Σύμφωνα με το ΑΠΕ – ΜΠΕ κατά τη διάρκεια της πρόσφατης επίσκεψής του στη χώρα, από τις 28 Ιανουαρίου έως και την 1η Φεβρουαρίου του 2013 ο Επίτροπος σημειώνει ότι αρκετά από τα κρούσματα ρατσιστικής βίας και εγκλημάτων μίσους, συνδέονται με μέλη, υποστηρικτές αλλά και βουλευτές του νεοναζιστικού- όπως το χαρακτηρίζει- πολιτικού κόμματος «Χρυσή Αυγή»
Ωστόσο, ο επίτροπος Μούιζνιεκς υπογραμμίζει ότι «η Διεθνής Σύμβαση για την Κατάργηση Κάθε Μορφής Φυλετικών Διακρίσεων και η Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, που έχουν επικυρωθεί και έχουν υπερνομοθετική ισχύ στην Ελλάδα, κάνουν δυνατή την επιβολή αποτρεπτικών, ποινικών και άλλων κυρώσεων και περιορισμών στις δραστηριότητες ατόμων που υποστηρίζουν και εμπλέκονται σε υποθέσεις ρατσιστικών και άλλων εγκλημάτων μίσους».
Το ίδιο ισχύει και για τέτοιου είδους δραστηριότητες πολιτικών οργανώσεων, περιλαμβανομένων και κομμάτων όπως η νεοναζιστική -όπως τη χαρακτηρίζει- «Χρυσή Αυγή», στις οποίες είναι δυνατό να επιβληθούν αποτελεσματικές κυρώσεις ή απαγόρευση, εάν χρειάζεται, καταλήγει ο επίτροπος.
Σύμφωνα, πάντα, με τις ίδιες πληροφορίες, στην έκθεσή του ο επίτροπος εκφράζει τη λύπη του γιατί η ρητορική που στιγματίζει μετανάστες χρησιμοποιείται ευρέως στην ελληνική πολιτική και τα μέτρα ελέγχου της μετανάστευσης οδήγησαν σε μεγαλύτερο στιγματισμό των μεταναστών.
Υποστηρίζει δε, ότι «ακόμη και η υπάρχουσα ελληνική νομοθεσία, παρόλο που δεν έχει εφαρμοστεί επαρκώς ή δεν έχει εφαρμοστεί καθόλου ως τώρα, έχει τη δυνατότητα να καταστείλει και να αποτρέψει εκδηλώσεις ρατσιστικών και άλλων μορφών διάκρισης, από άτομα και πολιτικές οργανώσεις».
Στην ίδια έκθεση, ο επίτροπος Μούιζνιεκς εκφράζει την έντονη ανησυχία του για τις συνεχιζόμενες αναφορές κακομεταχείρισης, περιλαμβανομένων και βασανιστηρίων, που διαπράττουν όργανα επιβολής του νόμου, κυρίως εναντίον μεταναστών και Ρομά.
Διαβάστε επίσης:
Σοβαρό θέμα ανησυχίας για τον επίτροπο αποτελεί και η χρησιμοποίηση της πρακτικής του «εθνοτικού προφίλ» από την ελληνική αστυνομία και επισημαίνει ότι τα όργανα επιβολής του νόμου, που ενεργούν με ρατσιστικά κίνητρα ή εναντίον των δημοκρατικών αρχών, πρέπει να τιμωρούνται και να απομακρύνονται από τη θέση τους.