Όπως αναφέρει ο ΣΕΒ «το ύψος των μισθών που αντέχει να πληρώνει μία οικονομία δεν μπορεί να εξαρτάται από τις επιθυμίες ή τις καλές προθέσεις της εκάστοτε Κυβέρνησης αλλά από την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητά της οικονομίας, καθώς και το μέγεθος της ανεργίας και της αδήλωτης εργασίας».
Αυτά τονίζει μεταξύ άλλων ο ΣΕΒ που προχώρησε σε διευκρινίσεις σχετικά με την αίτηση ακύρωσης που κατέθεσε από κοινού με 6 περιφερειακούς συνδέσμους (ΣΒΑΠ, ΣΒΘΚΕ, ΣΒΣΕ, ΣΕΒΙΠΕ&ΔΕ, ΣΘΕΒ, ΠΑ.ΣΕ.ΒΙ.ΠΕ.) κατά της εγκυκλίου του υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης για τον κατώτατο μισθό και τις τριετίες.
Η εγκύκλιος εκδόθηκε στις 18 Φεβρουαρίου ενώ η αίτηση, όπως αναφέρει ο ΣΕΒ κατατέθηκε στις 17 Απριλίου 2019, και όχι λίγες ημέρες πριν τις εκλογές.
Ο ΣΕΒ αναφέρει ακόμη τα εξής:
«Οι τριετίες έχουν καταργηθεί όσον αφορά τον νομοθετημένο κατώτατο μισθό και το κατώτατο ημερομίσθιο, βάσει του άρθρου 103 του ν.4172/2013 όπως ισχύει, και μετά την προσθήκη με το άρθρο πρώτο υποπαρ.ΙΑ.6 περ.2 του Ν.4254/2014. Οι τριετίες ίσχυαν με αναστολή, για όσους τις δικαιούνταν μέχρι το 2012 (έως ότου η ανεργία διαμορφωθεί σε ποσοστό κάτω του 10% αναστέλλεται η προσαύξηση του νομοθετικώς καθορισμένου νόμιμου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου για προϋπηρεσία, που συμπληρώνεται μετά την 14.2.2012). Ίσχυαν επίσης με αναστολή έως ότου τεθεί σε εφαρμογή το άρθρο 103 του ν.4172/2013, όπως είχε τροποποιηθεί και ισχύει. Με την προσφυγή τους ο ΣΕΒ, ο ΣΒΑΠ, ο ΣΒΘΚΕ, ο ΣΒΣΕ, ο ΣΕΒΙΠΕ&ΔΕ, ο ΣΘΕΒ, ο ΠΑ.ΣΕ.ΒΙ.ΠΕ. άσκησαν το νόμιμο δικαίωμά τους απέναντι σε ένα χαρακτηριστικό φαινόμενο κακοδιοίκησης, δηλαδή να εξουδετερώνεται ή να αλλοιώνεται η νομοθεσία διά της έκδοσης εγκυκλίων, όπως συνέβη με την προσβαλλόμενη εγκύκλιο του υπουργείου Εργασίας.
Υπάρχει όμως και μία ουσιαστική παρατήρηση: Η χρεοκοπία, η δεκαετής κρίση που βιώσαμε όλοι, πολίτες, επιχειρήσεις και εργαζόμενοι, και τα 4 μνημόνια θα έπρεπε να καταστήσουν κατανοητό ότι η προέλευση και η αιτία τους ήταν ότι δανειζόμασταν για να καταναλώνουμε, υποσκάπτοντας και απομειώνοντας την εγχώρια παραγωγή και την ανταγωνιστικότητα της. Το ύψος των μισθών που αντέχει να πληρώνει μία οικονομία δεν μπορεί να εξαρτάται από τις επιθυμίες ή τις καλές προθέσεις της εκάστοτε κυβέρνησης αλλά από την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητά της οικονομίας, καθώς και το μέγεθος της ανεργίας και της αδήλωτης εργασίας. Στο σημερινό εργασιακό και μισθολογικό περιβάλλον αποτελεί μείζονα προτεραιότητα η αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζομένων με μείωση στην φορολογία της εργασίας και μείωση των εισφορών. Ο ΣΕΒ έχει επανειλημμένως τονίσει ότι ο στόχος για πολλές και καλοπληρωμένες δουλειές στη χώρα, συνδέεται άμεσα με τον παραγωγικό μετασχηματισμό της οικονομίας της. Και εκεί πρέπει να δοθεί το βάρος κατά τα επόμενα χρόνια».