Μέσα στον Δεκαπενταύγουστο η BIS (Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών), αυτή που αποκαλείται και Κεντρική Τράπεζα των Κεντρικών Τραπεζών, με έδρα στην Βασιλεία, είχε την… καλοσύνη, να δημοσιεύσει μία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα μελέτη. Πολύ επίκαιρη μάλιστα ειδικά τώρα που επίκειται η μείωση των επιτοκίων από τα δυσθεώρητα ύψη που τα ανέβασαν οι Κεντρικές Τράπεζες από το πρώτο εξάμηνο του 2022.

Το αντικείμενο της μελέτης που έγινε με βάση τα στοιχεία που έδωσαν οι ευρωπαϊκές εμπορικές τράπεζες, την περίοδο από το πρώτο τρίμηνο του 2021 μέχρι και το 2ο τρίμηνο του 2022, αφορά τις συνέπειες της αύξησης των επιτοκίων στις τράπεζες και στην συνέχεια τις συνέπειες της στάσης των τραπεζών στις μικρές επιχειρήσεις.

Αποκαλύπτει ή μάλλον επιβεβαιώνει η μελέτη που δημοσιεύεται από την ιστοσελίδα της BIS («Are low interest rates firing back? Interest rate risk in the banking book and bank lending in a rising interest rate environment», των Lara Coulier, Cosimo Pancaro και Alessio Reghezza), ότι αυτός που πλήρωσε βασικά την …νύφη από την μεγαλύτερη και πλέον αναπάντεχη αύξηση επιτοκίων μετά την δεκαετία του ’70, στην Ευρωζώνη, δεν είναι άλλος από τις μικρές επιχειρήσεις και τους ελεύθερους επαγγελματίες με μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Γιατί; Γιατί οι τράπεζες παίρνοντας «μέτρα» για να αντιμετωπίσουν την πίεση από την αύξηση των επιτοκίων από την ΕΚΤ, από μηδενικά επιτόκια σε 4 – 4,5%, πρώτα από όλα έκοψαν την χρηματοδότηση στην λεγόμενη μικρή επιχειρηματικότητα. Τις συνέπειες τις γνωρίζουμε, καθώς οι μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις όπως και οι ελεύθεροι επαγγελματίες δεν είχαν και εξακολουθούν να μην έχουν, άλλη πηγή (δανειακής) χρηματοδότησης και αναχρηματοδότησής τους…

Ιδού τι αναφέρει χαρακτηριστικά η μελέτη που δημοσιεύει η BIS.

Αφού εξηγεί την κατάσταση που δημιουργήθηκε για τις τράπεζες από την αύξηση των επιτοκίων και τον τρόπο που την αντιμετώπισαν αναφέρει στην συνέχεια τις συνέπειες στην μικρή επιχειρηματικότητα:

· Οι ταχείες και μη αναμενόμενες αυξήσεις των επιτοκίων μπορούν να επηρεάσουν δυσμενώς την οικονομική αξία των ιδίων κεφαλαίων των τραπεζών λόγω μεταβολών στην παρούσα αξία και στο χρονοδιάγραμμα των μελλοντικών ταμειακών ροών. Συνολικά, οι αυξήσεις των επιτοκίων οδηγούν σε μείωση της καθαρής θέσης μιας τράπεζας, καθώς η αξία των περιουσιακών στοιχείων μειώνεται περισσότερο από την αξία των υποχρεώσεων. Η επίδραση αυτή είναι εντονότερη για τις τράπεζες που παρουσιάζουν μεγάλη θετική αναντιστοιχία μεταξύ της διάρκειας των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού τους, δηλαδή για τις τράπεζες με μεγαλύτερο χάσμα διάρκειας. Οι τράπεζες με μεγαλύτερο χάσμα διάρκειας ανακατανέμουν τα δανειακά χαρτοφυλάκιά τους μακριά από δάνεια σταθερού επιτοκίου και δάνεια μεγαλύτερης διάρκειας.

