- Η κυβέρνηση είναι έτοιμη να θυσιάσει τις υψηλές κύριες συντάξεις και τις μεσαίες επικουρικές - Εθνική σύνταξη: "Υπό συζήτηση" είναι η πρόβλεψη εισοδηματικών κριτηρίων για όσους δεν θα συμπληρώνουν 15 ή 20 χρόνια ασφάλισης - Το μεγαλύτερο "αγκάθι" είναι το χρηματοδοτικό κενό στα ασφαλιστικά ταμεία - "Πληγή" οι δικαστικές αποφάσεις που ακυρώνουν προηγούμενες μνημονιακές περικοπές
Ετοιμη να «θυσιάσει», μέσω χαμηλότερων πλαφόν εισοδήματος, τις υψηλές κύριες συντάξεις (άνω των 2.000 ευρώ) και τις μεσαίες επικουρικές (άνω των 150 ή 170 ευρώ) είναι η κυβέρνηση προκειμένου να «κλείσει», υπό όρους (νέα αξιολόγηση έως το 2021), το Ασφαλιστικό.
Αυτή είναι η τελευταία «γραμμή άμυνας» που, σε συνεννόηση με το Μέγαρο Μαξίμου και το οικονομικό επιτελείο, θα ακολουθήσει ο υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης Γ. Κατρούγκαλος στην επικείμενη διαπραγμάτευση με τους επικεφαλής των Θεσμών.
Εκτός από τις περικοπές στις συντάξεις, στις «παραμετρικές αλλαγές» που αποφασίστηκε από την κυβέρνηση να γίνουν υποχωρήσεις, περιλαμβάνονται:
Η «αναδιάταξη» των εισφορών, μετά τη σθεναρή άρνηση των δανειστών να αποδεχθούν πλήρως τις αυξήσεις τις οποίες προέβλεπε το αρχικό σχέδιο της κυβέρνησης ως «ισοδύναμο» για τη διάσωση των επικουρικών αλλά και τις εκπτώσεις (σε βάθος 3 – 5 ετών) που η ίδια η κυβέρνηση έδωσε στους αγρότες, τους νέους ελεύθερους επαγγελματίες και στους επιστήμονες.
Οι προϋποθέσεις για την καταβολή της εθνικής σύνταξης.
Μολονότι η διαπραγμάτευση παραμένει «ανοικτή» ακόμη και για το ύψος της (384 ευρώ) πληροφορίες αναφέρουν ότι «υπό συζήτηση» είναι η πρόβλεψη εισοδηματικών κριτηρίων για όσους δεν θα συμπληρώνουν 15 ή 20 χρόνια ασφάλισης.
Το μεγαλύτερο «αγκάθι» στη διαπραγμάτευση, όπως παραδέχονται κορυφαία κυβερνητικά στελέχη, είναι το χρηματοδοτικό κενό στα ασφαλιστικά ταμεία που μπορεί να προκύψει στη μεταβατική περίοδο εφαρμογής του νέου Ασφαλιστικού. Εκτός από το ταμειακό έλλειμμα των τριών δισ. ευρώ που θα έχει ο ενιαίος φορέας και την ανεπάρκεια των αποθεματικών της κοινωνικής ασφάλισης (για την οποία ζητούνται νέοι πόροι) πρόσθετοι παράγοντες κινδύνου είναι:
Η αβεβαιότητα ως προς την εισπραξιμότητα των εισφορών και τα έσοδα που θα συγκεντρώνονται για την καταβολή των συντάξεων εξ αιτίας της παρατεινόμενης κρίσης αλλά και της σύνδεσης, από την 1/1/2017, του ύψους των εισφορών με το φορολογητέο εισόδημα (ευνοεί την απόκρυψη εισοδήματος).
Οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις, περίπου 3 δισ. ευρώ, από 140.000 απλήρωτες συντάξεις που έχουν τα Ταμεία, χωρίς να υπολογίζονται τα απλήρωτα εφάπαξ (1 δισ. ευρώ) και οι οφειλές του ΕΟΠΥΥ (7,8 δισ. ευρώ). Με δεδομένη την έλλειψη των αναγκαίων διαθεσίμων, η «λύση» που προκρίνεται είναι να περιοριστεί το «κρυφό» αυτό χρέος μέσω της αλλαγής του τρόπου υπολογισμού των παροχών για όσους είναι σε εκκρεμότητα.
Οι δικαστικές αποφάσεις που ακυρώνουν προηγούμενες μνημονιακές περικοπές. Με βάση τον κυβερνητικό σχεδιασμό, οι δημοσιονομικές επιπτώσεις αυτών των αποφάσεων που υπολογίζεται ότι ξεπερνούν τα 5 δισ. ευρώ, θα «απορροφηθούν» μέσω του επανϋπολογισμού, με τους νέους ενιαίους κανόνες, όλων των καταβαλλόμενων συντάξεων.
«Η κυβέρνηση δεν θα μειώσει και πάλι τις συντάξεις, ακόμα και αν το ζητήσουν οι διεθνείς δανειστές της και θα προστατεύσει το εισόδημα των αδυνάτων», ανακοίνωσε χθες του υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης υπογραμμίζοντας ότι με το νέο Ασφαλιστικό θα εξασφαλιστεί «ισότιμη μεταχείριση, κοινωνική δικαιοσύνη και διαγενεακή αλληλεγγύη».
Την ανάγκη ταχείας ολοκλήρωσης της πρώτης αξιολόγησης επισήμανε χθες ο Ευρωπαίος επίτροπος Π. Μοσκοβισί, κάνοντας λόγω για επιστροφή της ελληνικής οικονομίας σε ανάπτυξη 2,7%, το 2017. Υποστήριξε πως η Ελλάδα πρέπει, τώρα, να εφαρμόσει κρίσιμες μεταρρυθμίσεις για να αποφύγει μεγαλύτερο κόστος μελλοντικά, εκτιμώντας παράλληλα πως μια ευρεία πολιτική συναίνεση θα αύξανε επίσης την πιθανότητα επιτυχίας. Αν και απέφυγε να προσδιορίσει ημερομηνία επιστροφής των επικεφαλής των Θεσμών στην Αθήνα, σημείωσε πως η ομάδα του βρίσκεται στην Αθήνα από τα μέσα Ιανουαρίου και δήλωσε σε θέση να διαβεβαιώσει πως το γενικό κλίμα των συζητήσεων είναι θετικό. «Παρόλο που έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος, γνωρίζουμε ότι χρειάζεται να γίνουν περισσότερα», δήλωσε, και πρόσθεσε ότι «αυτές οι μεταρρυθμίσεις είναι δύσκολες για κάθε χώρα, ειδικά μετά από μια παρατεταμένη ύφεση, αλλά αυτό συνιστά έναν ακόμη λόγο που πρέπει να γίνουν τώρα, καθώς το κόστος και οι προκλήσεις θα είναι μεγαλύτερες στο μέλλον».
Ολοκληρώνοντας επιτυχώς την αξιολόγηση, εκτίμησε, η Ελλάδα θα αποδείξει πως επιδιώκει ενεργά τη δική της σταθεροποίηση, επιτρέποντας μετά να περάσουμε στη συζήτηση των πιθανών μέτρων για το χρέος.
Πηγή: ΗΜΕΡΗΣΙΑ