- Οι απέλπιδες προσπάθειες του αδελφού της Ελισάβετ Χαρδαλούπα, του 99ου θύματος της φωτιάς να την μεταφέρει στις ΗΠΑ για να την σώσει - Στην μήνυση περιγράφει όλα τα τραγικά που έγιναν εκείνο το μοιραίο απόγευμα της 23ης Ιουλίου στο Μάτι - Τις βρήκα με σοβαρά εγκαύματα έξω από το αυτοκίνητο - Έτρεχα με 150 χιλιόμετρα για να τις μεταφέρω στο νοσοκομείο να τις σώσω!
Βράζουν οι συγγενείς των θυμάτων της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι. Και όχι άδικα. Σχεδόν δυο μήνες μετά οι πληγές από τον χαμό τους είναι ανοικτές. Το τελευταίο θύμα της φωτιάς, το 99ο ήταν η 26χρονη Ελισάβετ Χαρδαλούπα. Πέθανε μετά από μάχη που έδωσε στην εντατική με βαριά εγκαύματα. Λίγες ημέρες νωρίτερα είχε αφήσει την τελευταία της πνοή στην εντατική η μητέρα της Μαρία Μοσχού 56 ετών.
Η οικογένειά τους κατέθεσε σήμερα μήνυση για τον χαμό των αγαπημένων τους προσώπων, ζητώντας να καταλογισθούν ευθύνες για τον τρόπο με τον οποίο χάθηκαν οι δικοί τους άνθρωποι. Τα στοιχεία όπως και η περιγραφή που κάνει ο αδερφός της 26χρονης Ελισάβετ είναι συγκλονιστικά, τόσο για τις ώρες που έγινε το κακό, όσο και για τα ανυπέρβλητα εμπόδια που συνάντησαν λόγω γραφειοκρατίας προκειμένου να σώσουν τους ανθρώπους τους. Αξίζει να σημειωθεί ότι όπως περιγράφει ο δικηγόρος της οικογένειας, Αντώνης Φούσας ένα από τα εμπόδια που συνάντησαν επιχειρώντας να μεταφέρουν στο εξωτερικό την 26χρονη Ελισάβετ ήταν ότι δεν μπορούσαν να κάνουν ταυτοποίηση αφού η ταυτότητα και το διαβατήριο της κοπέλας είχαν καεί στην φωτιά στο Μάτι!
Ακούστε τι δήλωσε στο newsit.gr ο κ. Φούσας
Σήμερα, δυο μήνες μετά την τραγική εκείνη ημέρα, ο αδελφός της Ελισάβετ περιγράφει στην μηνυτήρια αναφορά λεπτό προς λεπτό όλα όσα συγκλονιστικά έζησε αφού ήταν εκεί την ημέρα της φονικής πυρκαγιάς και προσπαθούσε να σώσει μάνα και αδελφή!
Ο Γιάννης Χαρδαλούπας, ο οποίος είναι μόνιμος κάτοικος Νέας Υόρκης, αναφέρει ότι δυο ημέρες πριν την τραγωδία είχε έρθει στην Αθήνα και έμενε με την μητέρα του Μαρία και την αδελφή του Ελισάβετ στο σπίτι τους στο Νέο Βουτζά. Το πρωί της Δευτέρας 23 Ιουλίου είχε κατέβει στην Αθήνα για δουλειές και επέστρεψε κατά τις 5 το απόγευμα και λίγο μετά άρχισε ο Γολγοθάς της οικογένειας που στοίχισε την ζωή σε μάνα και αδελφή.
Διαβάστε όσα συγκλονιστικά περιγράφει ο Γιάννης Χαρδαλούπας στην μήνυση που κατέθεσε:
«Την 21-7-2018, ημέρα Σάββατο (δύο ημέρες πριν από την τραγωδία), ο πρώτος από εμάς ήλθα στην Αθήνα από τη Ν. Υόρκη των ΗΠΑ, όπου εργάζομαι ως χρηματοοικονομικός σύμβουλος σε διάφορες εταιρείες των ΗΠΑ.
