Δεν έχουν τέλος οι… περιπέτειες για τον Γιάννο Παπαντωνίου. Ο πρώην υπουργός δεν αποκλείεται να αντιμετωπίσει και την κατηγορία της παθητικής δωροδοκίας. Αλλά γι’ αυτό θα αποφασίσει η Βουλή.
Οι ανακριτές Διαφθοράς περιμένουν την απόφαση της Βουλής για το αν ο Γιάννος Παπαντωνίου θα βρεθεί αντιμέτωπος με μια ακόμη κατηγορία.
Από τον περασμένο Σεπτέμβριο οι ανακριτές Ηλιάννα Ζαμανίκα και Γιώργος Ευαγγέλου, που χειρίζονται την υπόθεση, έχουν ζητήσει την άδεια της Βουλής για να απαγγείλουν συμπληρωματική κατηγορία για παθητική δωροδοκία σε βάρος του πρώην υπουργού, καθώς φαίνεται να έχουν στη διάθεσή τους νεότερα στοιχεία τόσο από τις ελβετικές όσο και από τις κυπριακές αρχές που κατά την κρίση τους αποτελούν ισχυρές ενδείξεις χρηματισμού του κ. Παπαντωνίου για συγκεκριμένο εξοπλιστικό πρόγραμμα.
Αν η Βουλή δώσει έγκριση, τότε η έρευνα των δικαστικών αρχών αναμένεται να επιταχυνθεί καθώς η συγκεκριμένη κατηγορία διευκολύνει πολλές ανακριτικές ενέργειες με σημείο αιχμής τη γρηγορότερη ανταπόκριση σε δικαστικά αιτήματα.
Το ακίνητο στη Σύρο
Οι δύο ανακριτές θέτουν επιπλέον στο στόχαστρό τους τη μεταβίβαση του ακινήτου στη Σύρο που το ζευγάρι είχε στην κατοχή του από το 2002 έως το 2016. Το επίμαχο ακίνητο αγοράστηκε το 2002 από την Σταυρούλα Κουράκου (σύζυγο του κ. Παπαντωνίου) με μετρητά που κατέβαλε στον νυν συγκατηγορούμενο του ζευγαριού πολιτικό μηχανικό ο οποίος φέρεται να διευκόλυνε τη «νομιμοποίηση παράνομων αμοιβών». Αφορά έκταση περίπου 5 στρεμμάτων με κτίσμα περίπου 300 τετραγωνικών μέτρων πολυτελούς κατασκευής σε ιδιαίτερα προνομιακή θέση του νησιού.
Ο πρώην υπουργός και η σύζυγός του εμφανίζονται να πωλούν το ακίνητο το 2016 σε Ελληνοαμερικανό επιχειρηματία έναντι μεγάλου χρηματικού ποσού που κατά πληροφορίες κυμαίνεται από 1 έως 2 εκατομμύρια ευρώ. Οι δικαστικές αρχές φαίνεται να διερευνούν αυτήν την πτυχή της υπόθεσης καθώς υπάρχουν κάποιες υποψίες ότι η αγοραπωλησία ενδέχεται να κρύβει σοβαρά ευρήματα.
Σε κάθε περίπτωση η συγκεκριμένη συναλλαγή αποτελεί μία ακόμη δικογραφία σε βάρος του ζευγαριού.
Η δίωξη
Τον Ιούλιο του 2017 οι εισαγγελείς Διαφθοράς άσκησαν κακουργηματική ποινική δίωξη σε βάρος του κ. Παπαντωνίου και της συζύγου του αλλά και κατά δύο υπαλλήλων της ΔΟΥ Κηφισιάς.
Αντικείμενο της δίωξης είναι η φορολογική ενημερότητα που χορηγήθηκε στο ζευγάρι για να ενεργήσει την μεταβίβαση. Οι υπάλληλοι της ΔΟΥ διώκονται για ψευδή βεβαίωση και το ζευγάρι για ηθική αυτουργία σε αυτήν. Κατά τους εισαγγελείς οι δύο εφοριακοί «ήταν σε θέση να διαπιστώσουν ότι ο κ. Παπαντωνίου και η σύζυγός του είχαν χρέη προς το Δημόσιο». Αντίστοιχα αποδίδουν «δόλιες ενέργειες» στον πρώην υπουργό και τη σύζυγό του προκειμένου να αποκομίσουν όφελος.
Ο κ. Παπαντωνίου και η σύζυγός του έχουν καταδικαστεί σε πρώτο και δεύτερο βαθμό για ανακριβή δήλωση «πόθεν έσχες» του έτους 2010. Τους έχει επιβληθεί ποινή 4 ετών στον καθένα, εξαγοράσιμη προς 10 ευρώ ημερησίως. Η κατηγορία σε βάρος του πρώην υπουργού και της συζύγου του απαγγέλθηκε καθώς δεν συμπεριέλαβαν στη δήλωση περιουσιακής κατάστασης του 2010 την κατάθεση των 1.311.000 ευρώ της Στ. Κουράκου στην HSBC Ελβετίας, η οποία αποκαλύφθηκε μέσω της λίστας Λαγκάρντ. Είναι το ποσό για το οποίο, όταν αποκαλύφθηκε η ύπαρξή του, ο πρώην υπουργός ισχυρίστηκε πως αποτελεί καταπίστευμα των παιδιών της κ. Κουράκου από τον πρώτο της γάμο.
«Δεν αποδείχθηκε η πηγή των χρημάτων η οποία και αγνοείται» είχε απαντήσει στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο η εισαγγελέας Έδρας που εισηγήθηκε την καταδίκη των δύο κατηγορουμένων επικαλούμενη κυρίως δύο στοιχεία: Πρώτον, το γεγονός ότι για την κατάθεση στην Ελβετία του επίμαχου ποσού μεσολάβησε «φίλος του πρώην υπουργού» και, δεύτερον, τη θέση στελέχους του ΣΔΟΕ που κατέθεσε στο δικαστήριο. Ο μάρτυρας είχε πει πως όλες οι κινήσεις του ζευγαριού από το 2000 μέχρι το 2010 που αφορούν την επίμαχη κατάθεση «αποδεικνύουν ότι υπήρξε μεθόδευση».
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