Δριμεία απάντηση έδωσε η διοικητική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, που συνεδρίασε σήμερα, στο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το κράτος δικαίου στη χώρα μας.
Με ψήφους 49 έναντι 13 η διοικητική Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου του Αρείου Πάγου αναφέρεται στο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και κάνει λόγο για «ανεπίτρεπτη και ευθεία παρέμβαση στο έργο των ελληνικών δικαστικών αρχών, σε σωρεία υποθέσεων που είναι δικαστικά εκκρεμείς, με αναπόδεικτες και ατεκμηρίωτες αιτιάσεις».
Η διοικητική Ολομέλεια συνεδρίασε με πρωτοβουλία της Προέδρου του Αρείου Πάγου, Ιωάννας Κλάπα, και τη συμμετοχή της Εισαγγελέως, Γεωργίας Αδειλίνη, ενώ εισηγητής ήταν ο αρεοπαγίτης, Παναγιώτης Λυμπερόπουλος.
Ο εισηγητής αρχίζοντας από την υπόθεση των Τεμπών, είπε ότι η δικαιοσύνη έχει προχωρήσει σημαντικά τις έρευνες για την τραγωδία με τα 57 θύματα. Όσον αφορά τα πολιτικά πρόσωπα τόνισε ότι δεν έχει καμία αρμοδιότητα η δικαιοσύνη, καθώς από το ελληνικό σύνταγμα την εν λόγω αρμοδιότητα για τους πολιτικούς την έχει αναθέσει μόνον στη Βουλή.
Τώρα, αναφορικά με την υπόθεση των υποκλοπών, ο κ. Λυμπερόπουλος είπε πως πρόκειται για ανεπίτρεπτη παρέμβαση στο έργο των εισαγγελικών και δικαστικών αρχών.
Στο ίδιο πλαίσιο ο κ. Λυμπερόπουλος αναφέρθηκε και στην υπόθεση του Ζακ Κωστόπουλου, καθώς είπε ότι έχουν δικαστεί και καταδικαστεί οι δράστες σε πρώτο βαθμό και η δίκη γίνεται τώρα στο εφετείο, ενώ ανάλογη θέση έλαβε και στις αιτιάσεις για τη δολοφονία του δημοσιογράφου Γιώργου Καραϊβαζ, τονίζοντας μεταξύ άλλων, ότι η δικαιοσύνη διερευνά την υπόθεση, ότι ήδη έχουν απολογηθεί εμπλεκόμενοι και έχουν υπάρξει προφυλακίσεις.
Παράλληλα, σχετικά με τον τρόπο επιλογής της ηγεσίας της δικαιοσύνης ο κ. Λυμπερόπουλος τόνιζε ότι η σχετική διαδικασία επιλογής γίνεται σε τήρηση του συντάγματος με όρους νομιμότητας, τονίζοντας ότι οι αστήρικτες αναφορές στο Ψήφισμα εμφανίζουν την ελληνική δικαιοσύνη ως υποχείριο της πολιτικής.
Επίσης, ο κ. Λυμπερόπουλος απέκρουσε ως αόριστες και ατεκμηρίωτες τις αιτιάσεις για τις έρευνες στο πολύνεκρο ναυάγιο ανοικτά της Πύλου, σημειώνοντας ότι επιχειρείται με το Ψήφισμα ευθεία παρέμβαση στο έργο των ελληνικών δικαστικών αρχών.
Ο εισηγητής είπε πως το ίδιο ισχύει και για για την αντιμετώπιση των θυμάτων βιασμού και σεξουαλικής βίας, υποστηρίζοντας ότι οι εισαγγελικές αρχές επιλαμβάνονται κάθε καταγγελίας, υπάρχει ειδικός εισαγγελέας ανηλίκων και η εισαγγελική αρχή ορίζει εισαγγελείς για τον χειρισμό ειδικά θεμάτων για ανήλικα, υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας και trafficking.
Ο εισηγητής κατέληξε ότι το Ψήφισμα υιοθετεί αμφισβητούμενα δεδομένα και συμπεράσματα που έχουν εξαχθεί χωρίς τεκμηρίωση με την παράθεση ψευδών και μη επιβεβαιωμένων πληροφοριών. Πρόσθεσε δε ότι όλα αυτά πλήττουν τη δικαιοσύνη, καθώς όπως τόνισε, είναι δυνατόν να εγκατασταθεί στους πολίτες και τα κοινοτικά όργανα η εντύπωση ότι το κράτος δικαίου στην Ελλάδα υποχωρεί εξ αιτίας διαφθοράς που περιλαμβάνει και το δικαστικό σώμα.
Αντίθετα, 13 μέλη της διοικητικής Ολομέλειας του Αρείου Πάγου ότι η υπόθεση είναι πολιτικού χαρακτήρα και πρέπει να μην απαντήσει το ανώτατο δικαστήριο.