Έμεινα στο σπίτι μας, μαζί με τη μητέρα μου (Μαρία Μοσχού) και την αδελφή μου (Ελισάβετ Χαρδαλούπα) στο Νέο Βουτζά και επί των οδών Ισμήνης και Εκάβης).
Τη Δευτέρα το πρωί (23 Ιουλίου 2018) κατέβηκα για διάφορες εργασίες μου στην Αθήνα και επέστρεψα στο σπίτι μας περί ώρα 17.00 μ.μ.
Αφού έφτασα, με το αυτοκίνητό μου, στο σπίτι μας, είδα πολλούς καπνούς και την αδελφή μου να ρίχνει νερό με το λάστιχο σε διάφορα μέρη του σπιτιού μας και της αυλής μας, και έσπευσα να τη βοηθήσω και εγώ. Στη συνέχεια καταλάβαμε, ότι οι καπνοί γινόντουσαν μεγαλύτεροι και όλα έδειχναν, ότι η φωτιά ήταν στο δάσος και πλησίον στο Ν. Βουτζά και ότι προφανώς υπήρχε σοβαρός κίνδυνος για τα σπίτια μας και για όλους μας.
Δυστυχώς, δεν είδαμε πουθενά πυροσβεστικά οχήματα και ούτε εναέρια πυροσβεστικά μέσα. Την απουσία αυτή την είδαμε αρχικά αισιόδοξα, ήτοι, ότι αφού δεν υπήρχαν πυροσβεστικά μέσα δεν θα είναι σοβαρή και επικίνδυνη φωτιά, αλλά στη συνέχεια, αντιληφθήκαμε, ότι τα πράγματα έπαιρναν επικίνδυνες διαστάσεις και η παντελής απουσία πυροσβεστικών μέσων πλέον μας ανησύχησε ιδιαίτερα.
Μετά την 17.30 ώρα πέρασε τυχαία ένα περιπολικό όχημα της Αστυνομίας με δύο αστυνομικούς μέσα σ΄ αυτό. Τους ρωτήσαμε τι συμβαίνει και μας δήλωσαν, τελείως αορίστως, πλήρη άγνοια, αλλά στη συνέχεια μας είπαν «για καλό και κακό φύγετε», αλλά αυτό μας το είπαν τελείως ανεύθυνα και αόριστα, χωρίς να μας πουν, πού να πάμε και τι να κάνουμε για να σωθούμε.
Είχαμε, ως οικογένεια, δύο αυτοκίνητα. Εγώ μπήκα στο δικό μου και στο άλλο της αδερφής μου, η αδελφή μου ως οδηγός και η μητέρα μου ως συνοδηγός. Μπροστά η αδελφή μου και εγώ από πίσω με κατεύθυνση τη β’ έξοδο Νέου Βουτζά για τη Λεωφόρο Μαραθώνος. Είδαμε μπροστά μας πύρινη κόλαση και είχε πολύ κίνηση από αυτοκίνητα, και αντιληφθήκαμε, ότι θα κατευθυνόμασταν στο θάνατο. Προχωρήσαμε και απομακρυνθήκαμε μόνο 20-30 μέτρα απ το σπίτι, λόγω της μεγάλης κίνησης και των καπνών. Αμέσως, κατόπιν αυτού, έκανα αναστροφή και το ίδιο έκανε με το αυτοκίνητό της και η αδελφή μου.
