Ο Τόμας Μουργκ αναγκάστηκε να αποχωρήσει από τον ΠΑΟΚ τον περασμένο Ιανουάριο, αλλά δεν έχει κλείσει το κεφάλαιο στο μυαλό του και μάλιστα σκέφτεται να μείνει για πάντα στην Ελλάδα.
Μετά από μία χρονιά ως βασικός και πρωταθλητής με τον ΠΑΟΚ, ο Τόμας Μουργκ βρέθηκε εκτός ομάδας τη φετινή σεζόν και έφυγε για δανεικός στη Σαουδική Αραβία, όπου και αγωνίζεται στην Αλ Καλίτζ του Γιώργου Δώνη. Ο Αυστριακός μέσος έδειξε ότι έχει όμως ακόμη το μυαλό του στη Θεσσαλονίκη και δήλωσε στο «90minuten.at», έτοιμος να επιστρέψει για την προετοιμασία το καλοκαίρι του 2025.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Οι δηλώσεις του Τόμας Μουργκ
Για τον λόγο που έφυγε από τον ΠΑΟΚ: «Η περασμένη σεζόν ήταν πολύ, πολύ καλή για τον ΠΑΟΚ και για μένα προσωπικά. Κατακτήσαμε το πρωτάθλημα, έπαιξα στα περισσότερα παιχνίδια και ήμουν βασικός στην ομάδα. Τον Φεβρουάριο του περασμένου έτους, επέκτεινα το συμβόλαιό μου για άλλα δύο χρόνια. Στη συνέχεια, ξεκίνησε η νέα σεζόν και τίποτα δεν πήγαινε σύμφωνα με το πλάνο για τον ΠΑΟΚ. Χάσαμε από τη Μάλμε στα προκριματικά του Champions League και στη συνέχεια προκριθήκαμε στο Europa League. Μετά ήρθε το σοκ, καθώς δεν συμπεριλήφθηκα στην ευρωπαϊκή λίστα. Ο σύλλογος απέκτησε πολλούς νέους παίκτες το καλοκαίρι και μου είπαν ότι δεν υπήρχε χώρος για μένα. Για να είμαι ειλικρινής, δεν ήταν εύκολο, ειδικά γιατί δεν ήταν καθαρά αγωνιστική απόφαση. Είχαμε ένα αδύναμο φθινόπωρο και στη συνέχεια η ομάδα απέκτησε πέντε ή έξι νέους παίκτες τον Ιανουάριο. Τότε μου είπαν απλά ότι αν ήθελα χρόνο συμμετοχής, έπρεπε να φύγω. Έτσι είναι το ποδόσφαιρο».
Για το πόσο δύσκολο ήταν να το διαχειριστεί: «Δεν ήταν εύκολη κατάσταση για μένα. Το είπα και στον σύλλογο, καθώς έχω και παιδιά. Δεν υπήρχε πολύς χρόνος, καθώς η μεταγραφική περίοδος έμενε ανοιχτή για περίπου δέκα μέρες. Οι πρώτες προτάσεις ήρθαν από την Τουρκία, αλλά τις απέρριψα. Και μετά ήρθε η πρόταση από τη Σαουδική Αραβία. Όπως είπα, δεν υπήρχε πολύς χρόνος. Είχα αντιμετωπίσει παρόμοια κατάσταση στον ΠΑΟΚ πριν δύο χρόνια, όταν δεν προπονούμουν με την ομάδα για ένα διάστημα λόγω διαφωνιών. Παρέμεινα τότε, γιατί πάντα υπάρχει η ευκαιρία να παλέψεις και να αποδείξεις την αξία σου. Ήταν ξεκάθαρο για μένα ότι δεν θα εγκατέλειπα έτσι απλά ό,τι έχτισα. Δεν είμαι 20 χρονών πια».
Για τους λόγους που δεν προχώρησε η μεταγραφή στην Τουρκία και την επιλογή της Σαουδικής Αραβίας: «Για να είμαι ειλικρινής, η Τουρκία απλά δεν με ενδιέφερε. Οι ομάδες που ενδιαφέρθηκαν μάχονταν για την παραμονή τους στην κατηγορία. Πρέπει επίσης να εξετάσεις τη γενική εικόνα – πώς παίζει η ομάδα; Πού βρίσκεται στη βαθμολογία; Πόσα γκολ έχει βάλει; Το συνολικό πακέτο δεν ήταν σωστό. Στη Σαουδική Αραβία υπήρχαν πολλά θετικά στοιχεία για μένα. Πρώτα απ’ όλα, είχα δύο πολύ εντατικές συζητήσεις με τον προπονητή (σ.σ. Γιώργο Δώνη). Ξέρω καλά τη νοοτροπία των Ελλήνων. Ήξερε τι είδους παίκτης είμαι και τι θα περίμενε από μένα. Το να νιώθω ότι με χρειάζονται, με βοήθησε να πάρω την απόφασή μου».
