Στην αρχαιότητα, η Δήλος υπήρξε ιδιαίτερα διάσημη ως γενέτειρα του θεού Απόλλωνα, εξ ου και η επωνυμία του Δήλιος και εκ τούτου σπουδαίο θρησκευτικό κέντρο που εξελίχθηκε ομοίως και σε εμπορικό. Υπολογίζεται ότι γύρω στο 90 π.Χ. στο μικρό αυτό νησί, που δεν είναι παρά μια κουκίδα στο χάρτη της Μεσογείου, κατοικούσαν περίπου 30.000 άνθρωποι. Η Δήλος παρά το τέλος της αρχαίας ακμής της και της τελείας ερήμωσης που ακολούθησε φαίνεται πως ποτέ δεν λησμονήθηκε. Το όνομά της παρέμεινε σ’ όλους τους μεταγενέστερους με αμείωτη φήμη και θαυμασμό. Έτσι με τις πρώτες μεσαιωνικές χαρτογραφήσεις του Αιγαίου η Δήλος υπήρξε από τις πρώτες περιοχές του ελλαδικού χώρου που προκάλεσαν το ενδιαφέρον ιστορικών ερευνητών και αρχαιολόγων για ανασκαφές, τη χρηματοδότηση των οποίων ανέλαβαν στη συνέχεια αυτοκράτορες και ευγενείς.
Σημειώνεται ότι κατά την περίοδο της Ενετοκρατίας όπου το ενδιαφέρον ήταν περισσότερο στραμμένο στο εμπόριο δεν αναπτύχθηκε καμία αρχαιολογική έρευνα Το προς αναστήλωση ευρυμέτωπο οικοδόμημα, διαστάσεων περ. 11 Χ 71 μ., χτισμένο εξ ολοκλήρου από μάρμαρο, ανεγέρθηκε στα τέλη του 3ου αι./αρχές 2ου αι. π.Χ., ενώ λίγα χρόνια αργότερα επεκτάθηκε κατά πλάτος προς δυσμάς και κατά μήκος προς βορρά. Η Στοά του Φιλίππου Ε΄ είναι ένα από τα πρώτα μνημεία που συναντά ο επισκέπτης του αρχαιολογικού χώρου της Δήλου, βρίσκεται στα νότια του τεμένους του Ιερού του Απόλλωνα και ορίζει μαζί με τη Νότια Στοά την Ιερά Οδό, η οποία καταλήγει στα Προπύλαια. Σήμερα το κτήριο διατηρείται μόλις στο επίπεδο του θεμελίου αλλά σώζεται διάσπαρτα πλήθος αρχαίων αρχιτεκτονικών μελών του, γεγονός που επιτρέπει και προτρέπει την αναστήλωσή του. Έτσι, αυτό το σημαντικό ανάθημα του ελληνιστικού βασιλέα της Μακεδονίας στο Ιερό νησί του Απόλλωνα θα μπορέσει να αναστηλωθεί χρησιμοποιώντας μεγάλο ποσοστό του αυθεντικού υλικού του.
Η πρώτη φάση των εργασιών πραγματοποιήθηκε στα μέσα του καλοκαιριού του 2017 και αφορούσε σε καθαρισμούς εντός του κτηρίου, της επέκτασής του και του περιβάλλοντος χώρου, εργασίες απαραίτητες κατ’ αρχάς για να αποτυπωθεί η υπάρχουσα κατάσταση του μνημείου και να συγκεντρωθούν τα αρχιτεκτονικά μέλη που ανήκουν στο μνημείο. Πραγματοποιήθηκε επίσης ταύτιση, αρίθμηση και καταγραφή σε κατάλογο των αρχαίων μελών εντός του περιγράμματος του κτηρίου και της επέκτασής του και άρχισαν να σχεδιάζονται τα αρχιτεκτονικά μέλη που θα χρησιμοποιηθούν στην αναστήλωση.
Κατά τη δεύτερη φάση των εργασιών, στα μέσα του φθινοπώρου, αποψιλώθηκε η πυκνή βλάστηση στην απροσπέλαστη βαλτώδη περιοχή στα δυτικά της Στοάς, επιφάνειας 600 τ.μ. περίπου, όπου σύμφωνα με το αρχειακό υλικό, στις αρχές του 19ου αιώνα αποτέθηκαν πολλά αρχιτεκτονικά μέλη του κτηρίου και της επέκτασής του. Η εικόνα του διάσπαρτου αρχαίου υλικού μετά τους καθαρισμούς ήταν εντυπωσιακή, καθώς το πλήθος των μελών έφθανε τα 1.000, από τα οποία τα 900 περίπου ήταν αρχιτεκτονικά μέλη της Στοάς. Το κοπιώδες έργο της μεθοδικής ανάσυρσης, ταύτισης και προσωρινής ταξινόμησης ανά είδος πραγματοποιήθηκε από εξειδικευμένο προσωπικό με τη χρήση μεγάλου τηλεσκοπικού γερανού ο οποίος έφθασε στο νησί με πορθμείο ανοιχτού τύπου από την Πάρο.
