Ασθενείς που έχουν διαγνωστεί με καρκίνο ζητούν άμεσες λύσεις με σκοπό την ένταξη στη συνταγογράφηση περισσότερων βιοδεικτών για τον καρκίνο.
Σύμφωνα με πρόσφατη ελληνική μελέτη, το 99% των ογκολόγων ζητούν από τους ασθενείς τους να κάνουν εξέταση βιοδεικτών, ωστόσο ένα μεγάλο ποσοστό από αυτούς δεν ξέρουν που και πως θα κάνουν την εξέταση. Επίσης, ελάχιστες από τις εξετάσεις αυτές αποζημιώνονται από το δημόσιο σύστημα Υγείας και τα ασφαλιστικά ταμεία καθώς δεν έχουν ενταχθεί στη συνταγογράφηση.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Οι βιοδείκτες αποτελούν ένα από τα πιο σημαντικά εργαλεία για τη διάγνωση και την θεραπεία νόσων και ειδικά του καρκίνου. Πρόκειται για ειδικές εξετάσεις που λειτουργούν τόσο με προγνωστικό όσο και με προβλεπτικό τρόπο. Δηλαδή μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την παροχή ακριβούς διάγνωσης και την ταυτοποίηση των ασθενών που θα ανταποκριθούν ή δεν θα ανταποκριθούν σε κάποια θεραπεία, παρέχοντας επομένως σημαντικές πληροφορίες για την επιλογή της κατάλληλης αγωγής.
Στην αξία των βιοδεικτών αλλά και στις απαραίτητες αποφάσεις τις οποίες θα πρέπει να λάβει η Πολιτεία ώστε να ανταποκριθεί στις ανάγκες των ασθενών, αναφέρθηκαν οι συμμετέχοντες στη συζήτηση Στρογγυλής Τράπεζας που έλαβε χώρα στο Συνέδριο για τα Οικονομικά και τις Πολιτικές Υγείας, το οποίο έγινε στην Αθήνα 5-7 Δεκεμβρίου.
Από την πλευρά της Εταιρείας Ογκολόγων Παθολόγων Ελλάδος (ΕΟΠΕ), η πρόεδρος Ζένια Σαριδάκη – Ζώρα, σημείωσε πως την ώρα που ο καρκίνος κατατάσσεται στα χρόνια νοσήματα και οι Έλληνες ασθενείς έχουν – έστω και με καθυστέρηση – πρόσβαση σε όλα τα καινοτόμα φάρμακα, πολλά μένουν ακόμη να γίνουν.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Υπάρχει επιτακτική ανάγκη να υλοποιηθεί στην πράξη το Εθνικό Μητρώο Νεοπλασματικών Νόσων, σημείωσε και πρόσθεσε πως το μεγάλο στοίχημα που πρέπει να κερδηθεί είναι αφενός να εισαχθούν οι βιοδείκτες στην ηλεκτρονική συνταγογράφηση και αφετέρου να βγουν από τη διαδικασία ηλεκτρονικής προέγκρισης τα παλαιά φάρμακα εκτός ένδειξης που βοηθούν σημαντικά τους ασθενείς.
“Οι βιοδείκτες αυξάνονται και πρέπει να ενταχθούν στο σύστημα αποζημίωσης”
Σήμερα το δημόσιο σύστημα Υγείας αποζημιώνει 33 εξετάσεις για βιοδείκτες που σχετίζονται με τον καρκίνο, όμως δεν γίνονται δεκτά όλα τα αιτήματα για αποζημίωση. Επίσης οι εξετάσεις παραμένουν οι ίδιες από το 2014, ενώ η πρόοδος της επιστήμης είναι καλπάζουσα σ’ αυτόν τον τομέα και πλέον έχουν ανακαλυφθεί πολλές ακόμη εξετάσεις.
Συχνά μάλιστα οι ασθενείς πληρώνουν από την τσέπη τους το κόστος των εξετάσεων ή απευθύνονται σε συλλόγους ασθενών. Ή τους βιοδείκτες αποζημιώνουν και οι φαρμακευτικές εταιρείες στους ασθενείς που λαμβάνουν τα φάρμακά τους.
Παίρνοντας τον λόγο ο Ογκολόγος – Παθολόγος και μέλος της ΕΟΠΕ, Ηλίας Αθανασιάδης, τόνισε πως οι βιοδείκτες αυξάνονται και επομένως υπάρχει η ανάγκη δημιουργίας μιας Αρχής που θα λαμβάνει ορθές αποφάσεις για τον καταμερισμό των πόρων με βάσει τις μεταβολές στα δεδομένα και τις συνθήκες.
“Οι ασθένειες και οι θεραπείες αλλάζουν, πρόκειται για μία δυναμική κατάσταση, η οποία δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί με μία στατική λύση”, τόνισε ο ίδιος.
