Το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο (με πρόεδρο την κ. Αικ. Σακελλαροπούλου και εισηγητή τον κ. Χ. Ντουχάνη) έκρινε οριστικά αντισυνταγματική διάταξη νόμου με την οποία εξαιρούνται από την ανάρτηση των δασικών χαρτών οι περιοχές όπου έχουν αναπτυχθεί «οικιστικές πυκνώσεις» (αυθαίρετα).
Ειδικότερα, οι δικαστές του ανώτατου ακυρωτικού δικαστηρίου έκριναν με την 685/2019 απόφασή τους, ότι η διάταξη του άρθρου 23 παρ. 4 του ν. 3889/2010, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 153 παρ. ΙΑ του ν. 4389/2016, με την οποία εξαιρούνται από την ανάρτηση των δασικών χαρτών οι επίμαχες περιοχές, είναι αντίθετη στο άρθρο 24 παρ. 1 του Συντάγματος.
Στην απόφαση του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου της χώρας, περιλαμβάνεται και η σκέψη ότι το πρόβλημα των οικιστικών πυκνώσεων δεν μπορεί να λυθεί με την επιβράβευση της αυθαίρετης δόμησης εντός δασών, «αντιθέτως δε προϋποθέτει την έγκυρη καταγραφή των δασών και των δασικών εκτάσεων στον αναρτώμενο δασικό χάρτη και κατ’ επέκταση στο δασολόγιο, την οποία, όμως, ματαιώνουν επ’ αόριστον οι επίμαχες διατάξεις. Πράγματι, ενώ ο νομοθέτης προβλέπει ειδική διαδικασία για την προσθήκη στο δασικό χάρτη και, εν τέλει, στο δασολόγιο, των δασικών εκτάσεων των κίτρινων περιγραμμάτων, όσων, δηλαδή, περιλαμβάνονται ακόμη και σε περιοχές για τις οποίες έχουν εκδοθεί διοικητικές πράξεις που, ενδεχομένως, ενθάρρυναν την πεποίθηση των πολιτών ότι αυτές δεν είναι δασικές (μη νόμιμες ή ασαφείς οριοθετήσεις οικισμών, ημιτελείς πολεοδομήσεις κ.λπ.), ο ίδιος νομοθέτης εμφανίζεται, ταυτοχρόνως, να εξαιρεί, και από την ανάρτηση ακόμη των δασικών χαρτών, εκτάσεις, ορισμένες από τις οποίες δομήθηκαν όλως αυθαιρέτως, χωρίς καμία ένδειξη νομιμοφάνειας και κατά προφανή παράβαση των κανόνων του κράτους δικαίου».
Μάλιστα για τους δικαστές, οι εν λόγω συγκεντρώσεις κτιρίων δεν εμπίπτουν ούτε σε πολεοδομημένες περιοχές ή νομίμως υφισταμένους οικισμούς, ούτε σε περιοχές υπό έγκριση σχεδίων ή υπό οριοθέτηση οικισμών, ενώ δεν προβλέπεται άλλη διαδικασία που θα διασφάλιζε ότι οι εκτάσεις αυτές θα συμπεριληφθούν στους οριστικούς δασικούς χάρτες. Για να καταλήξουν, ότι η εξαίρεση των οικιστικών πυκνώσεων από τους δασικούς χάρτες δεν εξυπηρετεί ούτε υπαγορεύεται από κάποιο σκοπό δημοσίου συμφέροντος, τουναντίον είναι απρόσφορη για την επιτάχυνση της κύρωσης των δασικών χαρτών ή για την ενημέρωση της Διοίκησης.
Οι σύμβουλοι επικρατείας επισημαίνουν πως «η συνταγματική υποχρέωση διαφύλαξης του εν γένει δασικού πλούτου της χώρας καθιστά κατ’ εξαίρεση μόνον επιτρεπτή τη μεταβολή της μορφής των δασικού χαρακτήρα εκτάσεων, εφόσον προέχει για την εθνική οικονομία η αγροτική εκμετάλλευση ή άλλη χρήση, επιβαλλόμενη από λόγους δημοσίου συμφέροντος, ενώ ουδέποτε αποτελεί προέχουσα χρήση η αξιοποίηση δασικού χαρακτήρα εκτάσεων για οικιστικούς σκοπούς, οι οποίοι δεν συνιστούν λόγους υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος, που θα δικαιολογούσαν τη μεταβολή του προορισμού του δάσους. Εξάλλου, ο συνταγματικός νομοθέτης, γνωρίζοντας ότι η προστατευτική του δασικού πλούτου νομοθεσία, οσοδήποτε ολοκληρωμένη και αυστηρή, δεν θα μπορούσε να εγγυηθεί την αποτελεσματική προστασία του χωρίς τον έγκυρο εντοπισμό και την καταγραφή των δασικού χαρακτήρα εκτάσεων, ανήγαγε σε συνταγματική υποχρέωση την κατάρτιση Δασολογίου, προκειμένου τα δασικά όργανα να προβαίνουν έγκαιρα στις αναγκαίες ενέργειες σε περίπτωση αθέμιτων επεμβάσεων σε δάσος ή δασική έκταση και να διευκολύνεται η άμεση αποκατάσταση της δασικής μορφής σε περιπτώσεις αλλοίωσης ή μεταβολής της από ανθρώπινες ενέργειες ή άλλα αίτια».
Κατόπιν τούτων, κρίθηκε ότι η προσβαλλόμενη κοινή υπουργική απόφαση, με την οποία ορίσθηκαν τα κριτήρια προσδιορισμού της οικιστικής πύκνωσης, είναι μη νόμιμη και ακυρωτέα.