Ήταν στις αρχές του 1900, όταν οι κάτοικοι της Εορδαίας, σκάβοντας λίγο στο χώμα ανακάλυψαν ότι σχεδόν “μαγικά” παίρνει πολύ εύκολα φωτιά.
Το θέαμα τους συνεπήρε, τους εντυπωσίασε και τότε όλοι μιλούσαν για το χώμα που φλέγεται.
Άρχισαν έτσι να το χρησιμοποιούν, υποτυπωδώς, για οικιακή χρήση, για θέρμανση κλπ.
Ωστόσο, το εμπορικό δαιμόνιο της εποχής τους οδήγησε, περίπου τo 1930, στην πρώτη συστηματική εκμετάλλευση του λιγνίτη.
Οι εξελίξεις που ακολούθησαν είχαν τη μορφή χιονοστιβάδας.
Το 1937 επιστήμονες ανέδειξαν, ένα υπέδαφος πλούσιο σε καύσιμη ύλη.
Έτσι, η Πτολεμαΐδα, κυρίως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, βρέθηκε στο επίκεντρο του πανελλήνιου ενδιαφέροντος στον τομέα της ενέργειας.
Οι γεωργοί και οι κτηνοτρόφοι γίνονται εργάτες στα ορυχεία και υπάλληλοι στα εργοστάσια, ενώ οι επιπτώσεις στο περιβάλλον κάνουν περισσότερο από εμφανή την παρουσία τους.
Για την ιστορία αυτή, που δεν πρέπει να χαθεί θα δημιουργηθεί εντός του χώρου του Βιοτεχνικού Πάρκου και θα αναπτυχθεί σε μια έκταση 560 στρεμμάτων, μουσείο που φιλοδοξεί να “κλείσει” μέσα του, όλη αυτή την πορεία, τα όνειρα και τα βιώματα των κατοίκων της περιοχής.
Στόχος του εγχειρήματος είναι, το μουσείο να μεταδίδει στον επισκέπτη βιωματικά στοιχεία.
Στην παρουσίαση θα επιστρατευτούν η τεχνική της αφήγησης ιστοριών, η βιωματική μάθηση, η έκθεση του τοπικού Τύπου και των σχετικών δημοσιευμάτων και η παράθεση πλούσιου φωτογραφικού υλικού.
Η περιοχή γνώρισε μια ανάπτυξη που δεν θα τη γνώριζε, αν δεν υπήρχε ο λιγνίτης.
Από χωριό η Πτολεμαΐδα έγινε βιομηχανική πόλη.
Από την άλλη, όμως, πλευρά οι επιπτώσεις στο περιβάλλον ήταν μεγάλες και υπάρχουν ακόμη ερωτηματικά για το αν έγιναν οι απαραίτητες αναπλάσεις, τα κρίσιμα περιβαλλοντικά έργα και για το αν η Πτολεμαΐδα πλήρωσε, άδικα ή δικαιολογημένα, το γεγονός ότι σήμερα, το όνομά της αποτελεί συνώνυμο της ρύπανσης.