Όπως τονίζουν, «Η απόφαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (ΚΑΣ) αποτελεί “δικαίωση του αγώνα του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων (ΣΕΑ), προκειμένου να μην καταστρατηγηθεί ο Αρχαιολογικός Νόμος».
Και αναφέρεται στη διακοπή της συνεδρίασης του ΚΑΣ της 27ης Σεπτεμβρίου.
Η συνεδρίαση αφορούσε την έγκριση ή μη του Σχεδίου Ολοκληρωμένης Ανάπτυξης (ΣΟΑ) και της Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ) για το Ελληνικό.
«Η εφαρμογή της νόμιμης διαδικασίας δεν επιφέρει καθυστερήσεις», λένε.
Και προσθέτουν: «αν η κήρυξη του αρχαιολογικού χώρου είχε γίνει εδώ και τόσους μήνες, αν το θέμα της κήρυξης είχε συμπεριληφθεί -ως όφειλε- στην ημερήσια διάταξη του ΚΑΣ της 5ης/9/2017, όπως είχε αιτηθεί ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων, τότε και οι δύο γνωμοδοτήσεις θα ήταν ήδη έτοιμες».
Στο σημείο αυτό επιτίθεται κατά πάντων τονίζοντας: “Αντιθέτως, οι πολιτικές, οικονομικές και μιντιακές παρεμβάσεις προκειμένου να παρακαμφθεί η νόμιμη διαδικασία στην περίπτωση του Ελληνικού, είναι αυτές που ευθύνονται για τις ως τώρα καθυστερήσεις».
Καλούν επίσης όλους τους παραπάνω «…να το κατανοήσουν επιτέλους και να αφήσουν την Αρχαιολογική Υπηρεσία και τα επιστημονικά όργανα του Υπουργείου Πολιτισμού να αποφασίσουν με βάση το νόμο και την επιστημονική δεοντολογία».
Λένε επίσης ότι «Η κήρυξη αρχαιολογικού χώρου, δεν εμποδίζει την έγκριση ή την εκτέλεση του όποιου έργου αλλά χαρακτηρίζει την περιοχή ως τόπο όπου αναμένεται να εντοπιστούν αρχαιότητες και διασφαλίζει ότι κάθε τεχνικό έργο θα παίρνει απαραίτητα την έγκριση από την Αρχαιολογική Υπηρεσία».
Οι αποφάσεις για το Ελληνικό θα ισχύουν για πάντα
Προειδοποιούν επίσης ότι: «Οι όροι προστασίας και ανάδειξης των αρχαιοτήτων θα ισχύουν στο διηνεκές.
Θα δεσμεύουν όχι μόνον την ΕΛΛΗΝΙΚΟ Α.Ε., αλλά και τον κύριο του έργου, τις κατασκευαστικές εταιρείες και τους υπεργολάβους που θα εκτελέσουν τα τεχνικά έργα, έως και τους τελικούς χρήστες, κατοίκους ή επαγγελματίες που θα ζήσουν ή θα δραστηριοποιηθούν στην περιοχή».
Τέλος, ο ΣΕΑ ευχαριστεί φορείς και πρόσωπα που “συμπαραστάθηκαν στον αγώνα” του, εκφράζοντας παράλληλα χαρά “για τη μεγάλη πλειοψηφία των μελών του ΚΑΣ που στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων, διασώζοντας το κύρος του Συμβουλίου”.