Προχώρησα γύρω στα 400 μέτρα μέσα από φλόγες και αργότερα, όταν είχα καλύτερο οπτικό πεδίο διαπίστωσα, ότι η αδελφή μου δεν με είχε ακολουθήσει. Αμέσως επέστρεψα πίσω για να τις βρω και τις δύο (μητέρα και αδελφή) και να τις πάρω. Όταν γύρισα ήταν πλέον και οι δύο εκτός αυτοκινήτου, περίπου έξω από το σπίτι μας. Το αυτοκίνητο είχε τελείως καεί, ενώ και αυτές είχαν φανερά και πολύ σοβαρά εγκαύματα. Πονούσαν πολύ και τις επιβίβασα στο αυτοκίνητό μου και ειδικότερα η μητέρα μου μπροστά και η αδελφή μου πίσω, και φύγαμε με κατεύθυνση το Κέντρο Υγείας Νέας Μάκρης.
Οι εκεί αστυνομικοί μου είπαν να πάω στο Μάτι, παρά το γεγονός ότι τους έδειξα τις καμένες μητέρα και αδελφή μου. Πάλι, όμως, κομφούζιο επικρατούσε και ήμουν σίγουρος ότι στο σημείο εκείνο θα καιγόμασταν. Αποφάσισα να πάω στην Αθήνα και το έκανα τρέχοντας με 150 χιλιόμετρα την ώρα και πήγαινα και στο αντίθετο ρεύμα, για να σωθούν η μητέρα μου και η αδελφή μου, διότι έβλεπα ότι κινδυνεύουν από τα πολλά εγκαύματα που έφεραν στα σώματά τους.
Ύστερα από πολύ κόπο φτάσαμε στο Ιατρικό Αθηνών και αμέσως τις παίρνουν και τις δύο μέσα για άμεση νοσηλεία. Μας είπαν, όμως, στη συνέχεια, ότι δεν είχαν τμήμα εγκαυμάτων. Πέρασαν, δυστυχώς, δύο πολύτιμες ώρες διαβουλεύσεων και συσκέψεων, για το που θα έπρεπε να μεταφερθούν οι δύο σοβαρά τραυματίες. Μου είπαν για το Νοσοκομείο «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ» και αυτό έκανα. Έτσι, διακομίστηκαν και οι δύο στον «Ευαγγελισμό», αλλά στη συνέχεια η μητέρα μου κατέληξε 4/8/18 και η αδελφή μου 11/9/18.
Εν τω μεταξύ, πρέπει να σημειώσω, ότι μετά το θάνατο της μητέρας μου, προσπάθησα να μεταφέρω την αδελφή μου στην Αμερική, για να εισαχθεί σε κάποιο ειδικότερο Νοσοκομείο. Λόγω, όμως, μεγάλης γραφειοκρατίας και ευθυνοφοβίας στη χώρα μας, δεν κατάφερα να εκδώσω νέα ταυτότητα και ούτε και διαβατήριο, διότι ήθελαν την ίδια, κάτι όμως που αδύνατο. Σημειώνουμε ότι όλοι οι Αστυνομικοί, για τη μεταφορά της αδελφής μου στις ΗΠΑ μου φέρθηκαν πολύ καλά, ενώ αντιθέτως συνάντησα πολλά προβλήματα για την αποστολή των φωτογραφιών με τα τραύματα της αδελφής μου σε Νοσοκομείο των ΗΠΑ. Είχαν καεί όλα τα έγγραφα της με τα στοιχεία της (ταυτότητα, διαβατήριο, κ.λπ.) και δεν μπορούσα να εκδώσω νέα ταυτότητα. Μου ζητούσαν πληρεξούσιο (!), αλλά και αυτό δεν μπορούσε να γίνει, διότι ήταν σε καταστολή. Δεν πρόλαβα, δυστυχώς, να ολοκληρώσω τη διαδικασία δικαστικής συμπαράστασης, διότι την 11η Σεπτεμβρίου απεβίωσε και η αδελφή μου.
Είναι προφανές, ότι η ευθύνη των αρμοδίων για τον τραγικό θάνατο της μητέρας και αδελφής μας είναι τεράστια, αυτονόητη και εγκληματική».