Το Honda HR-V ξανασυστήνεται και μας δείχνει το νέο υβριδικό χαρακτήρα του, τη μοντέρνα σχεδίασή του και τις διαθέσεις του να πρωταγωνιστήσει στην απαιτητική κατηγορία των C-SUV.
Το νέο Honda HR-V στην 3η πλέον γενιά του, δεν θυμίζει πολλά από τους προκατόχους του. Κοιτώντας πίσω στο 1998, όταν πρωτοπαρουσιάστηκε η 1η γενιά βλέπαμε ένα σκληροτράχηλο τετράγωνο SUV, το οποίο στην τετρακίνητη έκδοσή του ουκ ολίγες φορές μας… ξελάσπωσε κυριολεκτικά και μεταφορικά, όταν ψάχναμε τις Ειδικές Διαδρομές στο Ράλλυ Ακρόπολις.
Δεκαπέντε χρόνια μετά, το 2013, ήρθε η 2η γενιά, πιο σπορ και «εξευγενισμένη», με εντελώς διαφορετικό σχήμα, πιο στρογγυλεμένες γραμμές, όπως το επίτασσε η εποχή και με «σχεδόν» coupe τελείωμα. Σήμερα, με την 3η γενιά, βλέπουμε το Honda HR-V με άκρως διαφορετικό look και πάλι, αλλά και αποκλειστικά σε υβριδική έκδοση, σύμφωνα με την τάση που προστάζει στροφή στην οικολογία.
Επιβλητικό, εντυπωσιακό με καθαρές γραμμές και εξαγωνική μάσκα, καθώς και τη βάση του παρμπρίζ τραβηγμένη πίσω για να φαίνεται πιο μακρύ το καπό και πιο δυναμικό συνολικά.
Το νέο HR-V βασίζεται στην καινούργια πλατφόρμα Global Small Platform και ανάμεσα στα υπόλοιπα βελτιωμένα χαρακτηριστικά προσφέρει και μεγαλύτερους χώρους, κάτι που είναι εμφανές ακόμα και με το μάτι σε σχέση με τον προκάτοχό του.
Μπαίνοντας στο εσωτερικό, αντικρίζουμε έναν αριστοκρατικό διάκοσμο, μίνιμαλ, σύγχρονο και ιδιαίτερα ποιοτικό. Στο να βλέπουμε καλά βοηθάει και η ψηλή θέση οδήγησης του αυτοκινήτου, κάτι που σε κάνει να νιώθεις ότι βρίσκεσαι σε κανονικό SUV και όχι σε υπερυψωμένο hatchback, καθώς και οι μεγάλοι πλαϊνοί καθρέφτες, οι οποίοι μάλιστα διαθέτουν και το σημαντικότατο σύστημα πληροφόρησης τυφλού σημείου (Blind Spot Information System), γεγονός που ελαχιστοποιεί τον κίνδυνο κατά την πραγματοποίηση ελιγμού αλλαγής λωρίδας.
Επιπλέον, μπορείς εύκολα να προσαρμόσεις τη θέση οδήγησης ό,τι σωματότυπο και να έχεις, χάρη στις πολλές ρυθμίσεις, αλλά και επειδή τιμόνι και πεντάλ είναι στα σωστά σημεία. Τα υλικά είναι ποιοτικά και η αίσθηση που επικρατεί στην καμπίνα είναι ευχάριστη.
Στο κέντρο του ιδιαίτερου σχεδιαστικά επίπεδου ταμπλό, που δεν κρύβουμε ότι μας αρέσει πολύ, βρίσκεται η κεντρική οθόνη αφής 9 ιντσών, η οποία είναι εύχρηστη και συνεχίζει στη μίνιμαλ λογική.
Το σύστημα πολυμέσων Honda Connect υποστηρίζει Android Auto και ασύρματο Apple CarPlay, το οποίο πανεύκολα συνδέεται με το smartphone για πρόσβαση σε εφαρμογές, emails, μουσική, κ.ά. Στην ατμόσφαιρα της καμπίνας συνδράμει και το σύστημα Air Diffusion με τους ειδικά σχεδιασμένους αεραγωγούς, κατά το οποίο ο αέρας διαχέεται διακριτικά και αρμονικά στην καμπίνα και αποφεύγεται έτσι να έρχεται κατευθείαν πάνω στους επιβάτες σαν ανεμοστρόβιλος.
