Τρίτη, 19 Νοε.
18oC Αθήνα

Κατερίνα Στεφανίδη: «Σκέφτηκα δύο φορές να σταματήσω, όταν έφθασα σε σημείο βουλιμίας και μετά το Τόκιο που δεν μπορούσα να περπατήσω»

Κατερίνα Στεφανίδη: «Σκέφτηκα δύο φορές να σταματήσω, όταν έφθασα σε σημείο βουλιμίας και μετά το Τόκιο που δεν μπορούσα να περπατήσω»

Η Κατερίνα Στεφανίδη ήταν καλεσμένη στην εκπομπή “The 2night Show” και μίλησε για την τεράστια καριέρα της στον αθλητισμό, αλλά και την προσωπική της ζωή.

Στην συνέντευξή της, η Στεφανίδη υποστήριξε ότι σκέφτηκε δύο φορές να σταματήσει το άλμα επί κοντώ, αποκαλύπτοντας μάλιστα ότι όταν ήταν στα ξεκινήματά της, έφθασε σε σημείο βουλιμίας. Η κορυφαία Ελληνίδα αθλήτρια του στίβου αναφέρθηκε επίσης στη μετακόμισή της στις ΗΠΑ και στη σχέση της με τον σύζυγό του, Μιτς Κρίερ.

Οι δηλώσεις της Στεφανίδη

«Σε μικρή ηλικία πήρα κάποια κιλά. Μετά περισσότερα κι έφτασα σε σημείο βουλιμίας. Αυτό ήταν από τα πιο δύσκολα κομμάτια κι ειδικά σε ηλικία 16-17 χρονών. Εκεί κάπου σταμάτησα για κάποιο διάστημα. Και το φθινόπωρο του 19 υπήρξε ένας τραυματισμός που ακόμα με ενοχλούσε στο Τόκυο πέρυσι το καλοκαίρι.

Είπα ίσως ότι δεν θα αγωνιστώ ξανά ποτέ. Κάποια στιγμή που ήμουν με πατερίτσες και δεν ήξερα αν θα μπορέσω να περπατήσω και να τρέξω ξανά. Πονούσα ακόμα και να περπατήσω. Αυτό ήταν το πιο δύσκολο ψυχικά».

«Και στην αποτυχία και στην επιτυχία και στο ενδιάμεσο, μόνος σου είσαι. Εγώ προσωπικά είμαι μαζί με τον άντρα μου αλλά γενικά είσαι μόνος σου. Ο πρωταθλητισμός έχει μεγάλη μοναξιά.

Υπάρχουν φορές που έχω σκεφτεί ότι δεν θέλω να βγω για παράδειγμα φωτογραφία με κάποιον που υπό άλλες συνθήκες δεν θα χαίρονταν με τους αγώνες. Αλλά όταν έχεις κερδίσει δεν το σκέφτεσαι γιατί θεωρείς ότι ίσως χαίρονται έστω και λίγο για σένα. Οι πολιτικοί έχουν σταματήσει να έρχονται να μας συγχαρούν ακόμα και στις επιτυχίες μας».

«Όσο μεγαλώνω χειροτερεύει η υψοφοβία. Ξεκίνησα από πολύ μικρή το άλμα επί κοντώ. Το 2000 στο Σίδνεϊ ήταν η πρώτη χρονιά που συμμετείχαν γυναίκες στους Ολυμπιακούς Αγώνες με το «άλμα επί κοντώ». Ήταν και οι δύο γονείς μου στον στίβο, οπότε διέκριναν κάποια ταλέντα μου. Ήταν σχεδόν αρνητικό που οι γονείς μου γνώριζαν τόσα πολλά για το άθλημα που ήθελα να ασχοληθώ».

«Δεν ήθελα να πάω στο Stanford για σπουδές, με “ανάγκασαν” οι γονείς μου, με συμφωνία ότι θα πάω για τρεις μήνες και θα δούμε. Όταν έφτασα στο Σαν Φρανσίσκο έκλαιγα και ήθελα να επιστρέψω στο σπίτι. Είχα συγκάτοικο μία κοπέλα από την περιοχή για να με βοηθήσει. Πήγα εκεί με αθλητική υποτροφία, αφού το κόστος των σπουδών είναι κοντά στα 50.000 ευρώ το χρόνο και ούτε εγώ ούτε οι γονείς μου θα μπορούσαμε να πληρώσουμε κάτι τέτοιο. Ήμουν έτσι αναγκασμένη να συνεχίσω τον αθλητισμό, γιατί αυτοί (σ.σ. το Stanford) μου πλήρωναν τα δίδακτρα. Η πρώτη μου χρονιά όμως δεν πήγε καλά, σε σημείο να ψάχνω άλλη υποτροφία για να συνεχίσω, αλλά μετά άλλαξε ο προπονητής μου και ήρθε ένας Ολυμπιονίκης της Αθήνας, τον οποίο είχα ως είδωλο και έτσι άλλαξε λίγο ο τρόπος που έβλεπα κι εγώ τον αθλητισμό».

«Από το 2015 ο Μίτσελ είναι ο προπονητής μου. Γνωριστήκαμε στο μεταπτυχιακό στο Πανεπιστήμιο, γίναμε κολλητοί, είχαμε διαφορετικές σχέσεις με άλλους ανθρώπους. Ο Μίτσελ λέει πως δεν είμαι εύκολη αθλήτρια για έναν προπονητή. Τα περισσότερα χρόνια ζούμε 6 μήνες στην Ελλάδα και 6 μήνες στην Αμερική. Δεν μου αρέσουν οι αλλαγές και η ζωή μας είναι μονίμως αλλαγές.

Παντρευτήκαμε μόνοι μας με τον Μίτσελ, δεν ήρθε κανείς. Αφού παντρευτήκαμε κάναμε ένα οικογενειακό πάρτι εδώ και ένα στην Αμερική για να ευχαριστήσουμε τους δικούς μας. Ξέραμε ότι θέλαμε να παντρευτούμε και αφού αρραβωνιαστήκαμε και μιλήσαμε με τους γονείς μας, ο καθένας ήθελε να κάνουμε τον γάμο στη δική του χώρα. Τότε είπαμε “τέλος θα παντρευτούμε μόνοι μας”. Δεν το έχω μετανιώσει καθόλου.

Μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο, λέγαμε ότι θέλουμε να κάνουμε παιδιά. Τώρα είναι το τελευταίο πράγμα που έχουμε στο μυαλό μας. Ποτέ δεν ξέρεις μπορεί σε δύο, τρία χρόνια να χτυπήσει κάποιο καμπανάκι».

Αθλητικά Τελευταίες ειδήσεις