Ο Δανός φιλόσοφος Σέρεν Κίρκεγκορ αναρωτήθηκε στο μέσα του 19ου αιώνα , πόσοι από τους λεγόμενους χριστιανούς είναι πραγματικοί χριστιανοί.
Τα έβαζε με τον κλήρο της χώρας του, κατηγορώντας τον για υποκρισία , εν τούτοις κηδεύτηκε με τιμές από τον ιερωμένο αδελφό του.
Ο Κίρκεγκορ ήταν χριστιανός με την έννοια των προδιαγραφών που έθετε ο Απόστολος Παύλος , δηλαδή πορεία προς τη λύτρωση και τη σωτηρία μέσω του θανάτου και της πίστης ενώ ένα από τα έργα του τιτλοφορείται «ασθένεια προς θάνατον ». Όπου ως ασθένεια οριζόταν η απελπισία ως επίγνωση της αμαρτίας και ως θεραπεία της απελπισίας και όχι του θανάτου, η πίστη.
Με αφορμή την μεταφορά των λειψάνων της Αγίας Βαρβάρας από την Βενετία στην Αθήνα έχει στηθεί ένα σκηνικό αναμέτρησης πολιτικών και εκκλησιαστικών παραγόντων γύρω από την δυναμική και την επιρροή της θρησκείας στην χειμαζόμενη κοινωνία . Μιας κοινωνίας που για πρώτη φορά στις τελευταίες δεκαετίες έχει βρεθεί τόσο ανοχύρωτη από πλευράς περίθαλψης και μάλιστα σε περίοδο σαρωτικών προόδων στην ιατρική και φαρμακευτική αντιμετώπιση ασθενειών.
Το σκηνικό, εν μέσω δραματικών διεργασιών για την χρηματοδότηση της χώρας και τη συνέχιση της λειτουργίας της , θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι ανόητο και ευτελές , ειδικά όταν από την μια πλευρά στοιχίζονται θρησκόληπτοι της εκκλησίας και από την άλλη ιδεοληπτικοί της πολιτικής . Με ενισχυμένες δόσεις υποκρισίας εκατέρωθεν.
Τίποτα δεν βγαίνει έτσι και καμιά προπαγάνδα δεν εξυπηρετείται. Ούτε η αναγκαιότητα της αποκοπής της εκκλησίας από το κράτος με κύριο λογιστικό αποτέλεσμα την αποκοπή από το γενικό λογιστήριο της μισθοδοσίας των ιερέων και την εισροή εσόδων από την ενδεχόμενη ειδική φορολόγηση της εκκλησιαστικής περιουσίας.
Αλλά ούτε και η χρησιμότητα της εκκλησίας στο κοινωνικό έργο που επιτελείται, στα χρόνια της κρίσης , από ενορίες και μητροπόλεις στους τομείς της διανομής συσσιτίων, της περίθαλψης ηλικιωμένων ή της λειτουργίας διαφόρων άλλων δομών φιλανθρωπίας και αλληλεγγύης. Δραστηριότητες που αμβλύνουν την εικόνα έλλειψης και απραγίας των κρατικών δομών.
Το λείψανο της Αγίας Βαρβάρας μεταφέρθηκε από την Κωνσταντινούπολη στην Βενετία πριν από περίπου χίλια χρόνια στο πλαίσιο πολιτικών και κοινωνικών σκοπιμοτήτων της εποχής. Η ολιγοήμερη μεταφορά του ,επ’ ευκαιρία εκκλησιαστικών επετείων, στην Αθήνα της χρεοκοπίας ,σε περίοδο αναμέτρησης των σχέσεων εκκλησίας- κράτους της πρώτης αριστερής κυβέρνησης ήταν ατυχής έμπνευση.
Εκτός κι αν τα επίπεδα της συλλογικής απελπισίας από την εξέλιξη του δημόσιου χρέους ως εθνικής ασθένειας προς θάνατον , είναι τέτοια ώστε να δίνουν έδαφος για όσα απότοκα θρησκοληψίας ,ιδεοληψίας, πίστης και υποκρισίας βλέπουμε και ακούμε αναμεμιγμένα ,τις τελευταίες μέρες από την Αγία Βαρβάρα ως τον Άγιο Σάββα.