Μέχρι τον Ιούνιο σκοπεύει η κυβέρνηση να υλοποιήσει τον πρόγραμμα για την αντικατάσταση κλιματικών, ψυγείων και καταψυκτών. Η εξοικονόμηση εκτιμάται ότι θα είναι από 150 έως 300 ευρώ.
Το ποσοστό επιδότησης για την αντικατάσταση κλιματιστικών, ψυγείων και καταψυκτών θα κυμαίνεται από το 30% έως 50%. Βασική προϋπόθεση για την υπαγωγή στο πρόγραμμα, είναι η ανακύκλωση των παλιών συσκευών (κλιματιστικών, ψυγείων και καταψυκτών) καθώς οι συσκευές αυτές δημιουργούν τα μεγαλύτερα φορτία ηλεκτρικής ενέργειας.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Κάθε νοικοκυριό μπορεί να αλλάξει έως τρεις συσκευές και προτεραιότητα θα δοθεί σε ευάλωτες κοινωνικές ομάδες.
Η διαδικασία αίτησης υπαγωγής θα γίνεται με ηλεκτρονική αίτηση στο πληροφοριακό σύστημα του προγράμματος, ενώ οι ενδιαφερόμενοι θα μπορούν να υποβάλουν αίτηση και απευθείας στα καταστήματα λιανικής. Η επιδότηση θα χορηγείται στους ωφελούμενους με εκπτωτικό κουπόνι, το οποίο θα αφαιρείται από την τιμή των νέων ηλεκτρικών συσκευών.
Το πληροφοριακό σύστημα θα αξιολογεί αυτόματα τις αιτήσεις των πολιτών με βάση τα εισοδηματικά και κοινωνικά κριτήρια και θα τους κατατάσσει στην αντίστοιχη κλίμακα επιδότησης. Η παράδοση και τοποθέτηση των νέων συσκευών θα γίνεται παράλληλα με τη συλλογή των παλιών για ανακύκλωση. Τα στάδια υλοποίησης της διαδικασίας θα ελέγχονται αυτόματα από την ψηφιακή πλατφόρμα.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Μετά τις δηλώσεις του αρμόδιου υπουργού, Κώστα Σκρέκα, το μεσημέρι του Σαββάτου (05.02.2022) το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας ανακοίνωσε τις προδιαγραφές του προγράμματος «Αντικατάστασης και ανακύκλωσης ενεργοβόρων ηλεκτρικών συσκευών» που θα έχει προϋπολογισμό ύψους 100 εκατ. ευρώ. Δεν αποκλείεται, αν χρειαστεί, να εξασφαλιστούν επιπλέον πόροι, αλλά αυτό θα κριθεί από τη ζήτηση.
Τα βασικά σημεία του προγράμματος, σύμφωνα με το ΕΠΕΝ, περιλαμβάνουν τα εξής:
- Τα ωφελούμενα νοικοκυριά θα έχουν τη δυνατότητα να αντικαταστήσουν έως και τρεις ηλεκτρικές συσκευές.
- Από το πρόγραμμα θα ωφεληθούν 200.000 νοικοκυριά.
- Τα ποσοστά επιδότησης θα κυμανθούν από 30% έως 50% ανά νοικοκυριό, ανάλογα με το ετήσιο εισόδημα. Για την αξιολόγηση των αιτήσεων θα ισχύσουν κοινωνικά και εισοδηματικά κριτήρια, με το ετήσιο εισόδημα να αποτελεί το σημαντικότερο από αυτά. Προτεραιότητα θα δοθεί σε ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, όπως ΑμεΑ, μονογονεϊκές οικογένειες και σε πολύτεκνους.
- Εκτιμάται ότι θα αντικατασταθούν και θα ανακυκλωθούν περισσότερες από 380.000 ενεργοβόρες συσκευές.
- Η μέση εξοικονόμηση ενέργειας που θα έχει το κάθε νοικοκυριό εκτιμάται στις 1.000 KWh τον χρόνο. Αυτό σημαίνει πως ένα νοικοκυριό με μεσαία κατανάλωση, έως και 5.000 KWh τον χρόνο, αναμένεται να πετύχει έως και 25% εξοικονόμηση ενέργειας. Στις περιπτώσεις μεγαλύτερης χρήσης, το ποσοστό μπορεί να ξεπεράσει ακόμα και το 40%.
- Από την εξοικονόμηση αυτή, εκτιμάται ότι οι πολίτες θα δουν μείωση στους λογαριασμούς ρεύματος των νοικοκυριών τους από 150 έως 300 ευρώ τον χρόνο.
- Η συνολική εξοικονόμηση ηλεκτροπαραγωγής που θα πετύχει η χώρα μας, με την εφαρμογή του προγράμματος, εκτιμάται ότι θα φτάσει τις 209.000 MWh τον χρόνο.
- Η Ελλάδα θα πετύχει σημαντική μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατά 126.000 τόνους ανά έτος.
- Το όφελος της ελληνικής οικονομίας από τη μείωση των εισαγωγών φυσικού αερίου και πετρελαίου, λόγω της εγκατάστασης νέων συσκευών, υπολογίζεται ότι θα ανέλθει στα 15 έως 27 εκατ. ευρώ το χρόνο.
Σε περίπτωση εξάντλησης της διαθέσιμης χρηματοδότησης, προβλέπεται η δημιουργία λίστας επιλαχόντων, οι οποίοι θα μπορούν να επωφεληθούν με την εξασφάλιση επιπλέον πόρων.
Ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κώστας Σκρέκας, δήλωσε: «Σε μια δύσκολη συγκυρία, λόγω των μεγάλων ανατιμήσεων στην ηλεκτρική ενέργεια εξαιτίας της διεθνούς ενεργειακής κρίσης, εκτός από τις άμεσες επιδοτήσεις στους λογαριασμούς ρεύματος, βοηθάμε τα νοικοκυριά να μειώσουν σε μόνιμη βάση το ενεργειακό τους κόστος, με την αντικατάσταση παλιών και ενεργοβόρων ηλεκτρικών συσκευών. Το ετήσιο κόστος της εξοικονομούμενης ενέργειας για τους δικαιούχους θα προσεγγίσει τα 40 εκατομμύρια ευρώ. Το νέο πρόγραμμα θα συμβάλλει και στην αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, καθώς θα οδηγήσει σε μείωση εκπομπών κατά 126.000 τόνους διοξειδίου του άνθρακα κάθε χρόνο».