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Για το αν σκέφτηκε την κριτική που δέχεται η Σαουδική Αραβία για τις συνθήκες που επικρατούν: «Για να είμαι ειλικρινής, όχι. Μιλάω με ανθρώπους που εμπιστεύομαι. Δεν με ενδιαφέρει η άποψη των άλλων. Είναι εύκολο να κρίνεις από έξω. Πρέπει να έχεις την πρόταση μπροστά σου για να καταλάβεις πώς είναι. Τα χρήματα παίζουν έναν ρόλο, φυσικά. Δεν έχεις εκατοντάδες χρόνια για να παίζεις ποδόσφαιρο. Ο χρόνος είναι περιορισμένος. Παρ’ όλα αυτά, για μένα ο βασικός λόγος ήταν οι συζητήσεις με τον προπονητή. Στον ΠΑΟΚ έπαιξα με έναν παίκτη που έφυγε από την Αλ Καλίτζ αυτόν τον χειμώνα (σ.σ.: Νάρεϊ). Μίλησα μαζί του για πολύ ώρα και τον ρώτησα πολλά πράγματα. Φυσικά, κάνεις την έρευνά σου, είναι σημαντικό να νιώθεις άνετα. Πιστεύω ότι πρέπει να ζήσεις μια εμπειρία για να σχηματίσεις άποψη».
Για τις εντυπώσεις του από τη Σαουδική Αραβία: «Η Ελλάδα, η Θεσσαλονίκη και ο κόσμος εκεί είναι υπέροχοι. Εδώ είναι εντελώς διαφορετικά, φυσικά. Το Ραμαζάνι ξεκίνησε την 1η Μαρτίου. Τώρα, η μέρα μετατρέπεται σε νύχτα. Ο κόσμος μένει στο σπίτι τη μέρα και βγαίνει τη νύχτα. Συνήθως ξυπνούσα νωρίς, αλλά τώρα σηκώνομαι στις 10 ή 11 το πρωί, επειδή ο κόσμος κοιμάται αργά. Τα εμπορικά κέντρα είναι ανοιχτά, αλλά τα εστιατόρια είναι κλειστά κατά τη διάρκεια της ημέρας ή προσφέρουν μόνο take-away. Προπονούμαστε στις 9:30 το βράδυ, κάτι που είναι εντελώς διαφορετικό. Οι ντόπιοι παίκτες νηστεύουν, οπότε οι ώρες προπόνησης προσαρμόζονται ανάλογα. Οι αγώνες γίνονται στις 10 το βράδυ. Φτάνω σπίτι τα μεσάνυχτα ή τη 1:00 π.μ., τρώω κάτι και μετά, φυσικά, δεν μπορώ να κοιμηθώ αμέσως. Αυτό σημαίνει ότι πέφτω για ύπνο στις 3 ή 4 το πρωί. Αλλά, όπως είπα, βρίσκεσαι στη χώρα και πρέπει να τη σεβαστείς.
Για το πώς περνά τον χρόνο εκτός γηπέδου: «Γνωρίζω δύο συμπαίκτες μου πολύ καλά από τον καιρό μου στην Ελλάδα, τον Κώστα Φορτούνη και τον Δημήτρη Κουρμπέλη. Δέσαμε γρήγορα. Πηγαίνουμε μαζί για brunch, βλέπουμε ποδόσφαιρο τα βράδια ή πάμε μαζί στην προπόνηση».
Για το πόσο μεγάλη ανυπομονησία έχει να αντιμετωπίσει τον Ρονάλντο: «Τεράστια, φυσικά. Το γήπεδο είναι γεμάτο όταν παίζουμε εντός έδρας με μεγάλες ομάδες. Πόσο συχνά έχεις την ευκαιρία να παίξεις εναντίον του Κριστιάνο Ρονάλντο; Είναι ένας από τους καλύτερους ποδοσφαιριστές όλων των εποχών και εξακολουθεί να σκοράρει συνεχώς γκολ εδώ. Αλλά δεν είμαι το είδος του παίκτη που εκπλήσσεται ή φοβάται. Για μένα κάθε παιχνίδι έχει να κάνει με τη νίκη. Ήμουν στη Ραπίντ και στον ΠΑΟΚ, όπου έπρεπε να κερδίζεις σχεδόν κάθε παιχνίδι. Εδώ είναι λίγο διαφορετικά, αλλά αυτό δεν αλλάζει τη νοοτροπία μου.