Το εσωτερικό είναι πρακτικό με πολλές -κρυφές και φανερές- θήκες, αλλά και εργονομικό με φυσικούς διακόπτες και κουμπιά που βοηθούν να μην αποσπάται η προσοχή του οδηγού.
Η ευρυχωρία είναι επίσης ένα πλεονέκτημα, ακόμα και για τους πίσω, ενώ το coupe πίσω μέρος δεν κάνει τους επιβάτες να ασφυκτιούν. Ο αποθηκευτικός χώρος περιορίστηκε σε σχέση με τον προκάτοχό του, αφού από τα 470lt χωρητικότητας μειώθηκε στα 335lt, λόγω της παρουσίας της μπαταρίας του υβριδικού συστήματος που περιορίζει τον ωφέλιμο χώρο του πορτ-μπαγκάζ και δεν το καθιστά και από τους πιο μεγάλους της κατηγορίας.
Παρόλ’ αυτά, το σύστημα ανάκλισης Magic Seats στα πίσω καθίσματα κάνει τα… μαγικά του και ο ωφέλιμος χώρος μπορεί να φτάσει έως τα 1.305lt. Η έξυπνη λεπτομέρεια είναι ότι κάτω από τα καθίσματα υπάρχει κενό και μπορεί να αποθηκευτούν κάποια πράγματα από κάτω ή να αναδιπλωθεί μόνο η βάση τους.
Σε επίπεδο τεχνολογίας κίνησης, αξίζει να σημειώσουμε ότι το HR-V e:HEV είναι ένα κανονικό υβριδικό. Ούτε mild hybrid (σύστημα “ήπιας” υβριδικής τεχνολογίας που μπορεί κάποιος μην καταλάβει και ποτέ ότι υπάρχει), ούτε plug in hybrid που μπαίνει στην πρίζα και περιπλέκει τα πράγματα.
Το HR-V διαθέτει το υβριδικό σύστημα e:HEV, το οποίο χρησιμοποιεί τεχνογνωσία από την πολυετή εμπειρία της ιαπωνικής μάρκας στον τομέα της υβριδικής τεχνολογίας, καθώς και από την ενασχόλησή της με τη Formula 1. Με λίγα λόγια, το e:HEV αποτελείται από τον ατμοσφαιρικό κινητήρα 1.5 i-VTEC που λειτουργεί σε κύκλο «Atkinson» και δύο ηλεκτροκινητήρες.
Το εν λόγω θερμικό σύνολο αποδίδει 107PS στις 6.000-6.400rpm με μέγιστη ροπή τα 131Nm στις 4.500-5.000rpm και είναι συνδεδεμένο με έναν ηλεκτροκινητήρα που έχει το ρόλο της γεννήτριας για να φορτίζει τις μπαταρίες ιόντων λιθίου ενεργειακής χωρητικότητας 1kWh. Ο έτερος ηλεκτροκινητήρας, που είναι αυτός που δίνει κίνηση στους τροχούς, αποδίδει 131PS και 253Nm ροπής, ενώ η κίνηση μεταδίδεται μέσω του νέου eCVT κιβωτίου διαρκώς μεταβαλλόμενης σχέσης μετάδοσης.
Πρακτικά, το σύστημα έχει τρία διαφορετικά προγράμματα κίνησης (EV Drive, Hybrid Drive και Engine Drive) και ο εγκέφαλος αυτόματα κανονίζει πότε θα λειτουργήσει το εκάστοτε πρόγραμμα. Στο Electric Drive κινείσαι αποκλειστικά ηλεκτρικά, αθόρυβα και οικονομικά και αυτό συμβαίνει κυρίως στην εκκίνηση, την όπισθεν και τη χαμηλή ταχύτητα, με την μπαταρία να στέλνει ρεύμα στον ηλεκτροκινητήρα για να κινηθεί το αυτοκίνητο.
