Την εβδομάδα που πέρασε στις ευρωπαϊκές χρηματαγορές συνέβη ένα αξιοπερίεργο γεγονός. Τόσο αξιοπερίεργο που όλα τα μεγάλα διεθνή οικονομικά και μη ΜΜΕ το σημείωσαν με ένα είδος κρυφής… χαιρεκακίας.

Το πενταετές γαλλικό κρατικό ομόλογο βρέθηκε να «αποδίδει» 16 bp πάνω από το αντίστοιχο ελληνικό. Δύο μέρες μετά και το δεκαετές ομόλογο της Γαλλίας για κάμποσες ώρες βρέθηκε επίσης να αποδίδει περισσότερο (4- 5 bp) από το ελληνικό δεκαετές. Με άλλα λόγια το γαλλικό δημόσιο από την περασμένη εβδομάδα για να αναχρηματοδοτήσει το χρέος του πρέπει να πληρώσει περισσότερο τόκο από το ελληνικό δημόσιο για να βρει αγοραστές για τα ομόλογά του. Κάποιοι στον 2ο όροφο που στεγάζονται τα γραφεία του ΟΔΔΗΧ στην Αθήνα, εκείνες τις ημέρες αρχικά θα πρέπει να αισθάνθηκαν μια κρυφή ικανοποίηση μετά τα όσα έχουν συμβεί, αλλά όχι για πολύ.

Γιατί ξέρουν ότι αυτό που συμβαίνει με την Γαλλία είναι πολύ – πολύ άσχημο για όλες τις χώρες της Ευρωζώνης και ειδικά για εκείνες που έχουν μεγάλα ανοίγματα στο χρέος. Και η Γαλλία είναι μία από αυτές που βρίσκονται στην χειρότερη θέση πλέον μαζί με την Ιταλία.

Με την διαφορά ότι το μεγαλύτερο μέρος του γαλλικού χρέους είναι στα χαρτοφυλάκια διεθνών επενδυτών ενώ το μεγαλύτερο μέρος του ιταλικού χρέους στα χέρια των Ιταλών. Από το πρωτοφανές ποσό των 1300 δισ. ευρώ που πρέπει να δανεισθούν οι χώρες της Ευρωζώνης το 2025 – σχεδόν το διπλάσιο από το 2024 – η Γαλλία χρειάζεται περί τα 310 δισ. ευρώ μόνη της. Δηλαδή λίγο κάτω από όσο σχεδόν το ελληνικό χρέος ολόκληρο…

Αυτή η «βόμβα» χρέους για την οποία προειδοποίησε η Λαγκάρντ πριν από λίγες ημέρες, είναι έτοιμη να «εκραγεί» την Δευτέρα, γιατί τότε λήγει η προθεσμία που έχει δώσει η Λεπέν στην κυβέρνηση Μπαρνιέ, για αλλαγές στον Προϋπολογισμό που έχει κατατεθεί στην Βουλή.

Ένας Προϋπολογισμός που περιλαμβάνει περικοπές 60 δισ. ευρώ, οι οποίες παρεμπιπτόντως δεν διορθώνουν το πρόβλημα της οικονομίας της χώρας, απλώς κερδίζουν χρόνο (η Κομισιόν έδωσε χρόνο προσαρμογής μία επταετία). Αν την Δευτέρα ο Μπαρνιέ δεν κάνει δεκτές της απαιτήσεις της Λεπέν αυτή θα καταψηφίσει την κυβέρνηση μειοψηφίας και ο Μακρόν θα πρέπει να περάσει πλέον τον Προϋπολογισμό με προεδρικά διατάγματα, ενάντια στην απόφαση της Βουλής.

Όπως ακριβώς κυβερνούσαν οι κυβερνήσεις στην Ελλάδα με τα τρία μνημόνια από το 2010…

Και βέβαια οι χρηματαγορές σε ένα τέτοιο περιβάλλον είναι φυσιολογικό και αναμενόμενο να αποσύρουν την «εμπιστοσύνη» τους στο γαλλικό δημόσιο στέλνοντας τις αποδόσεις των ομολόγων να κάνουν παρέα στα ιταλικά (οι Ιταλοί χρειάζονται 345 δις ευρώ για το χρέος τους το 2025) ή και πάνω από αυτά…

Το να θυμίσει κανείς ότι ο ΟΔΔΗΧ το 2025 θα βγει στις αγορές για μόλις 8 με 10 δισ. ευρώ, μοιάζει αστείο πικρόχολο για την Γαλλία του Σαρκοζί και του Μακρόν.

