Η απότομη και αναμφίβολα μεγάλη (0,5%) μείωση των επιτοκίων από την Fed χθες (18.9.2024) ξάφνιασε κατά γενική ομολογία την πλειονότητα των αναλυτών και οικονομολόγων. Η απάντηση στο γιατί βρίσκεται στο ότι ανεξάρτητά από τις καθησυχαστικές «εξηγήσεις» του κ. Πάουελ, ο “super-core” δείκτης πληθωρισμού παραμένει στο 4%.

Ίσως γι’ αυτό έσπευσε να διαβεβαιώσει ότι η ταχύτητα και ο ρυθμός μείωσης των επιτοκίων στην συνέχεια δεν θα είναι η ίδια.

Αλλά ανεξάρτητα από τις αιτίες για τις οποίες η Fed αποφάσισε αυτή την κίνηση μόλις δύο μήνες πριν από τις εκλογές του Νοέμβρη στις ΗΠΑ, τα ερωτήματα για το τι μπορεί να κάνει η Ευρωζώνη πληθαίνουν και αποκτούν κρίσιμη σημασία για την έτσι κι αλλιώς δύσκολη κατάσταση της ευρωοικονομίας.

Ο λόγος είναι εξαιρετικά απλός και σαφής. Σε ένα περιβάλλον ακραίου εμπορικού – και συναλλαγματικού – ανταγωνισμού της Ε.Ε. με ΗΠΑ και Κίνα, η διολίσθηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας του δολαρίου με το ευρώ είναι ισοδύναμο με ασφυκτική θηλιά για την Ευρωζώνη και το ευρωπαϊκό εμπορικό ισοζύγιο.

Εάν η «γραμμή» που ακολουθεί η αμερικάνικη οικονομία – όπως έχει γίνει αρκετές φορές στο παρελθόν – είναι αυτή του να στηριχθεί στον διεθνή ρόλο του δολαρίου για να αντιμετωπίσει την εσωτερική της κατάσταση, τότε η Ευρωζώνη βρίσκεται μπροστά σε ένα περιβάλλον ανταγωνιστικής νομισματικής υποτίμησης από την πλευρά των ΗΠΑ, στο οποίο ο (ελεγχόμενος) πληθωρισμός υιοθετείται σαν πολιτική διεξόδου (στις ΗΠΑ) απέναντι στο εκρηκτικό δημόσιο και ιδιωτικό χρέος…

Σε ένα τέτοιο συναλλαγματικό περιβάλλον η οικονομία της Ευρωζώνης είναι υποχρεωμένη να ακολουθήσει την Fed στο ανταγωνιστικό της μονοπάτι για να αποφύγει μία δραματική ανατίμηση του Ευρώ που θα πνίξει και τα τελευταία υπολείμματα ζωτικότητας της ευρωοικονομίας. Ας μη ξεχνάμε ότι υπό ομαλές συνθήκες το ευρωπαϊκό ΑΕΠ εξαρτάται από το διεθνές εμπόριο σε ποσοστό πάνω από το 50% ενώ εκείνο των ΗΠΑ περίπου 27%. Ανάλογη είναι η κατάσταση και με την σχέση ΕΕ – Κίνας.

Με αυτά τα δεδομένα είναι πρακτικά δύσκολο, εκτός και αν η Ευρωζώνη έχει αποφασίσει να αυτοκτονήσει οικονομικά, να διατηρήσει η ΕΚΤ μία ανεξάρτητη γραμμή όσο αφορά την μείωση των επιτοκίων και να κάνει αυτό που μόλις προχθές δήλωσε ο επικεφαλής της Bundesbank, κ. Νάγκελ, ότι δηλαδή στην Ευρώπη το κόστος δανεισμού «σίγουρα δεν θα μειωθεί τόσο γρήγορα και απότομα όσο αυξήθηκαν».

Κατά συνέπεια αυτό που πρέπει να περιμένει κανείς είναι ότι η ΕΚΤ, ανεξάρτητα από τις δηλώσεις των μελών του Συμβουλίου της, είναι υποχρεωμένη να χορέψει στο ρυθμό που ορίζει η Fed με τις τρέχουσες αλλά και τις επόμενες κινήσεις της, για να αποφύγει μία δραματική υπό τις παρούσες συνθήκες ανατίμηση του ευρώ.

Ένα πράγμα όμως είναι βέβαιο οι οποιεσδήποτε κινήσεις μείωσης των επιτοκίων αποκλείεται να επαναφέρουν το κόστος του χρήματος (ύψος επιτοκίων) στα προ της πανδημίας επίπεδα. Θα παραμείνουν ψηλότερα όσο και αν οι ανταγωνιστικές υποτιμήσεις συμπαρασύρουν το ευρώ. Το ίδιο βέβαιο είναι ότι τα «σκιρτήματα» του πληθωρισμού θα εξακολουθήσουν υπό αυτές τις συνθήκες να επανεμφανίζονται και να διευρύνουν το αδιέξοδο της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ.  

Οικονοκλαστικά
Ακολουθήστε το Νewsit.gr στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι για όλη την ειδησεογραφία και τα τελευταία νέα της ημέρας