Όταν κινηθείς πιο γρήγορα ή στην περίπτωση που χαμηλώσει το επίπεδο φόρτισης της μπαταρίας, τότε γίνεται χρήση του Hybrid Drive, όπου ο βενζινοκινητήρας ξεκινά να λειτουργεί σε σταθερές στροφές, παρέχει ενέργεια στην ηλεκτρογεννήτρια, η οποία τροφοδοτεί τον ηλεκτροκινητήρα και αυτός κινεί τους τροχούς. Επομένως, στην περίπτωση αυτή ο βενζινοκινητήρας αναπληρώνει προσωρινά την χαμηλή στάθμη φόρτισης της μπαταρίας.
Κατά το Engine Drive, το αυτοκίνητο κινείται με τον παραδοσιακό τρόπο με τον βενζινοκινητήρα και μέσω του e-CVT. Ωστόσο, οι ηλεκτροκινητήρες βοηθούν όταν απαιτείται περισσότερη δύναμη, ενώ σε χαλαρό ρυθμό οδήγησης η ηλεκτρογεννήτρια φορτίζει τη μπαταρία. Στην ανάκτηση ενέργειας βοηθάει και όταν έχουμε το λεβιέ του κιβωτίου αντί του D στην επιλογή Β (όπως και στα ηλεκτρικά), όπου γίνεται επιβράδυνση αφήνοντας το δεξί πεντάλ.
Σημειώστε ότι τα paddles πίσω από το τιμόνι, στην περίπτωση φυσικά του CVT δεν ανεβάζουν και κατεβάζουν σχέσεις, αλλά έχουν να κάνουν με το επίπεδο ανάκτησης ενέργειας και πόσο έντονη ή μη την επιθυμεί ο οδηγός.
Για να έχουν νόημα όμως όλα τα παραπάνω, αυτό που μας ενδιαφέρει εμάς είναι το αντίκρισμα που έχουν στο… ταλαιπωρημένο πορτοφόλι μας. Τα καλά νέα είναι ότι όντως έχουν και μάλιστα σοβαρό, αφού κρατούν χαμηλά το επίπεδο της κατανάλωσης, άρα κάνουμε λιγότερες επισκέψεις στα βενζινάδικα.
Τα κακά είναι ότι όσο και να προσπαθήσει το φιλότιμο υβριδικό HR-V, τίποτα δε σώζει το ταλαίπωρο πορτοφόλι μας από την αδυσώπητη ακρίβεια της εποχής. Κατά τη διάρκεια της δοκιμής, στον έγχρωμο ψηφιακό πίνακα οργάνων των 7 ιντσών, είδαμε μέση κατανάλωση με νορμάλ οδήγηση από 5,5lt/100km (5,4lt/100km σύμφωνα με τον κατασκευαστή) μέχρι 7,1lt/100km, όταν το ζορίσαμε στο Sport mode. Στο ECON mode, είδαμε 4.0lt/100km και ακόμα παρακάτω σε μετακινήσεις μέσα στην πόλη.
Το ενδιαφέρον είναι ότι στην καθημερινή οδήγηση δεν καταλαβαίνεις τις αλλαγές στα προγράμματα κίνησης, ενώ είναι ένα ευέλικτο και σβέλτο crosseover παρά τα 1.380 κιλά του. Από στάση αγγίζει τα 100km/h σε 10,6sec, ενώ η τελική ταχύτητα είναι 170km/h. Τα νούμερα μπορεί να μη βάζουν… φωτιά στο δρόμο, αλλά στην πράξη δε θα σου λείψει καθόλου η δύναμη, αφού παρέχεται άμεσα και απλόχερα από τον ηλεκτροκινητήρα.
