Ένα ερώτημα που η ΕΚΤ είχε αποφύγει να αντιμετωπίσει -δεν είχε χρειαστεί άλλωστε- εδώ και καιρό, ήταν η «τιμή» του ευρώ. Φαίνεται όμως πως το ερώτημα αυτό όχι απλώς επιστρέφει, αλλά επιστρέφει… άτσαλα.

Ήδη η συναλλαγματική ισοτιμία έχει πέσει στο 1,062 δολάρια και συνεχίζει να βυθίζεται. Η τάση που διαμορφώνεται πριν η νέα οικονομική πολιτική Τραμπ ενεργοποιηθεί από τις αρχές του νέου έτους, δείχνει ότι μπορεί να πάει ακόμα πιο χαμηλά. Πολύ χαμηλά.

Ορισμένοι αναλυτές -με επιφυλάξεις είναι αλήθεια λόγω του απρόβλεπτου της συμπεριφοράς Τράμπ- έχουν αρχίσει να δείχνουν ισοτιμίες ευρώ δολαρίου ακόμα και κάτω από το ένα προς ένα.

Θα μπορούσε να πει κανείς «μα αυτό είναι καλό, πολύ καλό» για μία οικονομική περιοχή, όπως η Ευρωζώνη που βασίζεται στο εμπορικό της πλεόνασμα, δηλαδή στις εξαγωγές της. Ναι αυτό είναι αλήθεια αρκεί αυτό να μη ανατρέπει με εξαιρετικά επικίνδυνο τρόπο το κόστος στις εισαγωγές πρώτων υλών και ενέργειας, που τιμολογούνται κατά βάση σε δολάρια.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Γερμανία η βασική εξαγωγική δύναμη της ευρωζώνης, η οποία «πληρώνει» σήμερα, λίγο πριν τον χειμώνα τιμές ηλεκτρικού ρεύματος (λόγω εισαγωγής ακριβού φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας) που αγγίζουν ή ξεπερνούν τα υψηλότερα επίπεδα ever και είναι πενταπλάσιες εκείνων πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία. Με συνέπειες ασφυκτικές τόσο για την βιομηχανική παραγωγή όσο και για την κατανάλωση.

Αυτό ισοδυναμεί με μία ανεξέλεγκτη τάση αύξησης των πληθωριστικών πιέσεων σε μία οικονομία που ήδη κινείται με βήμα σημειωτόν και εύκολα μπορεί να βρεθεί σε λίγους μήνες ίσως και από τις αρχές του 2025 σε κατάσταση στασιμοπληθωρισμού.

Οι συνέπειες όμως δεν μένουν μόνο εκεί.

Επιπλέον η διολίσθηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ έναντι του δολαρίου ενισχύει μία άλλη τάση που ήδη είναι ενεργή στον ευρωπαϊκό χώρο, την τάση «φυγής» κεφαλαίων, κυρίως προς την περιοχή του δολαρίου, τόσο σε μετοχικά asset, όσο και σε asset χρέους κρατικού και ιδιωτικού.

Αν σ’ αυτό το περιβάλλον ενεργοποιηθούν οι οικονομικές πολιτικές Τραμπ για δασμούς και φορο-ελαφρύνσεις στις επιχειρήσεις, με ταυτόχρονη κατάργηση κάθε εμποδίου στην παραγωγή και απελευθέρωση της εξόρυξης και χρήσης ορυκτών καυσίμων, είναι προφανές ότι δεν δημιουργείται ένα περιβάλλον  που θα μπορούσε να δώσει «λύσεις» στο πρόβλημα του ευρώ. Το αντίθετο.

Σ’ αυτό το περιβάλλον η θέση της ΕΚΤ είναι εξαιρετικά δύσκολη και μάλλον αμήχανη όσο αφορά το δέον γενέσθαι. Έχει προετοιμάσει τις οικονομίες και τις αγορές για περαιτέρω μείωση των επιτοκίων. Αν αποφασίσει να στηρίξει το ευρώ θα πρέπει να κινηθεί ανάποδα στις προσδοκίες που έχει δημιουργήσει, αυξάνοντας τα επιτόκια και στραγγαλίζοντας κάθε δυνατότητα αναχρηματοδότησης της οικονομίας αλλά και μείωσης του κόστους αναχρηματοδότησης του χρέους.

«Μπρος γκρεμός και πίσω… ρέμα», κατά την γνωστή λαϊκή ρήση.

Το θέμα όμως είναι ότι το ζήτημα έχει τεθεί επί τάπητος πλέον και οι «απαντήσεις» που δεν φαίνονται στον ορίζοντα, πρέπει να βρεθούν έγκαιρα.

Οικονοκλαστικά
Ακολουθήστε το Νewsit.gr στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι για όλη την ειδησεογραφία και τα τελευταία νέα της ημέρας