Στο αποκαλυπτικό κείμενο του κ. Σειραδάκη που ακολουθεί, δεν εξιστορείται μόνο η σπουδαιότητα του ναυαγίου, αλλά παρατίθεται αφήγηση για το πως εντοπίστηκε το ναυάγιο από τους Ελληνες σφουγγαράδες, καθώς και το πως ανακοινώθηκε με τον οπτικό τηλέγραφο που είχε εγκατασταθεί στην περιοχή για να στέλνει μηνύματα για την πορεία του πολέμου ανάμεσα στην Ελλάδα και την Οθωμανική αυτοκρατορία στην Κρήτη.
“Ο Μηχανισμός των Αντικυθήρων ήταν ένας φορητός αναλογικός υπολογιστής εκπληκτικής τεχνολογίας” υποστηρίζει αρχικά ο Ι.Χ. Σειραδάκης και συνεχίζει: “Κατασκευάστηκε πριν από 2000 χρόνια και χρησιμοποιείτο για τον ακριβή υπολογισμό της θέσης του Ηλίου, της Σελήνης και, πιθανώς, των πλανητών, στον ουρανό. Υπολόγιζε τις φάσεις της Σελήνης, προέβλεπε εκλείψεις και προσδιόριζε την ημερομηνία τέλεσης των αρχαίων στεφανιτών αγώνων.
Ήταν συναρμολογημένος σε ένα ξύλινο κιβώτιο (πυξίδα) διαστάσεων 32 εκ. × 16 εκ. × 10 εκ. (περίπου όσο ένα σημερινό Laptop!). Την μπροστινή και την πίσω επιφάνεια κάλυπταν μπρούτζινες πλάκες, με ημερολογιακές ή αστρονομικές κλίμακες και δείκτες. Οι επιφάνειες αυτές προστατευόταν από δύο (επίσης) ξύλινα εξωτερικά καλύμματα, στα οποία
ήταν προσαρμοσμένες πυκνογραμμένες μπρούτζινες πλάκες. Περιείχε τουλάχιστον 30 συνεργαζόμενους οδοντωτούς τροχούς (γρανάζια) και η πολυπλοκότητά του είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτήν όλων των συσκευών που κατασκεύασε ο άνθρωπος κατά την επόμενη χιλιετία.
Είναι τόσο σημαντικός για την εξέλιξη της Τεχνολογίας, όσο και η Ακρόπολη για την εξέλιξη της Αρχιτεκτονικής. Παρόμοιος αρχαίος μηχανισμός δεν έχει βρεθεί μέχρι σήμερα. Έτσι εύλογα γεννάται το ερώτημα τι τεχνική υποδομή υπήρχε την εποχή που κατασκευάστηκε και τι απέγινε η γνώση και η τέχνη που περιείχε. Όπως αναφέρει ο Φυσικός,
Μαθηματικός και Ιστορικός των Επιστημών, Ντέρεκ Ντε Σόλα Πράις (de Solla Price, 1974), «είναι το παλαιότερο δείγμα επιστημονικής τεχνολογίας που διασώζεται μέχρι σήμερα και αλλάζει τελείως τις απόψεις μας για την αρχαία ελληνική τεχνολογία».
Τον Απρίλιο του 1900 Συμιακοί σφουγγαράδες, επιβαίνοντας σε δύο μικρά σφουγγαράδικα καΐκια, αναγκάστηκαν να αγκυροβολήσουν στα Αντικύθηρα λόγω σφοδρής θαλασσοταραχής (Σβορώνος 1900). Τη Μ. Τρίτη, 4 Απριλίου 1900, σύμφωνα με το Ιουλιανό ημερολόγιο, ένας από τους πιο έμπειρους δύτες, ο Ηλίας Λυκοπάντης βούτηξε, πιθανώς για να μαζέψει θαλασσινά για το νηστίσιμο γεύμα τους. Αντί θαλασσινών, προς μεγάλη έκπληξη του ιδίου και του καπετάνιου, ο Ηλίας ανέσυρε από το βυθό τον βραχίονα ενός μπρούτζινου αγάλματος και ανέφερε την ύπαρξη ενός μεγάλου ναυαγίου.
Την ύπαρξη του ναυαγίου επιβεβαίωσε ο καπετάνιος, Δημήτριος Κοντός. Είχαν ανακαλύψει, σε βάθος περίπου 50
μέτρων, ένα από τα πλουσιότερα αρχαία ναυάγια που έμελλε να γίνει γνωστό ως το «Ναυάγιο των Αντικυθήρων».
Η είδηση της ανακάλυψης γρήγορα διαδόθηκε στους κατοίκους του μικρού νησιού. Παρ’ όλα αυτά, οι σφουγγαράδες, καθώς είχαν πληρωθεί για να μαζέψουν σφουγγάρια, συνέχισαν την πορεία τους προς τις ακτές της Β. Αφρικής και επέστρεψαν στη Σύμη μετά από μερικούς μήνες. Σύμφωνα με πληροφορίες από παλαιούς σφουγγαράδες και
απογόνους αυτών, η αλιεία σφουγγαριών άρχιζε τον Απρίλιο (όταν ο καιρός βελτιωνόταν) και κρατούσε μέχρι το Φθινόπωρο.
