Η Θέμις και... τα προβλήματα των διοικητικών δικαστηρίων στο επίκεντρο της ετήσιας συνέλευσης της Ένωσης Διοικητικών Δικαστών.
Στα προβλήματα που έχει η Θέμις και ειδικότερα τα διοικητικά δικαστήρια της χώρας με τις ελλείψεις στις κτιριακές υποδομές αλλά και στη μείωση των εκκρεμών υποθέσεων οι οποίες παραμένουν ωστόσο ακόμα σε υψηλά επίπεδα αναφέρθηκε ο επίτροπος Επικρατείας των τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων Δημήτριος Κωστάκης, κατά την ετήσια τακτική γενική συνέλευση της Ένωσης Διοικητικών Δικαστών.
Ο κ. Κωστάκης, αναφέρθηκε στην τραγική κτιριακή κατάσταση των Διοικητικών Δικαστηρίων και στις εκκρεμείς υποθέσεις που ανέρχονται σε 196.000. Βέβαια σημείωσε πως υπάρχει μείωση σε σχέση με τα προηγούμενα έτη.
Αναλυτικότερα, ο Δημήτριος Κωστάκης ανέφερε ότι “ο δικαστής οφείλει προσηλωμένος στο Σύνταγμα και τους νόμους και υπακούοντας στη φωνή της συνείδησής του να υπερασπίζεται ανυποχώρητα, μη φειδόμενος κόπου και θυσιών, τη δημοκρατία, το Σύνταγμα, τα ανθρώπινα δικαιώματα και το κοινωνικό κράτος δικαίου” και συνέχισε…
“…με τις αποφάσεις του πρέπει να συμβάλλει στην εμπέδωση της εμπιστοσύνης των πολιτών, και ιδίως των πλέον αδύναμων από αυτούς οι οποίοι στερούνται εναλλακτικών επιλογών αποτελεσματικής διεκδίκησης της ικανοποίησης των δικαιωμάτων τους, προς τους θεσμούς της Πολιτείας και το κράτος δικαίου.
Για να εμπεδωθεί η εμπιστοσύνη αυτή απαιτείται, εκτός από την ανεξαρτησία του δικαστή, η παρεχόμενη δικαστική προστασία να είναι ποιοτική, έγκαιρη και αποτελεσματική”.
Αναφερόμενος στις εκκρεμείς δικαστικές υποθέσεις επισήμανε ότι “οι εκκρεμείς υποθέσεις στα 9 Διοικητικά Εφετεία και τα 30 Διοικητικά Πρωτοδικεία της χώρας ανέρχονταν στις 31-12-2018 σε 196.000, έναντι 235.000 στις 31-12-2017, 281.000 στις 31-12-2016, 357.000 στις 31-12-2014 και 444.000 στις 31-12-2012.
Παρατηρείται, κατά συνέπεια, μία πολύ μεγάλη μείωση των εκκρεμών υποθέσεων κατά την τελευταία εξαετία. Η θετική αυτή εξέλιξη οφείλεται στην εντατική προσπάθεια της μεγάλης πλειοψηφίας των διοικητικών δικαστών και των υπαλλήλων της γραμματείας των διοικητικών δικαστηρίων, στην αύξηση κατά 40 των οργανικών θέσεων των διοικητικών δικαστών κατά τα έτη 2016 και 2017 και σε νομοθετικές κ.λπ. ρυθμίσεις”.
Ακόμη, αναφέρθηκε στην αναγκαιότητα επιτάχυνσης της διαδικασίας πρόσληψης δικαστικών υπαλλήλων, αλλά και στην τραγική κατάσταση στέγασης των Διοικητικών Δικαστηρίων και ειδικά αυτών του Πειραιά.
Από την πλευρά της η πρόεδρος της Ένωσης Διοικητικών Δικαστών Αγγελική Λαϊνιώτη επισήμανε το φαινόμενο της κοινωνικής και πολιτικής αδικίας, που οδηγεί σε ανεπιθύμητες και ακραίες κοινωνικές καταστάσεις, που οδηγεί τους πολίτες σε ακραίες ομάδες, ενώ έντονες αναφορές έκανε και άσκησε κρητική στις ηγεσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
Ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Δικαιοσύνης Γεώργιος Σαρλής, αναφέρθηκε στο νομοθετικό έργο του υπουργείου, στην σύνταξη δύο νέων Κωδίκων (Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών και Κώδικα Δικαστικών Υπαλλήλων), στην επίλυση των καθημερινών προβλημάτων που ανακύπτουν στο χώρο της Δικαιοσύνης και επισήμανε την αναγκαιότητα συνεργασία μεταξύ του υπουργείου και των δικαστών για το καλός της Δικαιοσύνης.
Η πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας Αικατερίνη Σακελλαροπούλου αναφέρθηκε στις αγκυλώσεις και στα προβλήματα τόσο από πλευράς νομοθέτη όσο και από πλευράς δικαστηρίων και δικαστών.
Μεταξύ άλλων επισήμανε ότι «το πρόβλημα της Δικαιοσύνης συνδέεται άρρηκτα με τις παθογένειες του Ελληνικού κράτους» και συνέχισε: “όσοι νομίζουν ότι έχουν έτοιμες λύσεις αυταπατώνται και κινούνται στα όρια του λαϊκισμού”. Οι λύσεις, προσέθεσε “χρειάζονται μελέτη, συνεργασία των φορέων και φυσικά σύμπραξη των δικαστών”.
“Δεν πρέπει να εισάγονται ρυθμίσεις ερήμην των Ολομελειών των δικαστηρίων, ενώ οι δικαστικές Ενώσεις, στο πλαίσιο της συνεργασίας αυτής, πρέπει να λειτουργούν προς το συμφέρον της Δικαιοσύνης, μακριά από συντεχνιακές λογικές”, ανέφερε η Αικατερίνη Σακελλαροπούλου και συνέχισε:
“Ο έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων αποτελεί εργαλείο του κράτους δικαίου και δεν προσφέρεται για πρωτοσέλιδα εφημερίδων, πρέπει να είμαστε πάντοτε προσεκτικοί στο θέμα αυτό. Να διακρίνουμε μεταξύ της συγγραφής ενός επιστημονικού άρθρου από νέο επιστήμονα και της δικαστικής απόφασης. Χρειάζεται πάνω απ΄ όλα υπευθυνότητα.
“Αποφάσεις – βόμβες” που ανακοινώνονται από δικηγορικά γραφεία ή από τον Τύπο, πάνω σε θέματα που θίγουν ευάλωτα τμήματα πληθυσμού, πριν επιληφθεί το αρμόδιο δικαστήριο μόνο σύγχυση προκαλούν και αποτελούν εκδήλωση λαϊκισμού”.