Με την απολογία του Γιώργου Ρουπακιά, καθ´ομολογία δολοφόνου του Παύλου Φύσσα και χωρίς την παρουσία της Μάγδας Φύσσα συνεχίζεται σήμερα η δίκη για την υπόθεση της Χρυσής Αυγής. Ο καθ´ομολογία δολοφόνος του Παύλου Φύσσα περιέγραψε όσα έγιναν την μοιραία ημέρα από το μεσημέρι και μετά και έκανε λόγο για μία…απλή ανθρωποκτονία!
Όπως είπε δεν ήθελε να σκοτώσει τον 34χρονο μουσικό αλλά υποστήριξε ότι συνεπλάκησαν και συνέβη ό,τι συνέβη.
Ειδικότερα για τα κρίσιμα δευτερόλεπτα της δολοφονίας ο Γιώργος Ρουπακιάς περιέγραψε: «στο αυτοκίνητο είχα ένα μαχαίρι. Και άνοιξα την πόρτα. Αν δεν είχα το μαχαίρι θα άνοιγα να φύγω πεζός. Θα ήταν η τελευταία λύση γιατί θα με έφταναν. Είχα το μαχαίρι. Βγαίνω έξω, κάνω ένα βήμα στο πεζοδρόμιο κι αρχίζει να με χτυπάει γροθιές. Κρατώντας το μαχαίρι έκανα τα χέρια μου προς τα πάνω για να προστατευτώ. Ήταν πιο ψηλός από εμένα. Τα σήκωσα για να προστατέψω το κεφάλι μου. Του έριξα στα πόδια για να κάνει πίσω. Όπως πήγα για τη δεύτερη είχε πέσει και τον πέτυχα στην καρδιά».
Π: Ο Ιατροδικαστής βρήκε χτυπήματα; Έχετε δει την έκθεση;
Κ: Έχω στο μαλακό τριχωτό κεφαλής και μου βρήκε κάποιες εκδορές. Στην έκθεση δεν αναφέρεται τίποτα.
Π: Η διαφορά ύψους με τον Φύσσα ποια ήταν;
Κ: Ένα κεφάλι περίπου…
Π: Την πρώτη φορά που τον χτυπήσατε;
Κ: Στο πόδι
Π: Όταν σκοπός κάποιου δεν είναι να σκοτώσει, επιλέγει μέρη που δεν είναι ζωτικά και τον αποδυναμώνει. Η συνέχεια γιατί χρειαζόταν;
Κ: Δεν έχω απασχολήσει ποτέ εγώ. Ούτε γήπεδο ούτε πουθενά. Το μόνο που θέλεις εκείνη την ώρα είναι να φύγεις από το χέρια του.
Π: Τα χέρια ενός ανθρώπου που σύμφωνα με τον ιατροδικαστή δεν σας έχει καταφέρει πλήγμα.
Κ: Ούτε να τον τραυματίσω ήθελα.
Π: Βρέθηκαν χτυπήματα στο θώρακα κι την καρδιά
Κ: Όταν σε βαράει ο άλλος κι είσαι σκυμμένος, πάνω στην ταραχή και την τρέλα δεν καταλαβαίνεις. Την ώρα που τρως ξύλο…
Π: Ναι που ξύλο βέβαια δεν προκύπτει
Κ: Έχει γίνει μια απλή ανθρωποκτονία και… το έκαναν…
Π: Δεν μπορείτε ΠΟΤΕ να λέτε απλή ανθρωποκτονία.
Νωρίτερα, ο κατηγορούμενος ανέφερε πως τη μοιραία ημέρα ο πυρηνάρχης της Νίκαιας, Γιώργος Πατέλης, τον είχε στείλει να πάρει τρικάκια από το Περιστέρι.
Ο Γιώργος Ρουπακιάς υποστήριξε ότι έφτασε στην τοπική έντεκα παρά το βράδυ και επειδή είχαν «πεσίματα», έπειτα από εντολή του πυρηνάρχη Γιώργου Πατέλη πήγε δυο στενά πιο κάτω να τα παραδώσω.
«Φτάνοντας στις 12 παρά κοντά στο ραντεβού ήταν ο Καζαντζόγλου με ένα μαύρο αυτοκίνητο για να του δώσω τρικάκια. Χτύπησε το τηλέφωνο του εκείνη την ώρα και κάτι του είπαν. Το έβγαλε πίσω στο τσαντάκι του, που το είχε κάπου στον ουρανό του αυτοκινήτου. Φορούσε άσπρη φόρμα», ανέφερε ο κατηγορούμενος και συμπλήρωσε ότι λίγο νωρίτερα τον είχε καλέσει ο Δήμου, ο οποίος του ανέφερε το υπάρχει μήνυμα που τους καλεί όλους στην τοπική.
«Εμένα το μυαλό μου πήγε στο κακό με το μήνυμα. Σκέφτηκα μήπως μας έχουν πετάξει καμία μολότοφ ή έχουν σπάσει την είσοδο της πολυκατοικίας. Παλαιότερα μας είχε πει ο Πατέλης ότι όσοι μένουμε κοντά, όταν μας χρειάζεται να τρέχουμε. Εγώ προσπάθησα να βρω Πατέλη και Καζαντζόγλου αλλά δεν τα κατάφερα», εξήγησε σχετικά με το μήνυμα που καλούσε μέλη της οργάνωσης στην τοπική. «Είπα στον Δήμου να πάει και ότι έρχομαι κι εγώ. Κατευθύνομαι στην τοπική, δεν βλέπω κανέναν απ’ έξω και συνεχίζω προς το ραντεβού μου με τον Καζαντζόγλου».
