Ο Νόβακ Τζόκοβιτς έδωσε μεγάλη συνέντευξη λίγο πριν πέσει στη “μάχη” για το Roland Garros και μίλησε για την παιδική του ηλικία, τον πόλεμο στη Σερβία, το μη εμβολιασμό του, αλλά και τη σχέση του με τον Ρότζερ Φέντερερ και τον Ράφα Ναδάλ.
Η ιταλική Corriere della Sera “φιλοξένησε” τον Νόβακ Τζόκοβιτς κι αυτός θυμήθηκε ότι έπαιζε τένις εν μέσω βομβαρδισμών, ενώ υποστήριξε ότι πλέον δεν έχει φιλικές σχέσεις, ούτε με τον Φέντερερ, ούτε με τον Ναδάλ, παρά την εκτίμηση που “τρέφει” σε αμφότερους.
Οι δηλώσεις του Τζόκοβιτς
«Οι πρώτες μου αναμνήσεις είναι στο βουνό, το Κοπαόνικ στη νότια Σερβία. Όταν ήμουν 10 ετών είχα βρεθεί μόνος μου στο δάσος και συνάντησα έναν λύκο εκεί. Ένιωσα βαθύ φόβο, μου είχαν πει πως σε τέτοιες περιπτώσεις πρέπει να υποχωρείς σιγά-σιγά και να μην χάσεις την οπτική επαφή. Κοιταχτήκαμε για 10 δευτερόλεπτα, που ένιωσα πως ήταν τα μεγαλύτερα 10 δευτερόλεπτα της ζωής μου. Μετά έστρεψε το βλέμμα του αριστερά και έφυγα. Ένιωσα μια πολύ δυνατή αίσθηση που δεν με εγκατέλειψε από τότε: μια σύνδεση ψυχής, πνεύματος. Δεν πίστευα ποτέ στις συμπτώσεις, ούτε κι αυτός ο λύκος ήταν σύμπτωση. Ήταν μια σύντομη, αλλά πολύ σημαντική συνάντηση».
Για τα παιδικά του χρόνια: «Ήταν η απόλυτη ελευθερία. Δεν είχαμε τηλέφωνα, το σήμα για να γυρίσω στο σπίτι ήταν η δύση του Ήλιου. Το δάσος και η φύση ήταν θεμελιώδη στοιχεία της εκπαίδευσής μου, γι’ αυτό θα ήθελα και τα παιδιά μου να περνάνε χρόνο σε εξωτερικούς χώρους. Όταν ήμουν 4 ετών μου έδωσαν την πρώτη μου ρακέτα, αλλά κανείς μας δεν είχε παίξει ποτέ τένις. Ήμασταν μια οικογένεια σκιέρ και είδωλό μας ήταν ο Tomba la bomba».
Για το πως ξεκίνησε το τένις: «Οι γονείς μου είχαν μια πιτσαρία τότε και ακριβώς απέναντι χτίσανε γήπεδα τένις. Ήμουν 6 ετών. Δεν ξέρω αν ήταν γραφτό να γίνω πρωταθλητής, είπα πως δεν πιστεύω στις συμπτώσεις, αλλά πιστεύω στην τύχη. Και είμαι τυχερός που εμφανίστηκε η Γιελένα στο δρόμο μου (Γκένσιτς, πρώην επαγγελματίας τενίστρια που ανακάλυψε τον Τζόκοβιτς τότε). Δεν υπήρχε θέση για μένα στο κλαμπ, οπότε έβλεπα τα άλλα παιδιά να παίζουν πίσω από την περίφραξη. Μετά έψαχνα στην τηλεόραση για να δω τένις και είδα τον τελικό του Wimbledon μεταξύ του Σάμπρας και του Κούριερ. Την επόμενη μέρα η Γιέλενα με βρήκε και με ρώτησε αν ήξερα τι είναι το τένις. Της είπα “ναι, χθες είδα και τον τελικό του Wimbledon”. Και τότε με ρώτησε αν ήθελα να το δοκιμάσω. Είδε κάτι σε μένα και εγώ έμαθα τα πάντα από εκείνη. Είμαι τελειομανής επειδή εκείνη ήταν τελειομανής. Κάθε φορά είχε το παράδειγμα της Μόνικα Σέλες. Μου έλεγε “θέλεις κόκα κόλα ή μπέργκερ; Η Σέλες δεν πίνει κόκα κόλα και δεν τρώει fast food”. Με πήγαινε στο σπίτι της και μου έβαζε να ακούσω κλασική μουσική, μου διάβαζε ποιήματα του Πούσκιν, μου έδειχνε βίντεο με το backhand του Αγκάσι, το σερβίς του Σάμπρας, τα βολέ των Ράφτερ και Εντμπεργκ, το forehand του Μπέκερ και τα άλματα που δεν έμαθα ποτέ να κάνω».