Τον Δεκέμβριο τοτυ 2017 πραγματοποιήθηκε η τρίτη φάση των εργασιών, κατά την οποία αποκαλύφθηκαν (μέσα από πυκνή βλάστηση), ταυτίστηκαν και καταγράφηκαν τα υπόλοιπα μη καταγεγραμμένα αρχιτεκτονικά μέλη (περ. 300) που βρίσκονται σε άλλες δύο περιοχές κοντά στο λιμάνι. Παράλληλα, ξεκίνησε η τρισδιάστατη αποτύπωση των θραυσμένων αρχιτεκτονικών μελών που θα χρησιμοποιηθούν στην αναστήλωση προκειμένου να κατασκευαστούν τα συμπληρώματα.
Ιστορικό των ανασκαφών
Η Δήλος, ως ιερός τόπος στον οποίο υπήρχαν λαμπρά οικοδομήματα και ιερά, δεν λησμονήθηκε ποτέ και υπάρχουν πολλές αναφορές στους περιηγητές για τα ερείπια που ήταν ορατά στο νησί. Πολλά γλυπτά μεταφέρθηκαν σε μουσεία της Ελλάδας και του εξωτερικού, ενώ δυστυχώς μάρμαρα των αρχαίων κτηρίων χρησιμοποιήθηκαν σαν οικοδομικό υλικό από τους κατοίκους των γύρω νησιών. Οι ανασκαφές στην Δήλο άρχισαν το 1873 από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή Αθηνών. Από το 1904 έως το 1914 αποκαλύφθηκαν υπό την διεύθυνση του M. Holleaux και χάρη στην γενναία επιχορήγηση του δούκα de Loubat τα σημαντικότερα τμήματα της αρχαίας Δήλου. Περίοδος έντονης ανασκαφικής δραστηριότητας υπήρξαν επίσης τα έτη 1958 έως 1975. Η ανασκαφή συνεχίζεται ακόμα από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή, αλλά το κέντρο του θρησκευτικού, πολιτικού και εμπορικού βίου καθώς και μεγάλο μέρος των ιδιωτικών κατοικιών έχουν ήδη αποκαλυφθεί.
Μικρής κλίμακας ανασκαφές διενήργησαν και Ελληνες αρχαιολόγοι, κυρίως στις αρχές του 20ου αιώνα. Μεγάλης κλίμακας αναστηλωτικές εργασίες έγιναν από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή, κυρίως στις συνοικίες ιδιωτικών κατοικιών, ενώ μικρότερης κλίμακας πραγματοποιούνται τα τελευταία χρόνια από την ΚΑ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων. Αναστηλώθηκαν αρκετοί κίονες, ενώ στεγάστηκαν αρχαίες οικίες (Οικία Τριαίνης, Οικία Προσωπείων, Οικία Ερμού) κυρίως για να προστατευθούν τα ψηφιδωτά δάπεδα. Από το 1990 η Δήλος έχει ενταχθεί στον κατάλογο των μνημείων που αποτελούν Παγκόσμια Πολιτιστική Κληρονομιά και προστατεύονται από την Unesco.
Ο Αρχαιολογικός Χώρος
Η Δήλος (Μικρή Δήλος), ήταν κατά τη μυθική παράδοση ο τόπος γέννησης του Απόλλωνος και της Αρτέμιδος, ένα από τα σπουδαιότερα ιερά στον ελληνικό κόσμο, και το μεγαλύτερο θρησκευτικό και πολιτικό κέντρο των Ιώνων. Σύμφωνα με τη μυθολογία, εδώ κατέφυγε η Λητώ κυνηγημένη από τη ζηλόφθονη Ήρα, για να φέρει στο φως το γιο του Δία, τον πιο όμορφο από τους αθανάτους. Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι η ως τότε «άδηλος» Αστερία, όπως ονομαζόταν πριν το νησί, επέπλεε στη θάλασσα. Με τη γέννηση του θεού, η «άδηλος» έγινε Δήλος δηλ. φανερή και πλημμύρισε φως και άνθη και κατά το θρύλο δέθηκε στο βυθό με αδαμάντινες αλυσίδες. Το ιερό του Απόλλωνος έχει πρόσβαση από το λιμάνι (αρχαίες λιμενικές εγκαταστάσεις και σειρά καταστημάτων), από τα Νότια με ιερά οδό ανάμεσα στη στοά του Φιλλιπου Ε’ της Μακεδονίας και τη νότια στοά, ενώ από τα Βόρεια οριοθετείται από τη μακρά στοά του Μακεδόνα βασιλιά Αντιγόνου Γονατά με την κρήνη Μινώα πίσω της. Το κέντρο της λατρείας εντοπίζεται στην περιοχή των τριών ναών του Απόλλωνος προσανατολισμένων προς τα Δυτικά όπου ο μεγάλος ιδιότυπος βωμός στεγασμένος με αψίδα, ο Κεράτων, που κατά την παράδοση κατασκεύασε ο ίδιος ο Απόλλων από κέρατα αιγών.
