Ο κ. Μαχαίρας επισημαίνει ότι «το νέο νομοθέτημα της διαμεσολάβησης που προέκυψε ύστερα από διεξοδικές επιστημονικές και ουσιαστικές συζητήσεις της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής, που περιελάμβανε εκπροσώπους κάθε κλάδου, ανάμεσα τους και πολλούς δικαστές, εκπροσώπους της Ολομέλειας Δικηγορικών Συλλόγων, επιστημονικών φορέων κ.α. είναι να επιλύσει προβλήματα και αστοχίες που ανεδείχθησαν από την καθημερινή πρακτική επί μια επταετία και πάντα με γνώμονα το συμφέρον των πολλών και την εξυπηρέτηση των καλώς νοουμένων συμφερόντων τους, χωρίς φυσικά να επιχειρεί υποκατάσταση της παραδοσιακής απονομής της Δικαιοσύνης από τα δικαστήρια».
Αύριο ο υπουργός Δικαιοσύνης Σταύρος Κοντονής θα δώσει συνέντευξη Τύπου για το νομοσχέδιο.
Ολόκληρη η ανακοίνωση του προέδρου της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής μεταρρύθμισης του θεσμού της Διαμεσολάβησης αρεοπαγίτη Χ. Μαχαίρα έχει ως εξής:
Η νομοθεσία περί διαμεσολάβησης καθώς και ο βασικός νόμος 3898/2010 που ισχύει μέχρι σήμερα αντικαθίσταται πλέον από ένα σύγχρονο πλαίσιο που επιλύει κενά και προβλήματα όπως αυτά διαπιστώθηκαν από τη καθημερινή πρακτική. Η δικαστική μεσολάβηση, της οποίας τον ρόλο του μεσολαβητή έχουν δικαστές, παρά τη νομοθετική θέσπιση της τα προηγούμενα χρόνια, δεν έχει τα αναμενόμενα αποτελέσματα.
Το κύρος του δικαστή, επιτρέπει τη διαχείριση υποθέσεων δυσχερών και πολύπλοκων που θα μπορούσαν να επιλυθούν με τη διαδικασία της δικαστικής μεσολάβησης αφαιρώντας από το δικαστικό σύστημα, υποθέσεις που αλλιώς θα χρόνιζαν σε αυτό με τα αντίστοιχα δυσμενή αποτελέσματα, καθώς δεν αμφισβητείται ότι και η δικαστική μεσολάβηση είναι ταχεία και πάντως ασύγκριτα ταχύτερη της δημόσιας δίκης. Κατ’ ακολουθία, δεν τίθεται θέμα ανταγωνισμού των δύο διαδικασιών, αλλά εποικοδομητικής συνεργασίας τους.
Σε άρθρο του Προέδρου και του Εκπροσώπου Τύπου της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, που δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, αναφέρονται μεταξύ άλλων και στον κίνδυνο ιδιωτικοποίησης της Δικαιοσύνης.
Επ’ αυτού όμως ειδικότερα πρέπει να σημειωθούν τα εξής:
Από τη γενική θεωρία περί διαμεσολάβησης, όπως αυτή διαμορφώθηκε και διαμορφώνεται παγκοσμίως αλλά και ειδικότερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αποδεικνύεται ότι ο θεσμός αυτός ουδεμία σχέση έχει με την απονομή της δικαιοσύνης αυτής καθεαυτήν και κατ’ επέκταση ουδεμία σχέση έχει με τυχόν ιδιωτικοποίησή της.
Η διαμεσολάβηση δεν αντικαθιστά τη δικαστική κρίση, ούτε υποχρεώνει σε λύση κάποια από τις ενδιαφερόμενες πλευρές. Ο διαμεσολαβητής, επιχειρεί να βοηθήσει τα ενδιαφερόμενα μέρη να βρουν μία κοινώς αποδεκτή λύση ώστε να αποφευχθεί η προσφυγή στο δικαστήριο. Η υποχρεωτικότητα για παραπομπή ορισμένων διαφορών στη διαμεσολάβηση, όπως αυτή καθιερώνεται με τον νέο νόμο, αφορά αποκλειστικά και μόνο την υποχρέωση των μερών να επιχειρήσουν να επιλύσουν φιλικά τη διαφορά τους, προτού ασκήσουν το αναφαίρετο και συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμά τους να προσφύγουν στο Δικαστήριο, δικαίωμα το οποίο ουδόλως θίγεται.
Το νέο νομοθέτημα της διαμεσολάβησης που προέκυψε ύστερα από διεξοδικές επιστημονικές και ουσιαστικές συζητήσεις της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής, που περιελάμβανε εκπροσώπους κάθε κλάδου, ανάμεσα τους και πολλούς δικαστές, εκπροσώπους της Ολομέλειας Δικηγορικών Συλλόγων, επιστημονικών φορέων κ.α. είναι να επιλύσει προβλήματα και αστοχίες που ανεδείχθησαν από την καθημερινή πρακτική επί μια επταετία και πάντα με γνώμονα το συμφέρον των πολλών και την εξυπηρέτηση των καλώς νοουμένων συμφερόντων τους, χωρίς φυσικά να επιχειρεί υποκατάσταση της παραδοσιακής απονομής της Δικαιοσύνης από τα δικαστήρια.