Για τους πολίτες στον Καστό, ένα από τα μικρότερα νησιά του Ιονίου, στα Ψαρά της Χίου ή στο χωριό Πέπλος στην Ορεστιάδα η άμεση πρόσβαση σε ποιοτικές υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης δεν ήταν ποτέ ούτε εύκολη, ούτε καν αυτονόητη.
Το να βρεθεί ένας κάτοικος νησιωτικής, ορεινής και γενικά απομακρυσμένης περιοχής, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε όλο τον κόσμο, ανά πάσα στιγμή σε ένα εξειδικευμένο κέντρο ιατρικής περίθαλψης δεν είναι μια δεδομένη συνθήκη.
Αυτό το χάσμα μεταξύ κέντρου και περιφέρειας επιχειρεί να γεφυρώσει η τεχνολογία, κάνοντας το πολύτιμο αγαθό της υγείας προσβάσιμο για όλους τους πολίτες, οποτεδήποτε και από οπουδήποτε. Σήμερα, χάρη στα δίκτυα νέας γενιάς και τη συνδεσιμότητα υψηλών ταχυτήτων, καινοτόμες εφαρμογές τηλεϊατρικής γίνονται εφικτές, διαχέοντας στην κοινωνία τα οφέλη της τεχνολογίας και κάνοντας πράξη τον εκδημοκρατισμό του χώρου της υγείας.
Μπορεί η πανδημία να έκανε ακόμη πιο ορατή την ανάγκη για ποιοτικές υπηρεσίες στον τομέα της ψηφιακής υγείας, ωστόσο, στην Ελλάδα, ακόμη και πριν από το ξέσπασμα της COVID-19, οι ψηφιακές εφαρμογές υγείας δεν ήταν κάτι άγνωστο, ειδικά στους κατοίκους των απομακρυσμένων περιοχών. Σε αυτό το σκηνικό της ραγδαίας ψηφιοποίησης του κλάδου της υγείας η Ελλάδα δεν έχει τον ρόλο του ουραγού, αλλά έχει αναπτύξει τα απαραίτητα αντανακλαστικά, ώστε να αξιοποιήσει τα οφέλη της τεχνολογίας.
Εδώ και αρκετά χρόνια, φιλόδοξες πρωτοβουλίες -κυρίως- του ιδιωτικού τομέα, έχουν βάλει την Ελλάδα στον χάρτη των χωρών οι οποίες έχουν θέσει τα εργαλεία της τηλεϊατρικής στην υπηρεσία των πολιτών τους. Πρόκειται για πρωτοβουλίες που αξιοποιούν τις δυνατότητες της τεχνολογίας για να υποστηρίξουν τις τοπικές κοινωνίες και τους ανθρώπους τους στον κρίσιμο τομέα της υγειονομικής περίθαλψης και πρόληψης.
Εξαιρετικά «παραγωγική» έχει αποδειχθεί, για παράδειγμα, η πρωτοβουλία του Ιδρύματος Vodafone, που «τρέχει» από το 2006 Πρόγραμμα Τηλεϊατρικής σε 100 απομακρυσμένες περιοχές της ηπειρωτικής και νησιωτικής Ελλάδας, βελτιώνοντας την ποιότητα ζωής των κατοίκων με εξ αποστάσεως πρόσβαση στην υγεία. Αξιοποιώντας τις δυνατότητες του συνεχώς εξελισσόμενου δικτύου της Vodafone, το Πρόγραμμα παρέχει σε περισσότερους από 500.000 κατοίκους απομακρυσμένων περιοχών δωρεάν πρόσβαση σε υψηλού επιπέδου ειδικευμένες υπηρεσίες υγείας.
Η εμπειρία από το πρόγραμμα του Ιδρύματος Vodafone έχει δείξει τα οφέλη της χρήσης τεχνολογίας: σχεδόν το 75% των ασθενών ανέφερε ότι έχει μειωθεί η ανάγκη για μετάβαση σε νοσοκομείο, 1 στους 2 επισήμανε ότι η πρόσβαση σε υπηρεσίες πρωτοβάθμιας υγείας έχει βελτιωθεί, ενώ η πλειονότητα των ιατρών παραδέχθηκε τόσο τη βελτίωση της παροχής υπηρεσιών, όσο και την αποσυμφόρηση στα περιφερειακά νοσοκομεία.
Κοιτώντας προς το μέλλον, το Ίδρυμα Vodafone, που φέτος συμπληρώνει 20 χρόνια ενεργού παρουσίας στην Ελλάδα, ανοίγει περαιτέρω τη βεντάλια των δωρεάν υπηρεσιών πρωτοβάθμιας υγείας που προσφέρει μέχρι σήμερα το Πρόγραμμα Τηλεϊατρικής σε κατοίκους απομακρυσμένων περιοχών. Μετουσιώνοντας σε δράση την αδιαπραγμάτευτη δέσμευση για προσφορά στον άνθρωπο και την κοινωνία, το Ίδρυμα διευρύνει πλήρως τις παρεχόμενες υπηρεσίες πρόληψης και υγείας σε παιδιά και γυναίκες.
Πρακτικά, το Πρόγραμμα εντάσσει στις παροχές του τον παιδιατρικό προληπτικό έλεγχο, τη χαρτογράφηση της αναπτυξιακής προόδου για παιδιά σε αγροτικές περιοχές (ύψος, βάρος, δείκτης μάζας σώματος), την παρακολούθηση του προγράμματος εμβολιασμού των παιδιών και την πλήρη διαμόρφωση του ιατρικού ιστορικού. Επιπλέον, το Πρόγραμμα ανανεώνει την προσέγγισή του στην πρόληψη των γυναικολογικών ασθενειών, με νέο ερωτηματολόγιο που απευθύνεται πλέον σε όλες τις ηλικιακές ομάδες.
Ήδη, στο πλαίσιο του Προγράμματος, που τελεί υπό την Αιγίδα των υπουργείων Υγείας και Ναυτιλίας & Νησιωτικής Πολιτικής και υλοποιείται σε συνεργασία με το Ιατρικό Κέντρο Αθηνών, με τη συμμετοχή του Ελληνικού Διαδημοτικού Δικτύου Υγιών Πόλεων και της εταιρείας Vidavo, από το 2008 έχουν πραγματοποιηθεί περισσότερες από 55.000 εξετάσεις, ενώ από το 2013 έχουν εξεταστεί πάνω 17.750 κάτοικοι ακριτικών και απομακρυσμένων περιοχών.
«Η πίστη μας ότι “μαζί μπορούμε” και η φιλοσοφία του Ιδρύματος να “συνδέει για καλό” ανθρώπους και ψηφιακές τεχνολογίες είναι η αφετηρία για κάθε πρωτοβουλία, κάθε πρόγραμμα, κάθε δράση, κάθε επένδυση που υλοποιούμε», τονίζει ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Vodafone Ελλάδος, κ. Χάρης Μπρουμίδης, με αφορμή τα 20 χρόνια παρουσίας του Ιδρύματος Vodafone στην Ελλάδα.
Έχοντας προσφέρει, εδώ και 20 χρόνια, στήριξη σε περισσότερους από 700.000 πολίτες ακόμη και στις πιο απομακρυσμένες περιοχές, έχοντας συνεργαστεί με πάνω από 100 φορείς και Οργανισμούς, το Ίδρυμα Vodafone δεσμεύεται να συνεχίσει να κάνει πράξη το “Connecting for good” στη χώρα μας, υποστηρίζοντας ένα καλύτερο αύριο για τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες.