Ειδικότερα, από τα συναρμόδια υπουργεία κατατέθηκε για νομοπαρασκευαστική επεξεργασία στο Ε’ Τμήμα του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος με το οποίο τροποποιείται το Π.Δ. 114/2010 που αφορά «την καθιέρωση ενιαίας διαδικασίας αναγνώρισης στους αλλοδαπούς και ανιθαγενείς του καθεστώτος του πρόσφυγα ή δικαιούχου επικουρικής προστασίας σε συμμόρφωση προς την οδηγία 2005/85/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές για τις διαδικασίες με τις οποίες τα κράτη-μέλη χορηγούν και ανακαλούν το καθεστώς του πρόσφυγα».
Συγκεκριμένα, το επίμαχο σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος προστίθεται ως νέο εδάφιο στο άρθρο 13 του Π.Δ. 114/2010 που αναφέρει: «Η κράτηση δύναται να παρατείνεται περαιτέρω, με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση των οργάνων της παραγράφου 3, εφόσον εξακολουθούν οι λόγοι που την επέβαλαν σύμφωνα με την παράγραφο 2. Η παράταση αυτή της κράτησης δεν δύναται να υπερβαίνει τους 12 μήνες. Στις περιπτώσεις αυτές η αίτηση ασύλου εξετάζεται κατά προτεραιότητα, σύμφωνα με τις βασικές αρχές και εγγυήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 8».
Όπως αναφέρει το Ε’ Τμήμα του ΣτΕ στην υπ’ αριθμ. 176/2012 γνωμοδότησή του (πρόεδρος η αντιπρόεδρος Αγγελική Θεοφιλοπούλου και εισηγήτρια η πάρεδρος Μαρλένα Τριπολιτσιώτη), το νομοθετικό καθεστώς προβλέπει ότι υπήκοος τρίτης χώρας ή ανιθαγενής, που αιτείται τη χορήγηση καθεστώτος πρόσφυγα και υποβάλλει αίτημα για την χορήγηση ασύλου, κατά το χρόνο που κρατείται και εκκρεμεί σε βάρος του διαδικασία απέλασης, παραμένει υπό κράτηση και η αίτησή του εξετάζεται με απόλυτη προτεραιότητα. Μέχρι την ολοκλήρωση της διοικητικής διαδικασίας ασύλου δεν απελαύνεται.
Αρχικά, ο ανώτατος χρόνος περιορισμού ήταν δύο μήνες, στη συνέχεια αυξήθηκε στους τρεις μήνες και μετά στους έξι. Τώρα με το υπό επεξεργασία σχέδιο διατάγματος ο χρόνος κράτησης αυξήθηκε στο ένα έτος.
Η νέα αυτή παράταση δόθηκε καθώς σημειώνεται μεγάλη καθυστέρηση στη λήψη όλων εκείνων των αναγκαίων εγγράφων που ζητούνται από τρίτες χώρες, αλλά και τις περιπτώσεις εκείνες που υπήκοος τρίτης χώρας αρνείται να συνεργαστεί με τις ελληνικές αρχές.
Μετά την πάροδο του ενός έτους ο αλλοδαπός πρέπει να μην είναι υπό καθεστώς κράτησης και να αφήνεται ελεύθερος.