Πρόσθεσε δε πως η χώρα μας υστερεί στη μακροχρόνια φροντίδα των ασθενών με νεοπλασματικές ασθένειες, ενώ για να βελτιωθεί η ποιότητα ζωής τους απαιτείται οργάνωση.
“Ο βιολογικός και μοριακός χαρακτηρισμός του καρκίνου με χρήση βιοδεικτών είναι απαραίτητος, προκειμένου να μπορεί να διαμορφωθεί ένα εξατομικευμένο πλάνο θεραπείας με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και ανάγκες κάθε ασθενή”, σημείωσε ο γιατρός.
Από την υποψία του καρκίνου έως τη διάγνωση μεγάλες καθυστερήσεις
Η αντιμετώπιση του καρκίνου αποτελεί σημαντική πρόκληση, ανέφερε ο Ογκολόγος κ. Αθανασιάδης, προσθέτοντας πως μετά τη διάγνωση οι ασθενείς θα πρέπει να αντιμετωπίζονται από μία διεπιστημονική ομάδα με ολοκληρωμένη στρατηγική.
Στην Ελλάδα, συμπλήρωσε η κ. Σαριδάκη-Ζώρα, η πορεία από την «υποψία» έως τη «διάγνωση» δεν είναι δυστυχώς όσο γρήγορη θα έπρεπε.
“Οι άνθρωποι δεν συνδέουν τον καρκίνο με τον ογκολόγο, ωστόσο η σύνδεση αυτή είναι απαραίτητο να γίνει κτήμα του πληθυσμού, καθώς ο ογκολόγος είναι ο κύριος ιατρός-ρυθμιστής, αυτός που ουσιαστικά χαράσσει τη στρατηγική δράσης στην ομάδα διαχείρισης της νόσου, στην οποία συμμετέχουν ασφαλώς πολλές ειδικότητες”, εξήγησε.
Ωστόσο, έχουν γίνει σημαντικά βήματα προόδου σε σύγκριση με το παρελθόν, πρόσθεσε ο κ. Αθανασιάδης, τόσο από άποψη διάγνωσης όσο και θεραπείας. Παλαιότερα ο καρκίνος αποτελούσε θέμα «ταμπού», ενώ σήμερα ασθενείς, φροντιστές και επαγγελματίες υγείας είναι διατεθειμένοι να προσπαθήσουν για όσο το δυνατόν καλύτερη φροντίδα, σημείωσε:
“Στην εποχή μας, υπάρχει η τάση για οργανωμένη παροχή φροντίδας, αν και εξακολουθούν να υπάρχουν ελλείμματα στα οποία υπάρχουν μεγάλα περιθώρια βελτίωσης, όπως για παράδειγμα το ανθρώπινο δυναμικό σε ορισμένες ειδικότητες”, κατέληξε ο γιατρός.
Πολιτικές ασυνέχειες…
Ο Πρόεδρος της Ελληνικής Ομοσπονδίας Καρκίνου (ΕΛΛΟΚ) Γεώργιος Καπετανάκης, επισήμανε το πρόβλημα της μη ισότιμης πρόσβασης των πολιτών στην πρόληψη.
Τα προγράμματα προσυμπτωματικού ελέγχου είναι πολύ καλά, όπως είπε ο κ. Καπετανάκης, αλλά απαιτείται και επικοινωνία και αξιοποίηση των αποτελεσμάτων τους.
“Θα πρέπει να θυμόμαστε ότι το ταξίδι του ασθενούς δεν τελειώνει με τη θεραπεία”, επισήμανε ο ομιλητής.
“Στη χώρα μας, υπάρχει ανάγκη διαμόρφωσης μιας εθνικής στρατηγικής για τον καρκίνο”, σημείωσε ενώ επί του παρόντος υπάρχουν μόνο αποσπασματικές πολιτικές.
“Οι αποσπασματικές πρωτοβουλίες εθνικής εμβέλειας, όσο καλές κι αν είναι, δεν πρόκειται να έχουν αποτέλεσμα εάν δεν ενταχθούν σε μία ενιαία εθνική στρατηγική, στο πλαίσιο της οποίας θα μπορέσουν να αναπτυχθούν και να αλληλεπιδράσουν με όλο το οικοσύστημα που θα προβλέπεται από το εθνικό αυτό σχέδιο δράσης. Σαφώς, το επίκεντρο σε μία τέτοια στρατηγική θα πρέπει να είναι ο άνθρωπος, ο ασθενής, στις ανάγκες του οποίου θα πρέπει να προσαρμοσθεί το σύστημα υγείας”, κατέληξε ο κ. Καπετανάκης.
Της Γιάννας Σουλάκη / Πηγή: iatropedia.gr