Από τις αρχές του χρόνου, αλλά και από πιο πριν, ειδικά μετά την εκλογή Τραμπ, παρατηρείται ένα «φαινόμενο» που ποτέ δεν προδικάζει καλά πράγματα… Ιδιαίτερα σε εποχές που οι αιτίες ανησυχίας πολλαπλασιάζονται σχεδόν καθημερινά.
Ποιο είναι το «φαινόμενο»; Είναι ότι ενώ οι Κεντρικές Τράπεζες βρίσκονται σε μία φάση μείωσης των επιτοκίων δανεισμού των κρατών στα οποία οι ίδιες ορίζουν την νομισματική πολιτική, οι αγορές (δευτερογενής αγορά ομολόγων) κάνουν το αντίθετο, αυξάνουν τις αποδόσεις των ομολόγων.
Με απλά λόγια οι Κεντρικές Τράπεζες με βάση τις εκτιμήσεις – αυτό λένε – για την αποκλιμάκωση του πληθωρισμού μειώνουν σταδιακά το επίσημο κόστος χρηματοδότησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος με εγγυήσεις κρατικά ομόλογα. Με άλλα λόγια μειώνουν το κόστος δανεισμού στην οικονομία.
Την ίδια στιγμή όμως που οι Κεντρικές Τράπεζες εκτιμούν ότι οι συνθήκες είναι κατάλληλες γι’ αυτό, οι χρηματαγορές αυξάνουν τις αποδόσεις των ομολόγων που διαπραγματεύονται στην δευτερογενή αγορά μειώνοντας τις τιμές τους, πηγαίνοντας μετωπικά κόντρα στην γραμμή των Κεντρικών Τραπεζών. Που πάει να πει, ότι εκτιμούν την ονομαστική αξία των ομολόγων που διαπραγματεύονται, μικρότερη και ζητούν μεγαλύτερες αποδόσεις (από τους εκδότες) για να τα αγοράσουν. Κάπως έτσι έχουμε βρεθεί σε μία κατάσταση όπου, οι ΗΠΑ εκδίδουν δεκαετή ομόλογα για να αναχρηματοδοτήσουν το ανεξέλεγκτο πλέον χρέος τους – λόγω των υψηλών ελλειμμάτων – και οι αγορές απαιτούν «τόκους» που ξεπερνούν αγγίζουν το 4,7% περίπου. Με την Μεγάλη Βρετανία να είναι σε ακόμα χειρότερη πίεση.
Οι αγορές με λίγα λόγια ζητάνε να πληρωθούν με περισσότερους τόκους για το ρίσκο που αναλαμβάνουν αγοράζοντας τα ομόλογα αυτά.
Σε μικρότερη κλίμακα αλλά σε ανοδική τάση βρίσκονται επίσης και οι αποδόσεις στα ευρωπαϊκά ομόλογα, με τις οικονομίες τις Γαλλίας και της Ιταλίας να πληρώνουν πολύ ακριβά πλέον για κάθε ευρώ που δανείζεται το κράτος ή οι ιδιωτικές επιχειρήσεις. Σε σημείο που δημοσιονομικά είτε πρέπει να αυξήσουν τους φόρους, είτε να μειώσουν τις δαπάνες, είτε και τα δύο μαζί. Το ίδιο όμως ισχύει και για τις ΗΠΑ…
Η πρώτη και μεγαλύτερη συνέπεια αυτής της «κόντρας» είναι σύμφωνα με το Bloomberg και τους FT να απειλείται πλέον η δυνατότητα της κυβέρνησης της Μ. Βρετανίας, να καθορίσει η ίδια την οικονομική της πολιτική. Φτάνουν μάλιστα στο σημείο να μιλούν ακόμα και για το ενδεχόμενο επανάληψης μιας «στιγμής Τρας», ήτοι κατάρρευσης της κυβέρνησης, αν η πίεση αυτή συνεχισθεί χωρίς αποτελεσματική απάντηση.
Τα ίδια ερωτηματικά όμως μπαίνουν – σε μεγαλύτερη κλίμακα – και για την κυβέρνηση Τραμπ, η οποία σύμφωνα και με τις νέες δηλώσεις του αρμόδιου για τις περικοπές δαπανών Ελον Μασκ φαίνεται πλέον δύσκολο να πετύχει τον στόχο της περικοπής των 2 τρισ. δολάρια στο έλλειμμα…
Πάμε για μία πρωτοφανούς κλίμακας κρίση στην αγορά χρέους με σημεία αναφοράς την Νέα Υόρκη και το Λονδίνο, δηλαδή στις δύο μεγαλύτερες χρηματαγορές του πλανήτη; Δύσκολο να το πει κανείς αυτό, έτσι επιπόλαια, χωρίς να γνωρίζουμε τι τεκταίνεται ήδη, πίσω από τις κλειστές πόρτες της Fedκαι της BoE.
Αυτό όμως που μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα και χωρίς επιπόλαιες προβλέψεις, είναι ότι αν αυτή η κόντρα μεταξύ της γραμμής των Κεντρικών Τραπεζών και των αγορών συνεχισθεί, οι «τριγμοί» μέχρι – αν και εφ’ όσον – να βρεθεί τρόπος διαχείρισης, μπορούν να προκαλέσουν ισχυρούς χρηματοπιστωτικούς «σεισμούς», πολύ ισχυρότερους εκείνων του Σεπτεμβρίου του 2008.
Και ο λογαριασμός για το κόστος αυτής της διαχείρισης και τις «ζημιές», θα πληρωθεί αναμφίβολα πρώτα σε Ευρώ και μετά σε δολάρια. Όπως και το 2008 – 2011.
Σίγουρα το 2025 μας περιμένουν πολλές εκπλήξεις και η «διαδρομή» μέσα σ’ αυτό δεν έχει προς το παρόν σταθερά σημεία προσανατολισμού.
Γι’ αυτό άλλωστε, έχει εμφανισθεί ένα άλλο «παράδοξο» φαινόμενο. Παρά την ανοδική τάση στην συναλλαγματική ισοτιμία του δολαρίου, παρά τα υψηλά επιτόκια και τις αποδόσεις των αμερικανικών ομολόγων, ο χρυσός ξαναπέρασε το κατώφλι των 2700 δολαρίων και ετοιμάζεται να ταξιδέψει ακόμα ψηλότερα…