Στην ομιλία του, που περιστράφηκε κυρίως γύρω από τους πρόσφατους σεισμούς στην Ιταλία, ο κ.Λέκκας ξεκαθάρισε ότι υπάρχει σύμφωνη γνώμη των Ελλήνων γεωεπιστημόνων πως η έντονη σεισμικότητα στην Ιταλία δεν επηρεάζει την Ελλάδα.
Έχοντας επιστρέψει πρόσφατα από τη γειτονική χώρα, όπου (μαζί με τον ομότιμο καθηγητή του ΕΜΠ Παναγιώτη Καρύδη) διαμόρφωσε άμεση άποψη για τις καταστροφές, δήλωσε εντυπωσιασμένος από το επίπεδο του μηχανισμού πολιτικής προστασίας στην Ιταλία, η οποία, όπως είπε, κινητοποίησε ένα ολόκληρο «στρατό» από εκπαιδευμένο προσωπικό και -αδιανόητα για την Ελλάδα- μέσα.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Όμως, από την άλλη, επεσήμανε ότι ο μηχανισμός αυτός αρχικά αντέδρασε και παρενέβη με «δραματική» καθυστέρηση. «Στην Ελλάδα», είπε, «δεν έχουμε τα ίδια μέσα, αλλά έχουμε μεγαλύτερη ετοιμότητα» και τόνισε ότι στους τελευταίους σεισμούς στη χώρα μας, όπως αποδείχτηκε, οι αρμόδιοι φορείς είχαν κινητοποιηθεί μέσα σε μιάμιση μόνο ώρα.
Ανέφερε ακόμη ότι στον τελευταίο σεισμό στην Ιταλία, παρά τις υλικές καταστροφές, δεν υπήρξαν καθόλου ανθρώπινα θύματα, επειδή είχε εκκενωθεί μια τεράστια περιοχή σχεδόν όσο η μισή Πελοπόννησος. Εκτίμησε ότι αποτελεί ζήτημα προς συζήτηση κατά πόσο η πολιτική προστασία και στην Ελλάδα θα έπρεπε, αν χρειαστεί, να ακολουθήσει ανάλογη στρατηγική.
Συγκρίνοντας την αντοχή των κτιρίων στις δύο χώρες, είπε ότι για τα παλαιά κτίρια η κατάσταση είναι περίπου ίδια και σε καλύτερη τύχη βρίσκονται όσα έχουν συντηρηθεί και δεν έχουν αφεθεί στην τύχη τους. Όμως για τις νεότερες κατασκευές, υπογράμμισε ότι οι ελληνικές είναι σαφώς πιο ανθεκτικές σε σεισμό σε σχέση με τις αντίστοιχες ιταλικές.
Στην ομιλία του -στην οποία, μεταξύ άλλων, παρευρέθηκε ο γενικός γραμματέας Πολιτικής Προστασίας Γιάννης Καπάκης- ο κ.Λέκκας ανέφερε ότι η Ιταλία, η Ελλάδα και η Τουρκία συγκεντρώνουν το 80% περίπου της σεισμικής ενέργειας της Ευρώπης. Τόνισε όμως ότι η γεωδυναμική κατάσταση στην Ελλάδα είναι πολύ διαφορετική από εκείνη της Ιταλίας και ότι οι δύο χώρες έχουν πολύ διαφορετικές συνθήκες σεισμικότητας.