Τι μπορεί να αλλάξει προσωρινά το «παιχνίδι»; Κάτι, που αν συμβεί, θα αποδείξει ότι η κατάσταση είναι πολύ σοβαρή, μα πάρα πολύ σοβαρή στην Ευρωζώνη και το Ευρώ. Αυτό το κάτι δεν είναι άλλο από το αν η ΕΚΤ λίγο πριν διακόψει την λειτουργία του PEPP (από 1/1/2025) όπως προβλέπεται, ξαφνικά αρχίσει να «σκουπίζει» γαλλικά και ιταλικά ομόλογα από την δευτερογενή αγορά.

Μέχρι στιγμής δεν έχει διαρρεύσει κανένα σχετικό στοιχείο κάποιας παρέμβασης της ΕΚΤ που να θυμίζει τέτοιες καταστάσεις, αλλά είναι μάλλον καλύτερα να περιμένουμε την Δευτέρα, όταν η γαλλική Βουλή αποκαλύψει τις προθέσεις της κυβέρνησης Μπαρνιέ απέναντι στις απαιτήσεις Λεπέν.

Αλλά η ιστορία δεν τελειώνει εκεί, γιατί ο συνασπισμός κομμάτων υπό τον Μελανσόν είναι έτοιμος να καταθέσει πρόταση μομφής στην κυβέρνηση Μπαρνιέ πριν από τα Χριστούγεννα. Αυτό θα υποχρεώσει την Λεπέν να πάρει θέση υπέρ ή κατά της Κυβέρνησης Μπαρνιέ, αν τυχόν την Δευτέρα υπάρξει συμβιβασμός μεταξύ τους και δεν πέσει η κυβέρνηση.

Αν πέσει η Κυβέρνηση Μπαρνιέ, είτε έτσι είτε αλλιώς, η κρίση χρέους για την οποία πρόσφατα προειδοποίησε η Λαγκάρντ, που γνωρίζει εκ των έσω τα πράγματα στην Γαλλία, θα έχει το δικό της επεισόδιο με το γαλλικό χρέος να μπαίνει στο μάτι των αγορών με απρόβλεπτες πλέον συνέπειες.

Και τότε θα δούμε τι θα υποχρεωθεί να κάνει η ΕΚΤ σαν ο «σωτήρας της τελευταίας στιγμής».

Θα πρέπει να υπολογίσει κανείς όμως ότι η κρίση στην Γαλλία και η επικείμενη πτώση της γερμανικής κυβέρνησης με πρόωρες εκλογές τον Φεβρουάριο, εξελίσσονται σε ένα περιβάλλον πρωτοφανούς αναταραχής με όλα τα μέτωπα ανοικτά διεθνώς.

Ο πρόεδρος της Bundesbank, Joachim Nagel, περιέγραψε την κατάσταση αυτή πολύ ψύχραιμα στο 34ο Ευρωπαϊκό Τραπεζικό Συνέδριο στη Φρανκφούρτη.

Είπε «ένας νέος εμπορικός πόλεμος που προκλήθηκε από την επιβολή τιμωρητικών δασμών, όπως απειλήθηκε κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας από τον Ντόναλντ Τράμπ, θα είχε ως αποτέλεσμα να βλάψει την οικονομία και να αναζωογονήσει τον πληθωρισμό τόσο στην Ευρώπη όσο και στις Ηνωμένες Πολιτείες … Η εφαρμογή τέτοιων δασμών θα αναζωπυρώσει τις διεθνείς εμπορικές συγκρούσεις και θα υπονομεύσει περαιτέρω την πολυμερή μας τάξη».

Κάπως έτσι πάμε αισίως για να υποδεχθούμε το 2025…

Οικονοκλαστικά
Ακολουθήστε το Νewsit.gr στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι για όλη την ειδησεογραφία και τα τελευταία νέα της ημέρας