Συνταξιούχοι της μεταπολίτευσης, κυρίως των πρόωρων και εθελούσιων εξόδων περιπατούν, τυχεροί εργαζόμενοι της κρίσης, δηλαδή σεκιουριτάδες, επιβλέπουν τις εισόδους, και τα οπαδικά στρατεύματα της βίας στο δίπολο του μπάσκετ δίνουν κάθε άνοιξη των τελευταίων χρόνων, τα αποκρουστικά ραντεβού τους.
Κάπως έτσι κυλά η ιστορία γύρω από το εθνικό φιλέτο, που μετά τους Ολυμπιακούς αγώνες έχει εκτεθεί τόσο στην εγκατάλειψη και σαπίζει, όπως και το μεγαλύτερο μέρος της χώρας.
Το Ελληνικό είναι ακόμη αεροδρόμιο γιατί κανείς αρμόδιος υπουργός δεν έχει πάρει την απόφαση να το καταργήσει, κρατώντας προφανώς ανοιχτό το ενδεχόμενο να διευκολύνει επενδυτές που θα το χρειαστούν για τα τζετ τους .
Αυτός ο πολιτικός δισταγμός της οριστικής κατάργησης του χώρου ως αεροδρόμιο δίνει την ευκαιρία στα ανώτατα δικαστήρια να εκδίδουν αποφάσεις επαναλειτουργίας των εγκαταστάσεων προς όφελος όσων το ζητούν , όπως για παράδειγμα οι αερολέσχες .
Πράγματι αποτελεί εθνικό γρίφο η τύχη της πολύτιμης έκτασης του πρώην αεροδρομίου ,που υπό προϋποθέσεις θα μπορούσε να αποτελέσει την εθνική βιτρίνα και το σημείο αναφοράς μιας αναταγμένης χώρας .
Το δυστύχημα είναι ότι αυτή η ευκαιρία μοιάζει να έχει χαθεί και αν υπάρξει αξιοποίηση προφανώς θα γίνει με τους εξευτελιστικούς σε αυτές τις περιπτώσεις όρους των επενδυτών, έναντι του γονατιστού ΤΑΙΠΕΔ.
Στο παλιό αεροδρόμιο του Ελληνικού μέσα στη χερσάδα των χώρων φτωχές κυρίες σκύβουν για χόρτα και εικόνες της ιστορίας των τελευταίων δεκαετιών , εμφανίζονται σαν φαντάσματα . Όπως τα κατάλοιπα των Βάσεων , όπως το τζάμπο της TWA με την ανατιναγμένη άτρακτο το 1985.
‘Όπως ο χειρουργημένος Ανδρέας με το νεύμα του το 1988, όπως η εναέρια συνοδεία με πολεμικά τζετ της σωρού της Μελίνας το 1994, όπως ο Κλίντον με την ομιλία του επί πίστας το 1999, όπως το πνεύμα των Ολυμπιακών στις εγκαταστάσεις, το 2004.
Αν υπάρχουν κάποιες περιοχές όπου ανάγλυφα παρουσιάζεται η κατάσταση, οι προοπτικές αλλά και τα αδιέξοδα της χώρας, ο πιο χαρακτηριστικός είναι αυτός του παλιού αεροδρομίου.