Ο Ιωάννης Παπαπέτρου εξήγησε τους λόγους που αποχώρησε από τον Ολυμπιακό κι υπέγραψε στον Παναθηναϊκό. Ο Έλληνας φόργουορντ τόνισε ότι δεν ήταν ευχαριστημένος από τον ρόλο του στους Πειραιωτές.
Την πρώτη του συνέντευξη ως παίκτης του Παναθηναϊκόυ έδωσε ο Ιωάννης Παπαπέτρου. Ο Έλληνας φόργουορντ μίλησε στην εφημερίδα “Πράσινη” κι ανέλυσε τους λόγους που αποφάσισε να αποχωρήσει από τον Ολυμπιακό και να μετακομίσει στο “τριφύλλι”.
Ο 24χρονος άσος τόνισε ότι οι “πράσινοι” ήταν η καλύτερη επιλογή γι’ αυτόν, ενώ αναφέρθηκε στην κουβέντα που είχε με τον Τσάβι Πασκουάλ αλλά και τον Νίκο Παππά.
Αποσπάσματα της τετρασέλιδης συνέντευξης του Παπαπέτρου, όπου μιλά μεταξύ άλλων για
-την επιλογή του να πάει στον Παναθηναϊκό: «Από μικρός μεγάλωσα σε ένα σπίτι που οι περισσότεροι ήταν Παναθηναϊκοί. Έκανα μια επιλογή στη ζωή μου και τώρα που είμαι ελεύθερος επέλεξα να έρθω στον Παναθηναϊκό, που νομίζω ότι είναι το καλύτερο. Ο πατέρας μου μεγάλωσε Παναθηναϊκός, έπαιξε στον Παναθηναϊκό και μην κρυβόμαστε, είναι Παναθηναϊκός. Δεν μίλησα καθόλου με τον πατέρα μου, ξέρω την καλύτερη επιλογή για μένα, το έκανα συνειδητά και είμαι χαρούμενος. Θέλω να βγάλω τον πατέρα μου ασπροπρόσωπο, αλλά και τον κόσμο του Παναθηναϊκού που με στηρίζει πριν καν παίξω για την ομάδα».
-το ρόλο του Πασκουάλ στην απόφασή του: «Η ομιλία που είχε με τον κόουτς Πασκουάλ ήταν πολύ κομβική. Μίλησα με 2-3 προπονητές από ομάδες που είχα προτάσεις το καλοκαίρι, και με τον Μπλατ (Ολυμπιακό) και με τον Αταμάν (Εφές), νομίζω ότι είναι διαφορετικό να μιλάς με έναν προπονητή και να σου δείχνει ξεκάθαρα ότι σε θέλει, πέρα του ότι και ο Παναθηναϊκός σαν σωματείο μου έδειξε πόσο με θέλει. Ο τρόπος που χειρίστηκε το θέμα ο Παναθηναϊκός ήταν πολύ επαγγελματικός. Με σεβάστηκε απόλυτα σαν αθλητή και ότι θα χρειαστώ χρόνο για να το σκεφτώ. Δεν ήταν μια εύκολη απόφαση και όσο περνούσαν οι μέρες η απόφασή μου γινόταν πιο ξεκάθαρη».
-το «ψηστήρι» από Παππά: «Μίλησα με τον Παππά, τον Βουγιούκα και τον Μήτογλου. Ο Νίκος μού πιπιλούσε λίγο τα αυτιά και το μυαλό (γέλια), ήθελε πολύ να έρθω γιατί έχουμε καλή σχέση και ήθελε να έχει κάποιον Έλληνα για να κάνει πιο πολύ παρέα».
-τους στόχους με τον Παναθηναϊκό: «Πέρα από το πρωτάθλημα και το Κύπελλο που είναι πάρα πολύ σημαντικά για την ομάδα, για τον Παναθηναϊκό το πιο σημαντικό είναι η ευρωπαϊκή πορεία. Έχει να βρεθεί χρόνια σε Final 4 και για μένα αυτό είναι η μεγαλύτερη πρόκληση, να τον φέρουμε εκεί που αξίζει. Θα είμαι πολύ χαρούμενος αν ο Παναθηναϊκός καταφέρει σε ένα, σε δύο, σε τρία χρόνια-δεν ξέρω-στην κορυφή της Ευρώπης».
-τον λόγο που έφυγε από τον Ολυμπιακό: «Κατακτήσαμε δύο πρωταθλήματα, παίξαμε σε δύο τελικούς Ευρωλίγκας και η συνεισφορά μου πιστεύω πως δεν θα διαγραφεί. Ό,τι και να πει ο κόσμος εγώ ξέρω ότι πάλευα κι έδινα το 100%. Θα μπορούσαμε να είχαμε περισσότερες επιτυχίες αλλά και αποτυχίες. Στα πέντε αυτά χρόνια έδωσα τον καλύτερο εαυτό μου και κοιτάω μπροστά. Διοικητικά δεν είχα ποτέ παράπονο. Οι προπονητές κάνουν επιλογές και ο καθένας κρίνεται γι’ αυτές. Φέτος άρχισε η σεζόν χωρίς να έχω πολύ χώρο στην ομάδα και έφτασα να είμαι με τον Παπανικολάου στο ‘3’ μοιρασμένα προς το τέλος της σεζόν. Δημιουργεί μια πικρία ότι δεν μπορούσα να ξεκινήσω μια σεζόν με έναν βασικό ρόλο, αλλά μέσα στη σεζόν πάντα έβρισκα έναν τρόπο να παίξω. Υπήρχαν μερικά πράγματα που δεν μου άρεσαν, δεν με χαροποιούσαν και γι’ αυτό έφυγα».
-το ΟΑΚΑ και την επιστροφή στο ΣΕΦ: «Είναι μοναδικό συναίσθημα να παίζεις με 20.000 κόσμο από πίσω σου. Δεν το έχω ζήσει και περιμένω πώς και πώς. Όσο για την επιστροφή μου στο ΣΕΦ, ξέρω τι να περιμένω. Σίγουρα πολύς κόσμος πληγώθηκε και πήρε την απόφασή μου πιο βαριά αλλά εγώ από εδώ και πέρα θα κοιτάξω το μέλλον μου και να δίνω τα πάντα για τον Παναθηναϊκό, είτε μέσα στο ΣΕΦ, είτε μέσα στο ΟΑΚΑ».
-το αν ένιωσε ποτέ πως κινδυνεύει στο ΟΑΚΑ: «Σωματικά ποτέ δεν αισθάνθηκα ότι κινδυνεύω στο ΟΑΚΑ. Τουλάχιστον σε αυτά τα πέντε χρόνια που είμαι εγώ, έχει αλλάξει πολύ η κατάσταση. Σίγουρα μερικά πράγματα δεν είναι σωστά, σίγουρα σε κάνουν να νιώθεις πως είναι μια κατάσταση που θα σε φοβίσει, αλλά αυτό είναι και το νόημα να κάνεις τον αντίπαλο λίγο να διστάσει, πάντα όμως μέσα στα όρια».