Για το αν κάνει μακροπρόθεσμα σχέδια: «Δεν μπορώ, ειλικρινά. Είμαι δανεικός μέχρι το τέλος Μαΐου και θα παίζω εδώ για τόσο καιρό. Φυσικά, περισσότερα θα γίνουν ξεκάθαρα τον Απρίλιο ή τον Μάιο και θα έχω συνομιλίες με τον σύλλογο και το προπονητικό επιτελείο. Πρέπει να τα εξετάσω τώρα. Είναι σίγουρα αλήθεια ότι μπορώ να έχω λόγο για το αν θέλω να μείνω ή όχι. Η πρώτη μου εντύπωση είναι καλή. Νιώθω άνετα. Αλλά αυτό που πραγματικά θα συμβεί το καλοκαίρι είναι ακόμα στον αέρα».
Για το αν το κεφάλαιο ΠΑΟΚ έχει κλείσει οριστικά: «Όχι. Έχω συμβόλαιο μέχρι το 2026. Αν μείνω στα γεγονότα, το καλοκαίρι θα επιστρέψω στην προετοιμασία. Στο ποδόσφαιρο, όμως, τίποτα δεν είναι σίγουρο και τίποτα δεν μπορεί να αποκλειστεί».
Για το αν σκέφτεται να επιστρέψει στην Αυστρία: «Δεν σκέφτομαι αυτήν τη στιγμή να επιστρέψω στην Αυστρία. Πέρασα οκτώ ή εννέα χρόνια στην Αυστριακή Μπουντεσλίγκα. Είμαι κάποιος που του αρέσει να δοκιμάζει νέα πράγματα. Αυτός ήταν και ο λόγος που ήθελα να φύγω από τη Ραπίντ Βιέννης. Αλλά χρειάζομαι ακόμα μια κάποια σταθερότητα. Δεν θέλω να αλλάζω συνέχεια σύλλογο. Όταν ο ΠΑΟΚ άρχισε να έχει προβλήματα πριν από δύο χρόνια, ήμουν σε επαφή με τον Ντίντι Κουχμπάουερ (σ.σ.: προπονητής της ΛΑΣΚ). Ήταν η μόνη φορά που είχα επαφή με αυστριακό σύλλογο.
Για το αν θα μείνει στην Ελλάδα ή θα επιστρέψει στην Αυστρία μετά το τέλος της καριέρας του: «Θα έλεγα ότι η εστίαση έχει μετατοπιστεί προς την Ελλάδα. Όταν έχω ρεπό τώρα, επιστρέφω εκεί. Σίγουρα δεν έχω αποκλείσει την επιστροφή στην Αυστρία. Όσο παίζω ποδόσφαιρο, έτσι κι αλλιώς ο προγραμματισμός είναι δύσκολος. Αλλά το να μετακινείς συνεχώς τα παιδιά δεν είναι καλό σχέδιο. Αισθανθήκαμε πολύ άνετα στην Ελλάδα και όλα πήγαιναν τέλεια για τα παιδιά, συμπεριλαμβανομένου του σχολείου και όλων των άλλων. Γι’ αυτό μπορώ να φανταστώ ότι θα μείνουμε στην Ελλάδα ακόμα και μετά το τέλος της καριέρας μου».
Για τους στόχους που έχει στα 30 του: «Πάντα θέλεις να παίζεις για έναν σύλλογο που έχει πιθανότητες να κερδίσει τίτλους. Αυτό θέλεις ως ποδοσφαιριστής. Αυτή είναι η πρώτη φορά για μένα που βρίσκομαι σε έναν σύλλογο που δεν στοχεύει πρωτίστως να κατακτήσει τίτλους. Είχα κάποιες ενοχλήσεις πρόσφατα και θέλω απλώς να παραμείνω υγιής. Θέλω να είμαι σε φόρμα και να νιώθω καλά σωματικά. Θέλω να παίζω ποδόσφαιρο και πάνω από όλα να διασκεδάζω. Θέλω να νιώθω άνετα και να συνεργάζομαι με μια προπονητική ομάδα που με εκτιμά και όπου υπάρχει εμπιστοσύνη. Αυτά είναι τα πιο σημαντικά για μένα».