Ως “όπλο” στα νομικά τους επιχειρήματα χρησιμοποίησαν οι συνήγοροι υπεράσπισης τη συμφωνία εξωδικαστικού συμβιβασμού η οποία υπεγράφη το 2012 ανάμεσα στη Siemens και το ελληνικό Δημόσιο και προεβλεπε την αποζημίωση του τελευταίου με 270 εκατομμύρια ευρώ για τη ζημία που υπέστη.
Οι συνήγοροι υπεράσπισης του ελληνικού Δημοσίου επισήμαναν μεταξύ άλλων ότι η συμφωνία προβλέπει ότι το ελληνικό Δημόσιο παραιτείται από οποιαδήποτε αξίωση και με δεδομένο ότι έχιε αποζημιωθεί δεν μπορεί να παρίσταται ως πολιτική αγωγή διεκδικώντας εκ αποζημίωση ύψους 69 εκ ευρώ.
Παράλληλα, οι συνήγοροι υπεράσπισης επικαλέστηκαν υποθέσεις όπως αυτή των ομολόγων,της ΔΕΚΑ και των στημένων αγώνων στις οποίες δεν έγινε δεκτή η παράσταση πολιτικής αγωγής του Δημοσίου με το σκεπτικό ότι δεν υπέστη βλάβη.
Για την παράσταση πολιτικής αγωγής του ΟΤΕ οι συνήγοροι υπεράσπισης υποστήριξαν ότι δεν πρέπει να γίνει δεκτή από το Δικαστήριο καθώς οι μέτοχοί του (και το Δημόσιο) δεν έχουν υποστεί βλάβη. Καποιοι εκ των συνηγόρων ωστόσο εξέφρασαν την αποψη οτι ο ΟΤΕ έχει δικαίωμα παράστασης μόνο για το αδίκημα της δωροδοκίας και όχι για αυτό της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα.