έτσι, αλλά …ίσως!»
Είναι αυστηρός προπονητής ο Γιοβάνοβιτς;
«Ναι, είναι. Αλλά και σπουδαίος στην τακτική προετοιμασία των παιχνιδιών. Βασικό πλεονέκτημα του είναι ότι έχει υπάρξει και ο ίδιος ποδοσφαιριστής –και πολύ καλός μάλιστα. Γνωρίζει πώς σκέφτεται και τι νιώθει ο ποδοσφαιριστής, δίχως εκείνος να του το πει».
Πιστεύεις πως κάποιος που δεν έχει υπάρξει παίκτης ο ίδιος, δε θα μπορούσε να γίνει καλός προπονητής; Ο Μουρίνιο θα είχε άλλη άποψη!
«Χωρίς να θέλω να παραγνωρίσω την αξία ή τις επιτυχίες του Μουρίνιο, θα σου πω ότι το ποδόσφαιρο που υπηρετούν οι ομάδες του δε μου αρέσει και δε με εκφράζει. Μοιάζει να μην καταλαβαίνει την ομορφιά του παιχνιδιού. Ή να μην έχει σημασία γι αυτόν».
Έχεις σκεφτεί ποτέ τι θα μπορούσες να έχεις γίνει αν δεν ήσουν ποδοσφαιριστής;
«Δεν έχω ιδέα. Δεν το έχω φανταστεί ποτέ. Ίσως έκανα κάτι γύρω από την πολιτική ή τη Φόρμουλα 1 –λατρεύω τα αυτοκίνητα και την ταχύτητα».
Πόση είναι η μεγαλύτερη ταχύτητα που έχεις πιάσει στο δρόμο;
«…περισσότερα από 230. Αλλά μόνο μία φορά».
Ήσουν χαϊδεμένο παιδί;
«Αν ρωτήσεις την αδελφή μου –που είναι 5 χρόνια μεγαλύτερη- θα σου πει πως η μητέρα μου μου είχε αδυναμία. Εγώ δεν το πιστεύω όμως!»
Η μητέρα σου είναι από εκείνες που ανησυχούν μήπως χτυπήσεις στο παιχνίδι;
«Όχι ιδιαίτερα, ίσως επειδή ήταν και ο πατέρας μου ποδοσφαιριστής και το έχει κάπως συνηθίσει. Η γιαγιά μου όμως όταν βλέπει παιχνίδια και μου κάνουν φάουλ, βρίζει τους αντιπάλους!»
Όταν ξεκινούσες την πορεία σου στο ποδόσφαιρο, τι σκεφτόσουν για το μέλλον; Μπορούσες να φανταστείς τον εαυτό σου στον Παναθηναϊκό, στην Εθνική;
«Στα όνειρά μου έβλεπα –ακόμη βλέπω- πολλή μπάλα. Ότι έπαιζα σε μεγάλες ομάδες, ότι έβαζα κρίσιμα γκολ. Ήμουν θυμάμαι κάποτε με τον Σάββα Παντελιάδη και μου λέει πάρε ένα μπλοκάκι και σημείωνε σε αυτό τους στόχους σου. Το έκανα. Είχα γράψει, θυμάμαι, ότι θέλω να έχω παίξει στην Εθνική στα 24 μου. Τσεκ, έναν χρόνο νωρίτερα μάλιστα».
Το έχεις ακόμη αυτό το μπλοκάκι;
«Ναι, κάπου το έχω φυλαγμένο. Όταν θα τελειώσω με το ποδόσφαιρο, θέλω να το κοιτάξω για να δω τι απ όλα αυτά έχω πετύχει».
Το πρώτο γκολ που πέτυχες με τη φανέλα του Παναθηναϊκού το θυμάσαι;
«Φυσικά. Ανήμερα των Φώτων το 2021 κόντρα στον Απόλλωνα. Με τις εφημερίδες να γράφουν «τον φώτισε ο Φώτης», «κέρασε για τη γιορτή του», τέτοια»
Ποια είναι η σχέση σου με τη θρησκεία;
«Δεν πηγαίνω συχνά στην εκκλησία –ίσως το Πάσχα μόνο- αλλά πιστεύω στον Θεό. Ανάβω κερί, προσεύχομαι»
Είσαι καλός στη διαχείριση των χρημάτων; Αν ήσουν πλούσιος, τι θα έκανες;
«Πιστεύω στο μέτρο, θεωρώ πως δεν είμαι ούτε τσιγκούνης ούτε σπάταλος. Αν είχα πολλά χρήματα, ίσως να έκανα συλλογή από αυτοκίνητα. Supercars ή παλιά κλασικά –σαν μία Mercedes που οι πόρτες της ανοίγουν προς τα πάνω σα φτερά και αξίζει κοντά στο εκατομμύριο»
Θα μπορούσες, λες, να είσαι αφεντικό σε μια επιχείρηση; Ακόμη κι αν αυτό σημαίνει ότι θα χρειαστεί κάποια στιγμή να απολύεις κόσμο;
«Ναι, δε νομίζω ότι θα είχα πρόβλημα. Δεν τα βλέπω προσωπικά τέτοια ζητήματα. Μπορεί να είσαι καλός –και φίλος μου ακόμα- αλλά να μην ταιριάζεις στο δικό μου πλάνο. Δε χρειάζεται να τον μισείς τον άλλον για να το κάνεις».
Τα τρία χρόνια που αγωνίζεσαι στον Παναθηναϊκό, ο μοναδικός τίτλος που έχει κατακτήσει η ομάδα –μετά από πολλά χρόνια …ξηρασίας μάλιστα- είναι ένα Κύπελλο Ελλάδας. Τι θυμάσαι από εκείνη τη βραδιά;
«Πριν από το ματς, θυμάμαι, νιώθαμε πως δεν υπήρχε περίπτωση να χάσουμε. Αφού φτάσαμε ως εδώ, λέγαμε, θα το πάρουμε. Κι όταν μετά το ματς πήγαμε στα μπουζούκια, έμοιαζε με λύτρωση, με ένα απίθανο χάσιμο –κυρίως για τα παιδιά που ήταν χρόνια στην ομάδα και είχαν ζήσει όλη τη δύσκολη περίοδο της».
Ακούς ελληνικά; Χορεύεις;
«Ακούω τα πάντα. House, ελληνικά, παλιά ροκ από τους δίσκους της μητέρας μου. Αλλά δε χορεύω σχεδόν τίποτε –ή χορεύω χάλια».
Αν ολοκληρώνοντας τη συνέντευξη σου έλεγα πως είναι εκεί στη γωνία ένα αυτοκίνητο και σε περιμένει, τι θα έκανες;
«Θα το έπαιρνα και θα πήγαινα μια βόλτα προς τη Χαλκίδα μάλλον –μου αρέσουν οι νυχτερινές διαδρομές. Θα άκουγα Iggy Pop, Depeche Mode ή κάτι αντίστοιχο. Και θα οδηγούσα γρήγορα…».