Στις φυλακές Ναυπλίου οδηγείται σήμερα (03.12.2018) ο ενεχυροδανειστής Ριχάρδος, ο οποίος χθες κρίθηκε προφυλακιστέος για συμμετοχή στο κύκλωμα του λαθρεμπορίας χρυσού.
Στο Ναύπλιο και τις εκεί φυλακές οδηγείται σήμερα ο γνωστός ενεχυροδανειστής Ριχάρδος, ένα από τα πρόσωπα που εμπλέκονται στο κύκλωμα λαθρεμπορίας χρυσού και την Κυριακή (02.12.2018) μετά την απολογία του κρίθηκε προφυλακιστέος με τη σύμφωνη γνώμη ανακριτή και εισαγγελέα.
Ο Ριχάρδος πέρασε τη νύχτα κρατούμενος στην Υποδιεύθυνση Ασφάλειας Βορειοανατολικής Αττικής.
“Παρά τις προσπάθειές μας και παρά το ότι προσπαθήσαμε να βοηθήσουμε ανακριτή και εισαγγελέα να αντιληφθούν την υποδομή της υποθέσεως, αυτό δεν κατέστη δυνατό και αποφάσισαν την προσωρινή κράτηση” δήλωσε ο γνωστός ποινικολόγος Αλέξης Κούγιας, συνήγορος του κατηγορουμένου και πρόσθεσε ότι πεποίθησή του είναι ότι κυριάρχησε η ηχηρότητα της υποθέσεως και η δήλωση του Πρωθυπουργού που ουσιαστικά προκατέλαβε την κατάληξή της.
Στο πολυσέλιδο απολογητικό του υπόμνημα το οποίο κατέθεσε ενώπιον της ανακρίτριας διαφθοράς, ο Ριχάρδος δήλωνε παντελώς αθώος και εξαπολύοντας βολές κατά των αστυνομικών που διεξήγαγαν την έρευνα.
«Δεν είμαι ούτε μέλος ούτε (συν)αρχηγός οποιασδήποτε εγκληματικής οργάνωσης, δεν έχω διαπράξει ποτέ το αδίκημα της λαθρεμπορίας και δεν έχω νομιμοποιήσει ποτέ έσοδα από εγκληματικές δραστηριότητες» είναι ο βασικός υπερασπιστικός ισχυρισμός του γνωστού ενεχυροδανειστή, όπως αναλύεται διεξοδικά στο πολυσέλιδο υπόμνημα του.
Ταυτόχρονα ο Ριχάρδος εξαπολύει βολές κατά των αστυνομικών οι οποίοι διενήργησαν την προανάκριση επισημαίνοντας πως είναι παντελώς άσχετοι «με το αντικείμενο και δεν αντελήφθησαν ότι δεν στοιχειοθετείται λαθρεμπορία». Όσον αφορά τον συγκατηγορούμενο του και φερόμενο συναρχηγό κατά το κατηγορητήριο του κυκλώματος ο γνωστός ενεχυροδανειστής επισημαίνει στο υπόμνημα ότι συνεργαζόταν στο πλαίσιο νόμιμων εξαγωγών χρυσού στη Τουρκία.
Αναλυτικά, ο ιδιοκτήτης της αλυσίδας ενεχυροδανειστηρίων τονίζει στο απολογητικό του υπόμνημα ότι η επιχειρηματική του δραστηριότητα, ήταν νόμιμη, αναφέροντας χαρακτηριστικά «ως ενεχυροδανειστής δεν έχω παραλάβει ποτέ προϊόντα εγκληματικών πράξεων, είτε αυτοπροσώπως είτε μέσω των υπαλλήλων μου, καθόσον σε όλα τα καταστήματα υπάρχει προσωπικό που μεριμνά να εισέρχονται μόνο πελάτες που φέρουν δελτίο αστυνομικής ταυτότητας ή διαβατήριο, και σε περίπτωση ολοκλήρωσης της συναλλαγής να καταγράφονται τα στοιχεία τους στα βιβλία που προβλέπει η νομοθεσία.
Ουδέποτε έχει παραληφθεί στα καταστήματά μου έστω και ένα αντικείμενο άτυπα χωρίς να καταγραφεί η συναλλαγή, και ουδέποτε έχω παραλάβει αντικείμενα από τρίτους ενεχυροδανειστές ή πρόσωπα που συγκεντρώνουν αντικείμενα άνευ αδείας και παραστατικών. Σημειωτέον ότι οι μεταφορείς των κοσμημάτων από τα υποκαταστήματά μου προς το κεντρικό κατάστημα, οι οποίοι εργάζονται για την εταιρία «DK Hellas Security» έχουν επανειλημμένως υποστεί εξονυχιστικούς αστυνομικούς ελέγχους ως προς την προέλευση των κοσμημάτων και την καταγραφή αυτών στα βιβλία των επιχειρήσεών μου με αρνητικό πάντοτε αποτέλεσμα».