Λίγους μήνες αργότερα η Αρχαιολογική Υπηρεσία ξεκίνησε μια σειρά συστηματικών ενάλιων ανασκαφών, με τη βοήθεια του οπλιταγωγού «Μυκάλη», κατά τη διάρκεια των οποίων ανασύρθηκαν σημαντικά ευρήματα, όπως για παράδειγμα ο περίφημος Έφηβος των Αντικυθήρων και ο Φιλόσοφος των Αντικυθήρων, πολλά από τα οποία εκτίθενται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο στην Αθήνα.
Ανάμεσά τους ήταν και ο Μηχανισμός των Αντικυθήρων, ο οποίος, διαβρωμένος, κομματιασμένος και απολιθωμένος πλέον μετά από 2000 χρόνια στο βυθό της θάλασσας, έμελλε να αλλάξει τη γνώμη πού είχαμε μέχρι σήμερα για τις τεχνολογικές ικανότητες των προγόνων μας.
Ο οπτικός τηλέγραφος (ο οποίος συχνά αποκαλείται ηλιογράφος) ήταν ένα απλό, αλλά αποτελεσματικό μέσο επικοινωνίας για μεγάλες αποστάσεις κατά τα τέλη του 19ου και αρχές του 20ου αιώνα. Η επικοινωνια επιτυγχάνονταν με τη μετάδοση οπτικών παλμών (συνήθως με κωδικοποίηση σημάτων Μορς), χρησιμοποιώντας το ανακλώμενο φως του ήλιου από καθρέφτες.
Οι οπτικοί παλμοί παρήγονταν είτε με στιγμιαία κλίση του καθρέφτη κατά λίγες μοίρες προς τα πάνω ή προς τα κάτω, είτε με τη χρήση ενός σκίαστρου. Ο οπτικός τηλέγραφος που χρησιμοποιήθηκε κατά την Κρητική εξέγερση του 1897 ήταν πιθανώς τύπου Mance Mark V ή παραλλαγή του (Goode 1875).
Ο πόλεμος μεταξύ Ελλάδας και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έληξε σύντομα με την παρέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων. Το 1900, ο ελληνικός στρατός είχε ήδη αποσυρθεί από την Κρήτη και οι χειριστές των οπτικών τηλεγράφων είχαν εγκαταλείψει τα νησιά. Ωστόσο, ο χειριστής του οπτικού τηλέγραφου των Αντικυθήρων, εκμεταλλευόμενος τη στρατιωτική και διοικητική γραφειοκρατία, παρέμεινε στον Ποταμό, το μικρό λιμάνι των Αντικυθήρων, απολαμβάνοντας τη φτηνή και απλή ζωή του νησιού και το μηνιαίο μισθό του!
Δέκα ημέρες μετά την ανακάλυψη του ναυαγίου, την Παρασκευή 14 Απριλίου 1900, εορτή της Ζωοδόχου Πηγής, οι κάτοικοι του Καψαλίου (του λιμανιού των Κυθήρων) διαπίστωσαν, προς μεγάλη έκπληξή τους, ότι ο τηλεγραφητής των Αντικυθήρων ζητούσε επείγουσα επικοινωνία. Μετά από λίγο η επικοινωνία αποκαταστάθηκε και διήρκεσε περίπου μία ώρα, κατά την οποία οι κάτοικοι και οι διοικητικές αρχές των Κυθήρων ενημερώθηκαν για την ανακάλυψη του ναυαγίου των Αντικυθήρων με την επίμονη παράκληση να προωθήσουν το μήνυμα στην Αθήνα, πράγμα το οποίο έγινε.
Στο Υπουργείο Παιδείας (αρμόδιο για πολιτιστικά θέματα) και τους αρχαιολογικούς κύκλους η ανακοίνωση της ανακάλυψης έφερε κάποια δικαιολογημένη δραστηριότητα, αλλά μετά από διερεύνηση του πρόσφατου βίου και της
φήμης του τηλεγραφητή των Αντικυθήρων απορρίφθηκε ως «προϊόν κρασοκατάνυξης”!
Υπάρχουν ορισμένες αντιφάσεις στην παραπάνω ανακοίνωση. Ωστόσο, πρόκειται για μια ζωντανή περιγραφή της ανακάλυψης του ναυαγίου των Αντικυθήρων.
Ο συντάκτης του άρθρου (Λυκούδης, 1950) το οποίο δημοσιεύθηκε στο τεύχος της 9ης Δεκεμβρίου 1950 στην Επιθεώρηση «Ήλιος», είναι ο Στυλιανός Λυκούδης (1878-1958), ο οποίος μαζί με τον πατέρα του Εμμανουήλ Λυκούδη (1849 – 1925) παρακολουθούσε, ως νεαρός ναυτικός την ανέλκυση των ευρημάτων του ναυαγίου των Αντικυθήρων, επί του οπλιταγωγού «Μυκάλη», το 1900 – 1901.
Θεωρείται ως ένα συνεπές και αξιόπιστο πρόσωπο. Το 1939 εξελέγη τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.