Σύμφωνα με όσα περιέγραψε ο κατηγορούμενος κατευθύνθηκε πάλι προς την τοπική. Στο σημείο είδε Κομιανό, Σταμπέλο, Δήμου και Σκάλκο. Στη δήλωση Ρουπακιά, ο Κομιανός πετάχτηκε από το εδώλιο λέγοντας «Εμένα ρε; Εμένα;».
«Ήταν όλοι με αναμμένες μηχανές. Ήταν 8-10 μηχανές και κάποιες είχαν 2 άτομα. Κανείς δε σήκωσε κράνος. Εγώ από τον σωματότυπο κατάλαβα κάποιους» είπε ο Γιώργος Ρουπακιάς με την Πρόεδρο να του απαντά όχι είχε τοποθετήσει και τον Πατέλη στο σημείο σε κάποια από τις απολογίες του. «Ήμουν φορτισμένος και ταραγμένος κι έφτιαξα μια ιστορία από το μυαλό μου» απάντησε.
Όταν ο Γιώργος Ρουπακιάς έφτασε στην τοπική, εκείνοι έφευγαν και ρώτησα «τι έγινε ρε παιδιά;», μου είπαν «την έπεσαν σε δικό μας στο Κερατσίνι και πάμε να τον απεγκλωβίσουμε».
Όπως περιέγραψε ο κατηγορούμενος «φτάσαμε στο Κοράλλι την καφετέρια. Βλέπω τον Παύλο Φύσσα και καμία εικοσαριά άτομα. Είχε τελειώσει ο αγώνας και δεν ξέρω αν ήταν παρέα του όλοι αυτοί ή απλώς τελείωσα ο αγώνας. Ήταν όλοι σταματημένοι μπροστά από την καφετέρια. Όλα έγιναν πολύ γρήγορα».
Μάλιστα ανέφερε ότι δεν γνώριζε καθόλου το θύμα κάτι που εξόργισε τον πατέρα του Παύλου Φύσσα που φώναξε «Είσαι ψεύτης!» από το σημείο που καθόταν.
«Ήταν ο Φύσσας με καμία εικοσαριά άτομα. Έκοψαν μετά οι μηχανές, έκοψα κι εγώ και με κατάλαβε ο Φύσσας και μου φώναξε «γαμώ το σπίτι σου».Ήταν μικρό το στενό, έκοψαν οι μηχανές, έκοψα κι εγώ. Δεν του απάντησα και άνοιξα την πόρτα για να κατέβω. Εκείνη τη στιγμή έρχεται ένα της ομάδας ΔΙΑΣ και μου χτυπάει το καπό και μου λέει «έλα, έλα», σαν να μου λέει φύγε. Έφυγα πήγα λίγο πιο κάτω και άφησα το αυτοκίνητο αλλά ήταν το μισό απ έξω. Βλέπω στο αντίθετο ρεύμα της Παναγή Τσαλδάρη μια θέση. Περίμενα να περάσουν 2 αυτοκίνητα και πήγα στο αντίθετο ρεύμα για να μπω να παρκάρω».
Π: Οι αστυνομικοί είπαν ότι υπήρχαν άνθρωποι με κοντάρια και λοστούς.
Κ: Δεν υπήρχε τέτοιο πράγμα
Π: Γιατί να το πουν αυτό οι αστυνομικοί;
Κ: Δεν ξέρω, αλλά δεν ήταν λογικό.
Π: Άρα είναι αναληθής αναφορά των αστυνομικών;
Κ: Έχουν κάνει πολλές αναληθείς αναφορές. Το ξέρετε.
«Μόλις άφησα το αυτοκίνητο βλέπω στο δρόμο το Φύσσα με 3-4 άτομα ακόμα. Είναι 2-3 μέτρα πιο πίσω του τα άτομα. Είναι μια παρέα. Φωνές άκουγα αλλά δεν ξέρω από που. Διασταυρώθηκαν τα βλέμματα μας. Είχαμε απόσταση 4 μέτρα. Έγιναν όλα σε δευτερόλεπτα. Μάλλον με θυμήθηκε και μου λέει «τι είναι ρε;» κι έρχεται κατά πάνω μου. Ανοίγω την πόρτα του αυτοκινήτου, τράβηξα χειρόφρενο και τράβηξα ένα μαχαίρι που είχα..»
Π: Μισό λεπτό. Γιατί πήρατε μαχαίρι; Ήσασταν στο αμάξι.
Κ: Τι να έκανα; Να έκλεινα τις ασφάλειες; Είχα ανοιχτά παράθυρα.
Π: Σήμερα αυτό θα κάνατε;
Κ: Ε, τι θα έκανα;
Π: Είχατε την ευχέρεια να φύγετε. Όπου σας βγάλει ο δρόμος
Κ: Πως να φύγω είχε κίνηση.
Π: Να κλείστε ασφάλειες και παράθυρα. Κρατούσε μαχαίρι ή κάτι;
Κ: Όχι δεν κρατούσε. Αλλά ήταν ένα δευτερόλεπτο μακριά και είχε και 3-4 άτομα μαζί.
Π: Εσείς πήγατε να βοηθήσετε κάποιον στο Κερατσίνι υποτίθεται. Γιατί σταματήσατε εκεί;
Κ: Όχι, δεν τον ήξερα. Ήξερα ότι θα τους κυνηγήσουν; Ότι θα πέσω πάνω του την ώρα που παρκάρω; Αυτός σκέφτηκε προφανώς ότι πάμε να τον κυκλώσουν, όχι ότι εγώ πάω να παρκάρω. Υπέθεσα ότι τους κυνήγησαν οι Χρυσαυγίτες και όταν με είδε μπροστά του σκέφτηκε ότι πάμε να τους κυκλώσουμε.