Τέσσερις κατηγορούμενους στη δίκη για την υπόθεση της Χρυσής Αυγής αναγνώρισε ως δράστες της επίθεσης σε βάρος των Αιγύπτιων αλιεργατών ένα εκ των θυμάτων, ο Μοχάμεντ Αμπού Χαμάντ. Ο μάρτυρας αναγνωρισε τους Αναστάσιο Πανταζή, Μάρκο Ευγενικό, Θωμά Μαρία και Κωνσταντίνο Παπαδόπουλο. Ο μάρτυρας πλησίασε το εδώλιο δείχνοντας με το δάχτυλο τους κατηγορουμένους.
Νωρίτερα, στην κατάθεση του ανέφερε : “Είμαι στην Ελλάδα από το 1997, έφθασα δυο μηνες αφού ήλθαν τα αδέλφια μου, Άχμεντ και Σάαντ. Ήμουν ψαράς στα καΐκια δύο χρόνια, δούλεψα σε ένα εργοστάσιο με πορτοκάλια, κι ύστερα ήρθα στην Αθήνα, δούλευα στην Ιχθυόσκαλα από το 2000. Εχουμε μαγαζί στο Πέραμα, από το 2006”.
“Ήταν τρεις το ξημέρωμα, κοιμόμασταν στο σπίτι ο Αχμεντ, ο Σααντ, σε ένα δωμάτιο, εγώ και δύο ανίψια μου σε άλλο δωμάτιο. Άκουσα χτυπήματα, κουνιόταν το σπίτι σαν να γινόταν σεισμός… Ηταν χτυπήματα με ξύλα, στην πόρτα και τα παράθυρα. (…) Κατάλαβα οτι η Χρυσή Αυγή ήλθε να μας σκοτώσει” περιέγραψε.
Σε αυτό το σημείο, μελη του ακροατηρίου γέλασαν δυνατά, προκαλώντας την αντίδραση της Προέδρου που απείλησε με αποβολή όποιου γελάει από την αίθουσα, ακόμη και του ακροατηρίου συνολικά.
“Είχα ακούσει ότι υπάρχει η Χρυσή Αυγή που χτυπάει ξένους στην Ομόνοια, στην Καλλιθέα”, εξήγησε ο μάρτυς, και συνέχισε την περιγραφή: “άνοιξα το παράθυρο μου και άρχισα να φωνάζω, είδα δέκα άτομα περίπου με μαύρες μπλούζες, με γράμματα μπροστά, μεγάλα γράμματα, “χρυσά”. Δεν διαβάζω Ελληνικά”.
Προεδρος: Όλοι φοράγανε τις μπλούζες αυτές;
Μαρτυς: Όλοι περίπου.
Προεδρος: Πώς ήταν αυτοί;
Μάρτυς: Όλοι νεαροί, περίπου 20-25 χρονών, ένας μόνο ήταν πιο μεγάλος, κι ένας λίγο παχουλός, τα μαλλιά του ανοιχτόχρωμα. Κοντά μαλλιά είχαν. Την πρώτη φορά φοβήθηκα, και έκλεισα γρήγορα το παράθυρο. Όταν βγήκε η γειτονιά, άρχισα να πετάω πράγματα από το παράθυρο, τότε σαν να είδα μια κοπέλα.
Προεδρος: Πήγατε στο δωμάτιο του αδερφού σας;
Μάρτυς: Όχι, έκλεισα το παράθυρο και έμεινα εκεί. Μετά είδα οτι το χωλ γέμισε με καπνό, δεν βγήκα, φοβήθηκα τη δύσπνοια. Είδαμε τον πυροσβεστήρα στο χωλ, τον πέταξαν μέσα στο σπίτι από το σπασμένο τζάμι της πόρτας.
(…)
Προεδρος: Πόση ώρα κράτησε αυτό μέσα στο σπίτι;
Μάρτυς: Πέντε – δέκα λεπτά.
Πρόεδρος: Τα αδέλφια σας, τι έκαναν;
Μάρτυς: Δεν έβλεπα, ήταν στο άλλο δωμάτιο, τους άκουγα να φωνάζουν να μην ανοίξουμε παράθυρα και πόρτες. Ήταν άσχημη μέρα.
Προεδρος: Αυτοί που ηταν έξω, τι λέγανε;
Μαρτυς: Φωνάζανε, αλλά δε συγκράτησα κάτι, ήμουν σε κακή κατάσταση. Φώναζαν όλοι μαζι.