· Οι πολύ μικρές, οι μικρές και οι μεσαίες επιχειρήσεις πλήττονται περισσότερο από τη συρρίκνωση της προσφοράς δανείων. Επίσης, όπως αποδεικνύουμε οι επιχειρήσεις αυτές δεν μπορούν να υποκαταστήσουν τη συρρίκνωση των πιστώσεων που προέρχονται από τράπεζες με μεγαλύτερο χάσμα διάρκειας (σ.σ. μεταξύ μακροπρόθεσμων και βραχυπρόθεσμων επιτοκίων), με περισσότερο δανεισμό από τράπεζες με μικρότερο χάσμα διάρκειας. Αυτό οδηγεί σε πρόσθετη μείωση του δανεισμού κατά τη διάρκεια ενός επεισοδίου νομισματικής σύσφιξης για αυτές τις επιχειρήσεις σε σχέση με άλλες επιχειρήσεις.

Σε …απλά ελληνικά οι τράπεζες και ειδικά αυτές που είχαν μεγάλα gap μεταξύ βραχυχρόνιου και μακροπρόθεσμου δανεισμού έκλεισαν την κάνουλα στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις οδηγώντας μαζικά σε κλείσιμο ή χρεοκοπία και κατακόρυφη αύξηση των κόκκινων δανείων, δεδομένης και της οικονομικής συγκυρίας.

Οι συγγραφείς της μελέτης εξηγούν περισσότερο πιο κάτω ότι η μελέτη εκμεταλλεύεται τα στοιχεία από την συγκυρία της μεγαλύτερης και ταχύτερης αύξησης των επιτοκίων από τη δημιουργία του ευρώ για να διαπιστώσει ότι οι τράπεζες με υψηλότερη έκθεση σε κίνδυνο επιτοκίου, περιόρισαν τον εταιρικό δανεισμό περισσότερο από τους ομολόγους τους στις επιχειρήσεις που είχαν ήδη δανείσει.

«Διαπιστώνουμε, ότι οι τράπεζες με υψηλότερη καθαρή διάρκεια αναδιαμόρφωσαν το δανειακό τους χαρτοφυλάκιο μακριά από τα μακροπρόθεσμα δάνεια σε μια προσπάθεια να περιορίσουν την αύξηση του κινδύνου επιτοκίου και στόχευσαν τη συρρίκνωση του δανεισμού τους σε μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις…».

Αν αυτή την διαπίστωση των μελετητών της BIS την «διαβάσει» κανείς ιδιαίτερα στο ελληνικό περιβάλλον, στο οποίο η μικρή επιχειρηματικότητα έχει υποστεί και συνεχίζει να υφίσταται την ασφυκτική πίεση από τις τεράστιες (μεγαλύτερες στην Ευρώπη) διαφορές μεταξύ επιτοκίων δανεισμού και καταθέσεων. Αν συνυπολογίσει κανείς την συμπίεση από την φορολογική μέγγενη με τις «νέες» φορολογικές αντιλήψεις του περιβόητου ακραία συντηρητικού «Τεκμαρτού Εισοδήματος» και σ’ αυτά προσθέσει τις συνέπειες του εφιαλτικού ύψους του ΦΠΑ και των ΕΦΚ, γίνεται κατανοητό ότι η περιβόητη «ανάπτυξη» στην Ελλάδα μάλλον μετράει …μέρες.

Και από όσα φαίνεται να φτάνουν στα ΜΜΕ για τα περιεχόμενα των εξαγγελιών στην ΔΕΘ, τίποτα από αυτά δεν έχει συγκεντρώσει την προσοχή της Κυβέρνησης.

Όσο για τις τράπεζες είναι γνωστό στους άμεσα ενδιαφερόμενους μικρούς και μικρομεσαίους ότι για να δουν πραγματικές «μειώσεις» επιτοκίων στο πλαίσιο αυτών που (αναμένεται ότι) θα κάνει η ΕΚΤ θα πρέπει να περιμένουν ακόμα καιρό.

Όσοι δεν έχουν κλείσει ακόμα βέβαια…

Οικονοκλαστικά
Ακολουθήστε το Νewsit.gr στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι για όλη την ειδησεογραφία και τα τελευταία νέα της ημέρας