Όταν τα ηνία έχει ο κινητήρας εσωτερικής καύσης, το CVT βοηθάει να βγάζει τη δύναμή του με τον καλύτερο τρόπο στο δρόμο και αν εξαιρέσεις το χαρακτηριστικό και για πολλούς ενοχλητικό θόρυβο του κιβωτίου CVT στο έντονο πάτημα του γκαζιού ή στην υψηλή ταχύτητα, του ταιριάζει γάντι. Μέσα στην πόλη, αν δε χρειαστεί να προσπεράσεις κάπου, το αυτοκίνητο είναι ήσυχο και πολιτισμένο και η ποιότητα κύλισης πολύ καλή. Σε αυτό, βοηθάει και η ανάρτηση με την πολύ καλή ρύθμιση και την εξαιρετική απορρόφηση των κραδασμών.
Πίσω ο ανασχεδιασμένος ημιάκαμπτος άξονας με τα νέα σινεμπλόκ «ξεγελούν» άνετα για πολλαπλών συνδέσμων, όσο άνετα κάνουν και τις μετακινήσεις μας. Εκτός από την άνεση (σε περίπτωση που δεν το κατάλαβε κανείς…), όμως, την οποία απολαμβάνουμε στην αστική ζούγκλα, αλλά και στον αυτοκινητόδρομο, η δυναμική της ανάρτησης φαίνεται και στην πιο απαιτητική οδήγηση σε στροφές. Ελέγχει το αμάξωμα σωστά, ενώ το επίπεδο πρόσφυσης είναι υψηλό.
Σε αυτό βοηθούν και τα 225/50 ελαστικά με τις 18άρες ζάντες. Το HR-V είναι ασφαλές και προβλέψιμο στις αντιδράσεις. Το τιμόνι είναι ακριβές, άμεσο και με καλή αίσθηση και δεν αποζητάς σε καμία περίπτωση κάτι διαφορετικό. Δε θα το θέλαμε ούτε πιο βαρύ ούτε πιο ελαφρύ, ενώ βοηθάει να κινείσαι πιο ευέλικτα μέσα στα στενά. Το HR-V, αν και προσθιοκίνητο, δε θα πει όχι σε κάποια πρόκληση εκτός ασφάλτου, αφού τα 188mm απόστασης από το έδαφος και το Hill Descent Control του το επιτρέπουν, αρκεί να μην το παρακάνεις.
Το HR-V e:HEV είναι ένα αξιόπιστο, ευκολοδήγητο, ευχάριστο και ξεκούραστο όχημα να συμβιώνεις χωρίς παράπονα μαζί του στις δύσκολες ώρες μέσα στην κίνηση των πόλεων, αλλά και στις ευχάριστες των ταξιδιών. Στο μεγαλύτερο μέρος της δοκιμής, είχαμε επιλέξει το Normal mode, γιατί σε αυτό βρήκαμε τη χρυσή τομή σε επιδόσεις, κατανάλωση και συνολικά στην ποιότητα μετακίνησης.
Φυσικά, δεν ξεχνούσαμε το ECON όταν κινούμασταν με χαμηλή ταχύτητα, αφού σε αυτή την περίπτωση δεν επηρέαζε κάπου η μειωμένη απόδοση του κινητήρα. Στο Sport βελτιώνεται η απόκριση στο γκάζι και η υποβοήθηση στο σύστημα διεύθυνσης, οι επιταχύνσεις γίνονται πιο ευχάριστες, αλλά το επίπεδο του θορύβου λόγω του CVT αυξάνεται και δεν υπάρχει λόγος.
Η τιμή του HR-V e:HEV ξεκινάει από 33.800 ευρώ στην έκδοση Elegance, από 36.800 στη μεσαία έκδοση Advance και από 39.900 ευρώ στην έκδοση δοκιμής Advance style. Πρόκειται για ένα ολοκληρωμένο αυτοκίνητο και το επίπεδο εξοπλισμού είναι πλούσιο από τη βασική έκδοση κιόλας, διαθέτει ένα προηγμένο τεχνολογικά υβριδικό σύστημα που εξασφαλίζει εντυπωσιακά χαμηλές καταναλώσεις για τέτοιου είδους όχημα, ενώ προσφέρει πληθώρα συστημάτων ασφαλείας και υποβοήθησης του οδηγού.