Αύξηση των κρουσμάτων κορονοϊού αναμένεται μέχρι το επόμενο Σαββατοκύριακο, όπως ανέφερε ο ο καθηγητής Παθολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών Χαράλαμπος Γώγος.
Μιλώντας στον ΣΚΑΪ, ο κ. Γώγος τόνισε πως η κινητικότητα των τελευταίων ημερών είναι πολύ πιθανό να αυξήσει τους ημερήσιους αριθμούς.
Παράλληλα ξεκαθάρισε πως δεν υπάρχει ακόμα σχέδιο για το να ανοίξει κάτι (πχ click away) στις 18 Ιανουαρίου και κάτι άλλο στις 25.
Υποστήριξε πως αν το click away άνοιγε στις 11 Ιανουαρίου τότε σύντομα θα βλέπαμε και πάλι γύρω στα 2000 κρούσματα κάθε μέρα.
Ο κ. Γώγος είπε επίσης πως τουλάχιστον μέχρι τέλη Γενάρη δε θα ανοίξουν οι δραστηριότητες (πολιτιστικές, αθλητικές κ.α), δίνοντας το «σήμα» πως το αυστηρό lockdown θα κρατήσει καιρό ακόμα.
Εξαιρετικά επιβαρυμένες οι ΜΕΘ
Σύμφωνα με τα επιδημιολογικά δεδομένα, οι ΜΕΘ εξακολουθούν να είναι εξαιρετικά επιβαρυμένες και αποσυμφόρηση του συστήματος υγείας έχει επιβραδυνθεί τις τελευταίες 10 ημέρες. Ανησυχητικό είναι το γεγονός πως έχουν αυξηθεί οι εισαγωγές σε νοσοκομεία στην Αττική, καθώς πολλές περιοχές της πρωτεύουσας βρίσκονται στο «κόκκινο» και οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για αντανάκλαση της κατάστασης αυτής στον αριθμό των νοσηλευόμενων στις ΜΕΘ το επόμενο διάστημα. Χαρακτηριστικό είναι πως ένα στα τρία νέα κρούσματα καταγράφεται στην Αττική, ενώ κατά 25% αυξήθηκε ο αριθμός των διασωληνωμένων στην περίοδο των εορτών.
Με δεδομένο ότι στο σύνολό του ο αριθμός των διασωληνωμένων παραμένει κοντά στους 400, κυβέρνηση και ειδικοί παραμένουν σε συναγερμό, καθώς στους δείκτες των επομένων ημερών θ’ αποτυπωθούν οι συνέπειες της χαλαρότητας και κινητικότητας των εορτών.
Τα καλά νέα
Οξύμωρο αποτελεί πάντως πως, σε αντίθεση με την Αττική, η μείωση των ενεργών κρουσμάτων και γενικότερα της πίεσης στο σύστημα υγείας – κυρίως σε ό,τι αφορά τις εισαγωγές και τις απλές νοσηλείες – είναι εμφανής στην περιφέρεια, συμπεριλαμβανομένης και της Θεσσαλονίκης.
Εξίσου ενδεικτική είναι η υποχώρηση χθες του δείκτη θετικότητας στα όρια του 2%, ενώ – όπως παρουσίασε και χθες το newsit.gr – η θέση της Ελλάδας είναι πολύ καλύτερη εν συγκρίσει με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, σύμφωνα με τα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου Λοιμώξεων (ECDC).