Παράλληλα ο Ριχάρδος τονίζει στο υπόμνημα πως «ουδέποτε ήρθα σε επικοινωνία με τους φερόμενους ως γυρολόγους ή «πασπαρτού» ή τρίτους ενεχυροδανειστές που πήγαιναν τιμαλφή στον ….(σς φερόμενο συναρχηγό) από διάφορα ενεχυροδανειστήρια, διότι με τη συγκεκριμένη δραστηριότητά του δεν είχα καμία γνώση, ανάμειξη ή ωφέλεια».
Αναφορικά με τις συναλλαγές του φερόμενου συναρχηγού με τους Κινέζους ο Ριχάρδος τονίζει «δεν έχω καμία γνώση, ανάμειξη, τηλεφωνική ή δια ζώσης συνομιλία ή φυσική παρουσία και τις πληροφορήθηκα το πρώτον από τη δικογραφία. Ουδέποτε έχω πραγματοποιήσει παράνομη εξαγωγή χρυσού μέσω λεωφορείων ή με οποιονδήποτε τρόπο, αφού οι εξαγωγές που πραγματοποιώ είναι πάντοτε νόμιμες μέσω του τελωνείου του Αεροδρομίου «Ελευθέριος Βενιζέλος».
Ενώ αντιθέτως η νόμιμη διαδικασία προϋποθέτει την κατάσχεση των αντικειμένων της λαθρεμπορίας κατ’ άρθρο 164 Τελωνειακού Κώδικα, την παράδοσή τους στην αρμόδια τελωνειακή αρχή κατ’ άρθρο 167 Τελωνειακού Κώδικα και τη σύνταξη έκθεσης προσδιορισμού τυχόν οφειλόμενων δασμών, φόρων κλπ από τον προϊστάμενο της τελωνειακής αρχής κατ’ άρθρο 169 Τελωνειακού Κώδικα.
Είναι μοναδική περίπτωση στα δικαστικά χρονικά να διαβιβάζεται στην Εισαγγελία δικογραφία λαθρεμπορίας από Τμήμα Ασφαλείας και όχι από το ΣΔΟΕ ή την αρμόδια Τελωνειακή Αρχή που γνωρίζουν την τελωνειακή νομοθεσία.
Συνέπεια της σκόπιμης προχειρότητας των αστυνομικών είναι η όλως εσφαλμένη αναφορά ότι δήθεν κατά την αστυνομική επιχείρηση προέκυψαν απώλειες εσόδων για το ελληνικό Δημόσιο άνω των 150 χιλιάδων ευρώ, επειδή μεταξύ άλλων στο ενεχυροδανειστήριό μου επί της οδού Πατησίων 32 κατασχέθηκαν 13,6 κιλά χρυσού σε μορφή σκραπ.
Εντούτοις, η κατοχή χρυσού δεν αποτελεί λαθρεμπορία, διότι δεν υπάγεται σε κάποια νομοτυπική μορφή του αδικήματος ούτε συνιστά απώλεια φόρων για το ελληνικό κράτος ούτε μπορεί κανείς να κατασκευάσει ποινικό αδίκημα με βάση την υπόθεση ότι στο μέλλον μπορεί αυτά να εξάγονταν στην Τουρκία, ειδικά μάλιστα όταν στην παρούσα υπόθεση αποδεικνύεται ότι η επιχείρησή μου εξήγαγε χρυσό στην Τουρκία νόμιμα μέσω του τελωνείου του αερολιμένα «Ελ. Βενιζέλος» και μάλιστα οι κατασχεθείσες στην επιχείρησή μου πλάκες χρυσού, όπως προκύπτει από την οικεία έκθεση κατάσχεσης, ήταν συσκευασμένες σε ειδικά πλαστικά κουτιά με ειδικές σφραγίδες ασφαλείας για εξαγωγή και ανέγραφαν τις παραλήπτριες εταιρείες στην Τουρκία, άρα δεν είχαν ούτε μπορούσαν να έχουν οποιαδήποτε σχέση με παράνομες εξαγωγές!»»
