Η χθεσινή (17.10.2024) προεξοφλημένη από τις αγορές μείωση των επιτοκίων κατά 0,25% από την ΕΚΤ, όπως είχαμε αναφέρει σε προηγούμενο σημείωμα στα Οικονοκλαστικά δεν ήταν «νέο». Θα ήταν «νέο» και μάλιστα συνταρακτικό αν δεν είχε γίνει η μείωση των επιτοκίων χθες.

Παρ’ όλα αυτά υπάρχει ένα σημαντικό «νέο» στην κίνηση της ΕΚΤ και σ’ αυτό αποτυπώνονται κάποια ενδιαφέροντα πράγματα για το τι πραγματικά γίνεται με το κόστος του χρήματος.

Πρώτον να θυμίσουμε ότι εδώ και μερικά χρόνια, πριν από την πανδημία, η ΕΚΤ είχε αναπροσαρμόσει τον στόχο για τον επιδιωκόμενο πληθωρισμό από «λίγο κάτω από το 2%», σε μία διατύπωση που έλεγε ότι ο επιδιωκόμενος πληθωρισμός πρέπει να κινείται σε μία ζώνη «λίγο κάτω ή λίγο πάνω από το 2%».

Αυτή η διατύπωση εδώ και καιρό έχει αποσιωπηθεί στις ανακοινώσεις της ΕΚΤ και έχουμε επιστρέψει στο στόχο του 2%.

Έχοντας υπενθυμίσει αυτό, να πούμε επίσης ότι ο πληθωρισμός από το φθινόπωρο του 2023, δηλαδή εδώ και ένα χρόνο βρίσκεται στην ζώνη του «λίγο πάνω ή λίγο κάτω του 2%». Κατά συνέπεια είναι στον στόχο εδώ και ένα χρόνο, αλλά μόλις πριν από λίγους μήνες άρχισε η ΕΚΤ να μειώνει το επιτόκιο (των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης) τρεις φορές, κατά 0,25%, 0,60%, 0,25%, δηλαδή συνολικά 1,1 μονάδες (110 bp).

Σε απλή αριθμητική λοιπόν παρατηρούμε ότι ενώ μέσα σε ένα χρόνο ο πληθωρισμός στην ΕΕ μειώθηκε κατά 3,5 μονάδες (350 bp), το επιτόκιο αναφοράς των χρηματοδοτήσεων στις τράπεζες (που καθορίζει σε τελική ανάλυση και το κόστος των δανείων) μειώθηκε κατά μόλις 1,1 μονάδες. Σε πραγματικούς όρους δηλαδή, το κόστος του χρήματος αυξήθηκε κατά 2,4 μονάδες…

Να υπενθυμίσουμε εδώ – για δεύτερη φορά – ότι στην Ευρωζώνη τον Σεπτέμβριο ο ΔΤΚ έπεσε κάτω από το 2% και άγγιξε το 1,7% (!).

Τι συμβαίνει λοιπόν με την ΕΚΤ; Γιατί δεν συμβαδίζει στην λογική της η μείωση του κόστους του χρήματος με εκείνη της μείωσης του πληθωρισμού;

Από τις δηλώσεις των μελών του Συμβουλίου και τις αποφάσεις του Συμβουλίου ακούμε συνέχεια ότι βαδίζει με βάση τα «δεδομένα», δηλαδή με βάση το τι έχει συμβεί και όχι προβλέψεις. Και αυτό που έχει συμβεί λέει ξεκάθαρα ότι θα έπρεπε να έχει μειώσει πολύ περισσότερο τα επιτόκια για να συμβαδίζει με τα «δεδομένα». Διαφορετικά το «πραγματικό» κόστος του χρήματος δηλαδή αποπληθωρισμένο, αυξάνεται αντί να μειώνεται…

Ας δούμε την ανακοίνωση που βγήκε – κατά πληροφορίες συνοδευόμενο από πολλές επιφυλάξεις ορισμένων μελών του Συμβουλίου – χθες όσο αφορά το γιατί μειώνει τα επιτόκια κατά 0,25%.

Λέει λοιπόν η ανακοίνωση: «Οι τελευταίες πληροφορίες για τον πληθωρισμό δείχνουν ότι η αποπληθωριστική διαδικασία βρίσκεται σε εξέλιξη. Οι προοπτικές για τον πληθωρισμό επηρεάζονται επίσης από τις πρόσφατες καθοδικές εκπλήξεις των δεικτών οικονομικής δραστηριότητας.

Ταυτόχρονα, οι όροι χρηματοδότησης παραμένουν περιοριστικοί. Ο πληθωρισμός αναμένεται να αυξηθεί τους επόμενους μήνες, προτού μειωθεί και φτάσει τον στόχο κατά το επόμενο έτος. Ο εγχώριος πληθωρισμός παραμένει υψηλός, καθώς οι μισθοί συνεχίζουν να αυξάνονται με έντονο ρυθμό. Ταυτόχρονα, οι πιέσεις στο κόστος εργασίας αναμένεται να συνεχίσουν να υποχωρούν σταδιακά, καθώς τα κέρδη μετριάζουν εν μέρει την επίδρασή τους στον πληθωρισμό…».

Με άλλα λόγια παραδέχεται ότι η πολιτική της παραμένει και θα παραμείνει περιοριστική, αλλά δεν αναφέρει ότι η μείωση του 0,25% σε πραγματικούς αυξάνει την πίεση.

Λέει ότι ο πληθωρισμός στο τέλος του χρόνου «θα τσιμπήσει», αλλά θα πέσει στην συνέχεια, χωρίς να δεσμεύεται για περαιτέρω μείωση των επιτοκίων σε επίπεδα που να αντιλογίζει την μέχρι τώρα πτώση του πληθωρισμού και αυτή που θα έρθει από τις αρχές του χρόνου.

Παραδέχεται ότι η οικονομική δραστηριότητα στην Ευρωζώνη θα συνεχίσει να επιβραδύνεται, αλλά δεν καταγράφει στις αιτίες αυτού το υψηλό κόστος του χρήματος που παραμένει μετά τις μειώσεις στο 3,40% με τον πληθωρισμό να είναι στο 1,7% και την οικονομία στο μηδέν…

Και όλα αυτά σε ένα «κόσμο» γεωπολιτικών αναταραχών που συνθλίβουν την Ευρωζώνη στις Συμπληγάδες του πολέμου και της αντιπαράθεσης οικονομικής και γεωπολιτικής μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας.

Με αυτή την «ανάγνωση» της χθεσινής απόφασης από την ΕΚΤ δεν φαίνεται να επιβεβαιώνεται ότι πραγματικά βαδίζει, με βάση τα «δεδομένα» και όχι άλλες σκοπιμότητες στο πλαίσιο της νομισματικής πολιτικής, που οι Κεντρικές Τράπεζες για λόγους αρχής αποφεύγουν πάντα να αναφέρονται…

Ο Άλαν Γκρίνσπαν πριν από 40 χρόνια είχε πει το αλησμόνητο, όταν η κατάσταση είναι πραγματικά σοβαρή (σ.σ. άσχημη), οι Κεντρικοί Τραπεζίτες οφείλουν να μην λένε την αλήθεια, ή τουλάχιστον όχι όλη την αλήθεια…

Οικονοκλαστικά
Ακολουθήστε το Νewsit.gr στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι για όλη την ειδησεογραφία και τα τελευταία νέα της ημέρας