“Το 2007, άνοιξε το “κουτί της Πανδώρας”. Ένιωσα θλίψη όταν άκουσα ότι υπήρχαν “μαύρα ταμεία” και δόθηκαν μίζες” ανέφερε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας: “Eπρεπε να δώσουμε τεχνογνωσία στο “Αθήνα 2004″ ενόψει των Ολυμπιακών Αγώνων. Αυτό έπρεπε να γίνει μέχρι τον Αύγουστο του 2002 και η συμφωνία για τη παραγγελία του τηλεπικοινωνιακού υλικού υπεγράφη τον Ιούλιο. Ήταν πολύ λίγος ο χρόνος. Γιαυτό και η Επιτροπή Αξιολόγησης δεν ζήτησε ανταγωνιστική προσφορά”.
Απαντώντας σε ερώτηση για τους λόγους που επελέγη η Siemens υποστήριξε ότι ” υπάρχει το ζήτημα της συμβατότητας των συστημάτων. Δεν είμαι τεχνικός , αλλά τότε οι αρμόδιες υπηρεσίες μου το είχαν εξηγήσει. Το 95% του δικτύου ήταν Siemens και Ιντρακόμ”, είπε. προσθέτοντας ότι ” εάν ο ΟΤΕ ήθελε να έχει καλή εταιρεία, έπρεπε να παρέχει καλές υπηρεσίες και να έχει καλούς προμηθευτές”.
Ως προς το αν τελικώς ο ΟΤΕ ζημιώθηκε από την συμφωνία , ο μάρτυρας έδωσε επί της ουσίας διπλή απάντηση. “ Αν υποθέσουμε ότι δόθηκαν τα ποσά και αν είχαν συμπεριληφθεί ( σ.σ. οι μίζες) στην τιμή μπορεί να πει κανείς ότι υπέστη ζημία ο ΟΤΕ. Υποθετικά μπορεί να πει κανείς ότι υπέστη ζημία. Λέω υποθετικά γιατί πρέπει να εξεταστούν διάφορες πτυχές και θα πρέπει να αποδειχθεί και η δωροδοκία”.
Λίγο αργότερα, απαντώντας σε ερώτηση συνηγόρου υπεράσπισης, ο κ. Αντωνακόπουλος υποστήριξε ότι ” ωφελήθηκε ο ΟΤΕ από την υπογραφή της σύμβασης με τη Siemens , ενώ ωφελήθηκε και το κράτος γιατί με την αύξηση των εσόδων έπαιρνε καλύτερα μερίσματα από τις μετοχές .