Η Fiat Chrysler Automobiles (FCA) επανέλαβε την έκκλησή της για περαιτέρω συγχωνεύσεις στην παγκόσμια αυτοκινητοβιομηχανία.
Ο όμιλος δημοσιοποίησε μια ανεξάρτητη έρευνα, η οποία υποστηρίζει την ευρεία χρήση κοινών βασικών εξαρτημάτων, συμπεριλαμβανομένων των κινητήρων και συστημάτων μετάδοσης, από τους κατασκευαστές αυτοκινήτων.
Η παρουσίαση αυτή των 25 σελίδων προβάλλει το επιχείρημα της μαζικής συγχώνευσης των τμημάτων έρευνας και εξέλιξης, ακόμη και τη συγχώνευση εργοστασίων από διαφορετικές μάρκες. Η έρευνα λέει ότι το ερώτημα είναι «αν θα επιλέξουμε τη μετριότητα ή θα αλλάξουμε εκ θεμελίων τη δομή της βιομηχανίας».
Ο ανώνυμος συγγραφέας της έρευνας λέει ότι οι δαπάνες για έρευνα και εξέλιξη (R&D) από τις αυτοκινητοβιομηχανίες αυξάνονται συνεχώς από το 2008, όπου ήταν στο χαμηλότερο σημείο τους λόγω της χρηματοοικονομικής κρίσης.
Σύμφωνα με την έρευνα, οι μεγαλύτεροι κατασκευαστές αυτοκινήτων δαπάνησαν συνολικά 77 δισεκατομμύρια ευρώ σε παγκόσμια κλίμακα το 2008, ενώ το 2014 το ποσό είχε αυξηθεί στα 122 δισεκατομμύρια ευρώ.
Η έρευνα εκτιμά ότι οι δαπάνες θα συνεχίσουν να αυξάνονται, καθώς οι κατασκευαστές πιέζονται να επενδύσουν σε όλο και πιο αποδοτικά κινητήρια συστήματα, υψηλότερα επίπεδα ενεργητικής ασφάλειας και τεχνολογία αυτόνομης οδήγησης.
Επιπλέον, αν συγκριθεί με άλλες βιομηχανίες που έχουν μεγάλους προϋπολογισμούς για την εξέλιξη προϊόντων, η αυτοκινητοβιομηχανία πρέπει να επενδύει σε προϊόντα που έχουν πολύ πιο σύντομο κύκλο ζωής και (συνήθως) πιο χαμηλό περιθώριο κέρδους, πράγμα που αυξάνει περαιτέρω το κόστος.
Η έκθεση της FCA αναλύει το κόστος εξέλιξης. Εκτιμά ότι το R&D και ο εξοπλισμός παραγωγής ενός αυτοκινήτου απορροφά το 75% του προϋπολογισμού. Το R&D για το κινητήριο σύστημα και τον εξοπλισμό παραγωγής του αντιστοιχεί σε ένα επιπλέον 20%.
Το επίμαχο επιχείρημα είναι ότι έως και το 45-50% των χρημάτων επενδύεται στην εξέλιξη τεχνολογιών και εξαρτημάτων που «δεν είναι διακριτά από τον πελάτη».
Επιπλέον, παρατηρείται τώρα σχεδόν πλήρης επικάλυψη στους κινητήρες και τα συστήματα μετάδοσης των «μαζικών» κατασκευαστών, μια κατάσταση που επιτείνεται από το γεγονός ότι οι διάφοροι κατασκευαστές έχουν να αντιμετωπίσουν τις ίδιες προδιαγραφές CO2 και άλλων ρύπων.
Η έκθεση εκτιμά ότι, μεσοπρόθεσμα, οι κατασκευαστές αυτοκινήτων θα πρέπει να εγκαταλείψουν την παραδοσιακή προσέγγιση και να επιδιώξουν μεγάλης κλίμακας συγχωνεύσεις σε R&D και παραγωγή, μοιραζόμενοι πλατφόρμες, συστήματα μετάδοσης, ακόμη και εργοστάσια.
Η προσέγγιση αυτή είναι παρόμοια με εκείνη της παραγωγής κινητών τηλεφώνων (εκτός της Apple), όπου οι επεξεργαστές και το λογισμικό είναι κοινά σε πολλές διαφορετικές μάρκες, αλλά τα προϊόντα κατασκευάζονται σε εργοστάσια τρίτων.
Οι φίρμες αυτοκινήτων θα παραμείνουν ξεχωριστές οντότητες και θα επικεντρωθούν στη διαφοροποίηση μέσω της σχεδίασης και των λογοτύπων.
Το μειονέκτημα μιας τέτοιας γενικής συγχώνευσης είναι ότι θα χρειαστεί πιθανώς μια δεκαετία για να ευθυγραμμιστεί η εξέλιξη προϊόντων πάνω σε μία οικογένεια πλατφορμών και κινητήρων. Σήμερα, οι κατασκευαστές έχουν κατά μέσο όρο 18 διαφορετικές πλατφόρμες ο καθένας –20% λιγότερες απ’ ό,τι το 2004– και περίπου 3,3 διαφορετικά «καπάκια» (αμαξώματα) ανά πλατφόρμα, 30% περισσότερα απ’ ό,τι το 2004.
Η μείωση του αριθμού των ξεχωριστών πλατφορμών είναι σημαντικό θέμα για όλη την αυτοκινητοβιομηχανία, με τη Volkswagen να έχει επενδύσει τεράστια ποσά στην προσθιοκίνητη «αρχιτεκτονική» MQB και την Toyota να έχει ανακοινώσει πρόσφατα το δικό της αντίστοιχο πρόγραμμα TNGA (Toyota New Global Architecture).
Η έκθεση της FCA επικαλείται τον Raj Nair, αντιπρόεδρο της Ford υπεύθυνο για την ανάπτυξη προϊόντος, που λέει ότι η φίρμα έχει σήμερα 12 παγκόσμιες πλατφόρμες, θα τις μειώσει σε 9 μέχρι το 2016 και έχει θέσει τις 8ως «μακροπρόθεσμο στόχο».
Οι αναλυτές της αυτοκινητοβιομηχανίες εκφράζουν μεγάλες αμφιβολίες ότι τέτοιες ευρείας κλίμακας συγχωνεύσεις θα μπορούσαν να γίνουν πραγματικότητα. Όμως η χρηματοοικονομική πίεση στους κατασκευαστές παραμένει μεγάλη. Η έκθεση περιγράφεται ως «μια νηφάλια ματιά στην αυτοκινητοβιομηχανία από έξω, χρησιμοποιώντας γνώσεις από μέσα».
Η FCA αρνήθηκε ότι η έκθεση αποτελεί ένδειξη πως η εταιρεία είναι «για πούλημα» ή πως μια μεγάλης κλίμακας συγχώνευση είναι γι’ αυτήν «ζήτημα ζωής και θανάτου».