Για τη γνωριμία του με τον Εμίρ Κουστουρίτσα: «Είναι ένας άνθρωπος από τον οποίο επίσης έμαθα πολλά. Μπορεί να διαφωνούμε σε κάποια πράγματα, αλλά είναι έντιμος και αληθινός άνθρωπος. Ένας άνθρωπος που έχει το θάρρος των απόψεών του και τις υπερασπίζεται παρά την πίεση των μέσων μαζικής ενημέρωσης. Κάτι ξέρω και εγώ από πίεση από τα ΜΜΕ, με όλα αυτά που έπρεπε να υπομείνω τα 3 τελευταία χρόνια».
Για το εμβόλιο: «Το 95% όσων έχουν γραφτεί και ειπωθεί για μένα τα τελευταία 3 χρόνια είναι ψέματα. Δεν είμαι κατά των εμβολίων, είμαι υπέρ της ελεύθερης επιλογής. Είναι θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα να είναι κανείς ελεύθερος να αποφασίζει για τέτοια ζητήματα. Το εξήγησα και στο BBC, αλλά έκοψαν πολλές από τις απαντήσεις μου. Οπότε δεν ξαναμίλησα γι’ αυτό. Πέρασα και εγώ Covid και έγινα καλά. Τηρούσα όλους τους κανόνες και δεν έβαλα κανέναν σε κίνδυνο. Η υπόθεση στην Αυστραλία έγινε πολιτική και υπήρξε ένα μιντιακό σύστημα που μου έβαλε την ταμπέλα του αντιεμβολιαστή. Βρέθηκα μόνος μου απέναντι σε 20 λύκους, κανένας άνθρωπος μόνος του δεν έχει πιθανότητα απέναντι στα μεγάλα ΜΜΕ. Ξεχνάω όμως γρήγορα και επικεντρώνομαι πάντα στα θετικά. Μετά πέρασα για δεύτερη φορά Covid. Πάντα αποδεχόμουν τους κανόνες και όταν δεν μπορούσα να πάω στην Αμερική, δεν πήγα. Θυσίασα δυο US Open για να μείνω συνεπής στις απόψεις μου. Δεν μιλούσα, γιατί διαστρέβλωναν αυτά που έλεγα. Επέστρεψα στην Αυστραλία και τελικά κέρδισα, αλλά απογοητεύτηκα πολύ. Όχι μόνο από τα ΜΜΕ, αλλά και από άλλους παίκτες».
Για τις αναμνήσεις του από τον πόλεμο: «Δεν ήταν την πρώτη νύχτα (του πολέμου), αλλά τη δεύτερη ή την τρίτη, όταν μια έκρηξη με ξύπνησε και όλα τα γυαλιά στο σπίτι έσπασαν. Η μητέρα μου έπεσε και χτύπησε το κεφάλι της στο καλοριφέρ. Ο πατέρας μου φώναξε να πάρω τα αδέρφια μου. Δεν ήμουν ούτε 12 ετών, αλλά ήμουν ο μεγαλύτερος. Πήρα τον Μάρκο και τον Τζόρτζιε και βγήκαμε στο δρόμο. Δεν υπήρχε καταφύγιο στην πολυκατοικία μας, οπότε τρέξαμε στο κτίριο της θείας μου. Ήταν 3 το πρωί και υπήρχαν παντού καπνοί από τις βόμβες. Σήκωσα το βλέμμα μου και είδα να περνούν δυο F-117. Έριξαν δυο ρουκέτες στο στρατιωτικό νοσοκομείο, που έσκασαν 500 μέτρα από εμάς. Η γη τινάχτηκε, τα πάντα έτρεμαν. Ήταν ένα τραύμα, ακόμα και τώρα με τρομάζουν οι ξαφνικοί θόρυβοι».