Ξεχωριστά είναι τα ιερά της Αρτέμιδος στα Νότια και στα Βόρεια της Λήτους και των Δώδεκα Θεών. Στο χώρο του ιερού του Απόλλωνος, αρχέγονα λατρευτικά λείψαννα (η θήκη-τάφος των μυκηναικών χρόνων και το “σήμα” των Υπερβορείων Παρθένων) και εκτός του ιερού, το Αρχηγέσιον. Μέσα στο ιερό, το μνημείο των ταύρων, ελληνιστικό ανάθημα μορφής πλοίου για κάποια βασιλική ναυτική νίκη, οι λεγόμενοι ¨θησαυροί” (ίσως οίκοι για λατρευτικά γεύματα) και το πρυτανείο. Αγορές των Ιταλών, των Κομπεταλιστών ή των Ερμαιστών, (δούλων και απελεύθερων), του Θεοφράστου και των Δηλίων (εμπορική και πολιτική αγόρα) και διάφορα δημόσια κτίρια γύρω από το ιερό του Απόλλωνος.
Πιο μακρυά, τα ιερά της Αφροδίτης και της Ήρας (7ος – 6ος αι. π.Χ.), Ιερά γηγενών θεοτήτων και λατρευτικό σπήλαιο στο βουνό Κύνθος. Στα ΒΑ και στα Βόρεια, γυμνάσιο, παλαίστρες, στάδιο, ιππόδρομος. Γύρω από το ιερό του Απολλώνος αναπτύσεται η ατείχιστη πόλη, που εξελίσσεται σε κοσμοπολίτικο κέντρο τους τελευταίους προχριστιανικούς αιώνες. Στην εξελιγμένη αυτή μορφή της η πόλη περιβάλλει τοξοειδώς το ιερό, σε νησίδες με κέντρα τοπογραφικούς ή πολοοδομικούς πόλους (θέατρο, ποταμός Ινωπός) και με ακάλυπτους χώρους. Είναι η καλύτερη διατηρημένη αρχαία πόλη στην Ελλάδα.
Τον 7ο αι. π.Χ. στο νησί είναι έκδηλη η παρουσία των Ναξίων (οικός των Ναξίων, λιοντάρια ανάμεσα στην ιερή λίμνη – τόπος γέννησης του Απόλλωνος και της αδερφής του Αρτέμιδος – και το Λητώον, κολοσσικό άγαλμα του Απόλλωνος, από το οποίο σώζονται τμήματα και η βάση του). Από την εποχή του Πεισιστράτου (540-528 π.Χ.) γίνεται έκδηλη η αθηναική κυριαρχία στο νησί, (πωρίνος ιωνικός ναός του Απόλλωνος). Μετά τα Περσικά, από το 478 π.Χ. είναι έδρα της Α’ Αθηναικής Συμμαχίας. Μεταξύ του 314 π.Χ. και 167 π.Χ. η Δήλος είναι ανεξάρτητη και συμμετέχει στο “Κοινό των Νησιωτών” υπο πτολεμαική ηγεσία. Συνεχίζεται η οικοδόμηση του περιπτέρου μεγάλου δωρικού ναού του Απόλλωνος.
Το 167 π.Χ. με απόφαση της ρωμαικής συγκλήτου κηρύσσεται ελεύθερο λιμάνι και περνά στην εξουσία των Αθηναίων. Το 88 π.Χ. λεηλατείται από τον Μιθριδάτη και το 69 π.Χ. από τους πειρατές του Αθηανδώρου. Τον 2ο και τον 1ο αι. π.Χ. σημειώνεται εγκατάσταση ξένων λατρείων δίπλα στις γηγενείς (τρία ιερά Σαράπιδος και αιγυπτιακών θεοτήτων, ιερό συριακών θεοτήτων, θρησκευτικός σύλλογος Ποσειδωνιατών Βηρυτού και ισραηλιτική συναγωγή, η παλαιότερη της διασποράς). Πολυτελείς οικίες των χρόνων αυτών, με περιστύλιο, συχνά διώροφες, με τοιχογραφίες και περίφημα μωσαϊκά δάπεδα σώζονται στη συνοικία του θεάτρου (το θέατρο οικοδομείται περί το 250 π.Χ.).
Τον 4o αι. μ.Χ. η Δήλος προάγεται σε επισκοπή. Τον 7ο αι. μ.Χ. το νησί εγκαταλείπεται. Στα ΝΑ της αγόρας των Δηλίων ανασκάφηκε μονόκλιτη βασιλική των μέσων του 6ου αι. αφιερωμένη στον Άγιο κήρυκο. Δεύτερη μόνοκλιτη βασιλική (ίσως 7ος αι. μ.Χ.) κοντά στο Ασκληπιείο. Στο τοπικό Μουσείο, βρίσκεται πλήθος γλυπτών και μωσαϊκά δάπεδα που πιστοποιούν την καλιτεχνική άνθηση στην ελληνιστική εποχή.