Στον 44χρονο σύντροφό της έριξε όλες τις ευθύνες η 26χρονη μητέρα του μικρού Άγγελου, που δίνει τη μεγαλύτερη μάχη της ζωής του μόλις στα τρία του χρόνια, νοσηλευόμενος στη ΜΕΘ του νοσοκομείου στο Ηράκλειο Κρήτης, ύστερα από τη βάναυση κακοποίησή του.
Η βαρβαρότητα της μητέρας και του πατριού πάνω στο κορμάκι του 3χρονου αγοριού, που χαροπαλεύει αυτή την ώρα από τους ξυλοδαρμούς, έχει συγκλονίσει όχι μόνο την τοπική κοινότητα του Ηρακλείου της Κρήτης, αλλά το πανελλήνιο.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Το πόρισμα του ιατροδικαστή είναι ενδεικτικό της άγριας κακοποίησης που υπέστη ο μικρός Άγγελος, αφού το κορμάκι του έχει σημάδια από το κεφάλι του έως τα νύχια του ποδιού του, ακόμη και στην προγεννητική περιοχή.
Το newsit.gr φέρνει στο φως την απολογία της 26χρονης μητέρας, η οποία χθες (29.01.25) χθες πέρασε το κατώφλι του ανακριτή, δείχνοντας εντελώς απαθής.
Η ίδια στην απολογία της υποστήριξε πως δεν είχε χτυπήσει ποτέ το τρίχρονο αγοράκι και πως το κακοποιούσε μόνο ο σύντροφός της.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Ισχυρίστηκε δε ότι φοβόταν τον 44χρονο, γι’ αυτό και δεν τον είχε καταγγείλει.
«Σε όλο αυτό φοβόμουν να μιλήσω, γιατί φοβόμουν ότι θα κάνει κακό και σε μένα. Δε με είχε περιορισμένη, δεν με είχε χτυπήσει ποτέ, ούτε με είχε απειλήσει ότι θα με σκοτώσει, αλλά φοβόμουν να μιλήσω», υποστήριξε.
Στην απολογία της, η 26χρονη ‘άκρως προκλητική επιχείρησε να δικαιολογήσει ένα προς ένα τα σημάδια, που είδε ο ιατροδικαστής στο κορμάκι του άτυχου παιδιού, ενώ κατέληξε, λέγοντας «αν το παιδί μου ζήσει, θα το πάρω αγκαλιά και θα του ζητήσω συγγνώμη».
Όλη η απολογία της 26χρονης
Εγώ το παιδί το είχα χτυπήσει στην πάνα του, πάνω από την πάνα του. Γέννησα 20 Ιανουαρίου 2022, είχα σχέση τότε με τον πατέρα του Άγγελου.
Μέναμε στο σπίτι του στην Αθήνα μέχρι 20 ημερών, μαζί με τη μητέρα του και τα άλλα τρία αδέλφια του. Τότε εκείνος ήταν 20 ετών, σήμερα είναι 23 ετών. Με χτυπούσε εμένα αυτός και πήρα το παιδί κι έφυγα. Πήγα στον πατέρα μου,του έκανα καταγγελία, του έκαναν σύσταση, μετά προσπαθούσε να με βρει.
Με έπαιρνε τηλέφωνο, μηνύματα κλπ. Του έδωσα μια δεύτερη ευκαιρία και όταν πήγαμε εκεί, το παιδί ήταν ενός έτους και το χτυπούσε το μωρό.
Μετά του έκανα καταγγελία, δεν έγινε τίποτα. Είχε μείνει εκεί, δεν προχώρησε παρακάτω. Μετά από όλο αυτό τον καιρό γνώρισα τον 44χρονο από μία φίλη μου. Μιλήσαμε με βιντεοκλήση. Μου είπε ο 44χρονος: «θέλεις να κατέβεις κάτω να συζητήσουμε», μου λέει και η άλλη κοπέλα: «γιατί δεν κάνεις κάτι μ’αυτόν»; Για 2,3 εβδομάδες γινόταν αυτό. Της είπα ότι δεν μπορώ να κατέβω και να πάω το παιδί μου σε έναν ξένο άνθρωπο. Αυτός δεν ήξερε να γράφει, μιλάγαμε μέσω κάμερας και μου είπε να κατέβω να γνωριστούμε. Το σκεφτόμουν το ξανά σκεφτόμουν για πέντε μέρες. Πήρα την απόφαση να κατέβω. Την πήρα βαριά μεν, όμως την πήρα. Το σκεφτόμουν όταν ήμουν στο καράβι, σκεφτόμουν «πού πάω, να την κάνω ή όχι»; Φτάνω στο Ηράκλειο και ήρθε ο συγκατηγορούμενός μου με την κόρη του. Πήγαμε σπίτι του και αγκαλιές, φιλιά στο παιδί, αυτός, η κόρη του…
Τον ένα μήνα, τέλος Οκτώβρη, ήταν όλα κανονικά. Εγώ είμαι σπίτι, αυτός δούλευε, έλεγε ότι ήταν ελεύθερος επαγγελματίας. Εγώ ήμουν με το παιδί και τα δύο σκυλάκια που ήταν δικά του. Εγώ ήμουν όλη μέρα με το παιδί. Είχε συνηθίσει το παιδί μαζί μου. Όλο αυτό τον καιρό ερχόταν μαζί μου μέχρι να συνηθίσει το χώρο το παιδί. Είχε δωμάτια και πάνω το σπίτι.
