Καταστροφική ήταν η φωτιά που ξέσπασε στα Γεράνεια Όρη τον περασμένο Μάιο, καθώς πέρα από τις εκτάσεις που έγιναν στάχτη υπάρχει κίνδυνος για πλημμύρες, κατολισθήσεις και λασπορροές στην περιοχή.
Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει μελέτη για την πυρκαγιά στα Γεράνεια Όρη που εκπονήθηκε από πολυπληθή και διεπιστημονική ομάδα του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου και του Χαροκόπειου Πανεπιστημίου Αθηνών.
Η μελέτη με τα συμπεράσματα και τις προτάσεις δημοσιοποιήθηκε σε τεύχος της μη περιοδικής έκδοσης του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών “Στρατηγικές Διαχείρισης Περιβάλλοντος, Καταστροφών και Κρίσεων” του ΕΚΠΑ “Environmental, Disaster, and Crises Management Strategies”, κατόπιν επιτόπιας έρευνας, χρήσης και επεξεργασίας δεδομένων τηλεπισκόπησης (δορυφορικές εικόνες και αποτύπωση με μη επανδρωμένα αεροσκάφη) και συγκέντρωσης των γεωλογικών, γεωμορφολογικών και γεωτεκτονικών δεδομένων, αλλά και των στοιχείων χλωρίδας και πανίδας της πυρόπληκτης περιοχής.
Τα συμπεράσματα – προτάσεις της μελέτης
Η πυρκαγιά που ξεκίνησε από την περιοχή του Σχίνου στις 19 Μαΐου 2021 κινήθηκε ανατολικά κατά μήκος του άξονα Σχίνου-Αλεποχωρίου και ακολούθως νοτιοανατολικά λόγω των δυνατών ανέμων που επικρατούσαν σε αυτές τις διευθύνσεις, πλήττοντας κυρίως δασικές εκτάσεις και δευτερευόντως εκτάσεις θαμνώδους βλάστησης και καλλιέργειες.
Από την πυρκαγιά επλήγησαν κυρίως εκτάσεις φυσικής βλάστησης και λιγότερο κατοικίες και περιουσίες συγκριτικά με άλλες πυρκαγιές στην περιοχή της Αττικής (π.χ. Κινέτα 2018, Μάτι 2018 κ.α.).
Η πυρκαγιά είχε διάρκεια μεγαλύτερη των 5 ημερών και έκαψε περί τα 47.000 στρέμματα βλάστησης στα βόρεια και βορειοανατολικά πρανή των Γερανείων, σε περιοχές με υψηλή έως πολύ υψηλή μορφολογική κλίση.
Οι έντονες μορφολογικές κλίσεις της περιοχής οφείλονται σε έντονη νεοτεκτονική δραστηριότητα και ενεργά ρήγματα, που έχουν δώσει και πρόσφατους σεισμούς και έχουν οδηγήσει σε έντονες υδρολογικές και γεωμορφολογικές διεργασίες, δηλαδή υψηλής έντασης πλημμυρικές ροές, κατολισθήσεις, λασπορροές και καταπτώσεις βράχων.
Η περιοχή με βάση τις παρατηρήσεις και τη βιβλιογραφία αποτελεί ένα πολύ ενεργό εργαστήριο γεωλογικών, γεωμορφολογικών, υδρολογικών και υδρο-μετεωρολογικών διεργασιών.
Οι παραπάνω υδρο-γεωμορφολικές διεργασίες αναμένεται, με βάση τα ευρήματα της έρευνάς, και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας, να έχουν μεγαλύτερη ένταση και να γίνουν πιο συχνές στην περιοχή, και κατά συνέπεια αναμένεται να αυξηθεί ο κίνδυνος πλημμυρών, κατολισθήσεων και λασπορροών στην περιοχή.
Η αύξηση των κινδύνων αυτών αναμένεται να πλήξει κυρίως τον παραλιακό άξονα μεταξύ Σχίνου και Κάτω Αλεποχωρίου, τις υποδομές και τους οικισμούς, που βρίσκονται σε αυτόν (Βαμβακιές, Μαυρολίμνη, Κάτω Αλεποχώρι, Αιγειρούσες).
Είναι σημαντικό να αναλυθεί και να εκτιμηθεί ο μεταπυρικός κίνδυνος και η βέλτιστη στρατηγική για την ανάπτυξη μέτρων μείωσης των κινδύνων στον παραλιακό άξονα.
Είναι σημαντικό να γίνει συστηματική ενημέρωση και ευαισθητοποίηση των πολιτών της συγκεκριμένης, αλλά και της ευρύτερης περιοχής που έχει πληγεί από σειρά καταστροφών και να ενισχυθεί ο τοπικός σχεδιασμός πρόληψης και η ετοιμότητα
Από την προκαταρκτική εξέταση προκύπτει ότι η περιοχή έχει πολύ υψηλές πιθανότητες για φυσική αναγέννηση, αρκεί να μην επιτραπεί η βόσκηση και να μην γίνουν εργασίες απομάκρυνσης δέντρων και θάμνων, τα οποία βοηθούν σε αυτή τη διαδικασία.