Για το ότι έπαιζε τένις την ώρα των βομβαρδισμών: «Είναι αλήθεια. Τα σχολεία έκλεισαν, αλλά τι μπορείς να κάνεις σε μια τέτοια περίπτωση; Συνεχίζεις τη ζωή σου. Σηκωνόμασταν τα ξημερώματα, δεν βομβάρδιζαν ποτέ τα ξημερώματα. Πηγαίναμε σε περιοχές που δεν είχαν προγραμματιστεί επιδρομές, ήταν σαν παιχνίδι για μας. Οι γονείς μου βέβαια είχαν τρομερό άγχος. Φοβόντουσαν πολύ, περίμεναν στην ουρά για ψωμί, είχαμε μια ώρα ρεύμα τη μέρα και η μητέρα μου έπρεπε να μαγειρεύει εκείνη την ώρα. Ο πόλεμος ήταν επιπλέον κίνητρο για μένα. Ο μισός κόσμος ήταν εναντίον μας, η χώρα μας δεν είχε καλή εικόνα και ήθελα να δείξω στον κόσμο πως υπάρχουν και καλοί Σέρβοι».
Για τον πόλεμο στην Ουκρανία: «Ως παιδί του πολέμου, μπορώ να πω πως στον πόλεμο δεν υπάρχουν νικητές. Ο πόλεμος είναι το πιο άσχημο πράγμα στη ζωή, η χειρότερη ιδέα στην ιστορία. Έχω ζήσει δυο πολέμους, έχω δει τα δεινά της οικογένειάς μου, τη φτώχεια της χώρας μου. Ο πόλεμος στην Ουκρανία δυστυχώς είναι αργός και κάθε μέρα και πιο καταστροφικός. Υπάρχουν πόλεις που έχουν καταστραφεί και υπάρχουν και ζημιές που δεν φαίνονται και θα διαρκέσουν πολύ καιρό. Διάβασα ένα άρθρο για το πως οι επιπτώσεις του πολέμου επηρεάζουν την υγεία, ειδικά την πέψη. Εγώ είχα πρόβλημα και δεν το γνώριζα, η καριέρα μου πήρε τα πάνω της όταν ανακάλυψα ότι είχα δυσανεξία στη γλουτένη και τα γαλακτοκομικά – αυτό μπορεί να σχετίζεται με τον πόλεμο. Το χειρότερο όμως είναι φυσικά η απώλεια των αγαπημένων προσώπων. Γι’ αυτό δεν πρόκειται να υποστηρίξω ποτέ κανέναν πόλεμο, καμίας χώρας».
Για τη σχέση του με τους Φέντερερ και Ναδάλ: «Με τον Φέντερερ δεν ήμασταν ποτέ φίλοι, αλλά ούτε κι εχθροί. Πάντα είχα μεγάλο σεβασμό για εκείνον, ήταν ένας από τους καλύτερους όλων των εποχών. Είχε τεράστιο αντίκτυπο στον κόσμο, αλλά ποτέ δεν βρέθηκα κοντά στο περιβάλλον του. Ο Ναδάλ είναι μόνο ένα χρόνο μεγαλύτερος από μένα και στην αρχή είχαμε πάει ακόμα και για φαγητό μαζί, δυο φορές. Αλλά και με εκείνον η φιλία ήταν αδύνατη. Πάντα τον σεβόμουν και τον θαύμαζα πολύ, όπως και τον Φέντερερ και τους ευχαριστώ γιατί χάρη σε εκείνους έγινα αυτός που είμαι. Αυτό θα μας ενώνει πάντα και γι’ αυτό θα νιώθω πάντα ευγνωμοσύνη απέναντί τους. Ο Ναδάλ είναι κομμάτι της ζωής μου, τα τελευταία 15 χρόνια τον βλέπω συχνότερα από τη μητέρα μου. Όταν ανακοίνωσε ότι θα κάνει την τελευταία σεζόν της καριέρας του, ένιωσα ότι ένα μέρος μου έφυγε μαζί του. Εξαιτίας της αντιπαλότητάς μας και επειδή είναι ακόμα ενεργός παίκτης. Νιώθω ότι είναι ένας από τους πιο εντυπωσιακούς ανθρώπους που αντιμετώπισα ποτέ στην καριέρα μου.».