Παράλληλα, ο γνωστός ενεχυροδανειστής επισημαίνει στο υπόμνημά του ότι είχε μεγάλο κύκλο εξαγωγών χρυσού στο εξωτερικό τα τελευταία χρόνια που ανέρχεται σε εκατομμύρια ευρώ.«Η ύπαρξη σημαντικού αριθμού και αξίας εξαγωγών χρυσού και ασημιού μέσω τελωνείου αποδεικνύει ότι δεν υπήρχε σκοπός αποφυγής του ΦΠΑ στο πρόσωπό μου, διότι σε μια τέτοια περίπτωση δεν θα υπήρχε καμία νόμιμη εξαγωγή. Πιο συγκεκριμένα, όπως οι ίδιοι οι αστυνομικοί αναφέρουν στη σελίδα 35 του διαβιβαστικού, οι εξαγωγές χρυσού και ασημιού εκ μέρους μου μέσω του αεροδρομίου ανήλθαν σε αξία 13,1 εκ ευρώ για το 2017 και 17,4 εκ ευρώ για το έτος 2018 (μέχρι 13.9.2018), δηλαδή συνολικά 30 εκ. ευρώ και για τα δύο έτη μέχρι σήμερα. Παράλληλα, εκτιμούν αυθαίρετα ότι η αξία του παρανόμως (μέσω λεωφορείων) εξαχθέντος χρυσού ανήλθε μόλις στα 3 εκ. ευρώ. Όταν λοιπόν η αξία του χρυσού και του ασημιού που εξήγαγα νόμιμα, είναι δεκαπλάσια της αξίας του χρυσού που εξήχθη παρανόμως (από άλλα πρόσωπα και χωρίς δική μου γνώση και συμμετοχή), καθίσταται προφανές ότι όχι μόνο ότι η δική μου επιχειρηματική δραστηριότητα απόλυτα νόμιμη και διαφανής, αλλά και ότι δεν είχα πραγματικά κανένα λόγο και κανένα κίνητρο έστω και να διανοηθώ να προβώ σε παράνομη εξαγωγή χρυσού. Σημειωτέον ότι σε αυτή τη δικογραφία είμαι ο μόνος επιχειρηματίας – ενεχυροδανειστής, για τον οποίο υπάρχουν και εισφέρθηκαν από την ίδια την αστυνομική αρχή νόμιμες εξαγωγές χρυσού και ασημιού στο εξωτερικό».
Επίσης ο Ριχάρδος, επισημαίνει «ουδέποτε κατείχα “μαύρο” χρήμα και ουδέποτε διέθεσα “μαύρο” χρήμα σε προωθητικές ενέργειες, αλλ’ αντιθέτως τα χρήματα για τις διαφημίσεις των καταστημάτων προέρχονταν από τον κύκλο εργασιών μου που μόνο για το έτος 2017 ήταν 14,3 εκατομμύρια ευρώ, βάσει των φορολογικών μου δηλώσεων. Η δε αναφερόμενη ζημία 2,4 εκατομμύρια ευρώ δεν είναι πραγματική αλλά λογιστική, διότι στη λήξη της χρήσης 2017 κατείχα απούλητο χρυσό αξίας 9,8 εκατομμυρίων ευρώ, ο οποίος φορολογικά καταχωρείται στο παθητικό ως εμπορεύματα λήξης και όχι στο ενεργητικό».
Όσο αφορά τον συγκατηγορούμενο του ως συναρχηγό του κυκλώματος ο γνωστός ενεχυροδανειστής τονίζει στο ίδιο υπόμνημα ότι τον προσέγγισε το έτος 2015 και του πρότεινε να συνεργαστεί με εταιρείες συμφερόντων του ιδίου και του αδελφού του στην Τουρκία στο αντικείμενο της εξαγωγής χρυσού προς τη συγκεκριμένη χώρα.
«Μου ανέφερε ότι ήδη συνεργαζόταν με πολλά ενεχυροδανειστήρια και ότι η συγκεκριμένη εξαγωγή ήταν συμφέρουσα, διότι η Τουρκία δεν φορολογεί το χρυσό σε μορφή σκραπ, και ότι οι εταιρείες του πωλούν το χρυσό στο τουρκικό χρηματιστήριο χρυσού που λειτουργεί από το 1995. Πράγματι, η Τουρκία πραγματοποιεί τεράστιες εισαγωγές σε ακατέργαστο χρυσό και ασήμι, επειδή είναι μια από τις μεγαλύτερες χώρες σε παραγωγή και εμπορία κοσμημάτων, τόσο στους τουρίστες που την επισκέπτονται όσο και δια εξαγωγής σε τρίτα κράτη, όπως Ιράκ, Καναδάς, Ελβετία, Γερμανία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα κλπ, ενώ παράλληλα είναι η δεύτερη χώρα στον κόσμο μετά την Ινδία στην κατοχή χρυσού για λόγους επένδυσης».
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά στο απολογητικό υπόμμνημα «με τον καιρό και επειδή οι συναλλαγές μας εξελίσσονταν ομαλά, αναπτύχθηκε εμπιστοσύνη και με βοηθούσε κάποιες φορές σε εξωτερικές εργασίες που προηγούνται της αποστολής του χρυσού και του ασημιού στο αεροδρόμιο για εξαγωγή».