Μετά τον ένα μήνα, αυτός ξεκίνησε να του ασκεί βία του παιδιού, το χτυπούσε με το ξύλο της κούνιας που είχε, το χτυπούσε ή στα χέρια. Αυτό ξεκίνησε το τέλος Νοέμβρη με αρχές Δεκέμβρη. Το χτυπούσε γιατί έκανε ζαβολιές και δεν τον άφηνε να είναι μαζί μου αυτός συνέχεια. Το παιδί είχε συνηθίσει να πηγαίνω τουαλέτα και να είναι δίπλα μου, επειδή δεν είχα κάποιον να το κρατήσει κι αυτό τον πείραζε, έλεγε «δεν είναι σωστό για το παιδί αυτό».
Του χτυπούσε το χέρι με το ξύλο, του χτυπούσε την πατούσα από κάτω, αυτό γινόταν συνέχεια. Την πρώτη φορά του μίλησα με νεύρα, του είπα ότι αν το ξανακάνει, θα κινηθούμε διαφορετικά, στην αστυνομία. Την επόμενη μέρα το χτύπησε ξανά στην πατούσα από κάτω με το ξύλο, έλεγε, «έτσι έκανε η συχωρεμένη μάνα μου για να κάτσουν καλά τα παιδιά». Τη δεύτερη φορά που έγινε αυτό του είπα ξανά ότι θα απευθυνθώ στην αστυνομία. Την τρίτη φορά του είπα ότι θα ζητήσω χρήματα από τους γονείς μου να σηκωθώ να φύγω. Πήρα τον πατέρα μου και μου είπε ”ξανά σκέψου το, έχει γίνει κάτι”.
Όμως δεν μπορούσα να μιλήσω γιατί ήταν κι εκείνος μπροστά. Έπαιρνα με το κινητό μου τον πατέρα μου και του έλεγα να φύγω. Είπα στον μπαμπά μου ότι συμπεριφέρεται άσχημα πάνω στο παιδί και του ζήτησα χρήματα για να φύγω από το σπίτι να πάω στην αστυνομία. Δεν με είχε κλειδωμένη, μου είχε πει όμως να μη φύγω και να αφήσω τα σκυλιά. Δεν είχα κλειδιά για να βγω έξω και να ξαναγυρίσω. Δηλαδή αν έφευγα να πάω στην αστυνομία να το καταγγείλω, δεν θα μπορούσα να ξαναγυρίσω. Εγώ έλεγα μέσα μου, τα σκυλιά με ενδιαφέρουν ή το παιδί μου; Ποτέ δεν έβγαλα βόλτα τα σκυλιά, τις περισσότερες φορές έπαιρνα και το μικρό μαζί να πηγαίνουμε από πάνω στο πάρκο. Τις τελευταίες ημέρες πριν το συμβάν με το παιδί, αυτός ήταν άρρωστος. Εγώ έβγαινα και την ημέρα που αυτός ήταν στη δουλειά. Είχαμε ένα κλειδί, κλείδωνα την πόρτα και έβγαινα, δεν είχε ο καθένας το δικό του κλειδί, ήταν μόνο ένα. Αφού μίλησα με τον μπαμπά μου του είπα ότι θέλω να φύγω. Την πρώτη φορά το χτύπησε με το ξύλο στα χέρια. Είχε ένα πρόβλημα ο γιος μου από όταν γεννήθηκε και δυσκολευόταν να ουρήσει. Αυτό ο 44χρονος δεν το δεχόταν. Του έλεγα ‘’άσε το παιδί, είναι δικό μου θέμα’’. Τον είχε δει την ώρα που τον άλλαζα, τον είχε δει ότι είχε αυτό το θέμα. Όταν πρωτοήρθα στην Κρήτη και λίγο πριν γίνει όλο αυτό το συμβάν να είναι εγκεφαλικά νεκρό το παιδί, το είχε δει. Ήξερε, γιατί είχα φέρει και τα χαρτιά, δεν το πήγαμε ποτέ στο γιατρό εδώ πέρα. Την πάνα τη φορούσε από την πρώτη μέρα που ήρθαμε στο Ηράκλειο μέχρι τα μέσα Γενάρη που έγινε αυτό που έγινε. Ο μπαμπάς μου δε μου έστειλε λεφτά να φύγω, μου είπε να τα λύσουμε όλα αυτά που γίνονταν, αυτό που γινόταν με το παιδί. Μου είπε να ξαναμιλήσουμε, να δω γιατί το κάνει αυτός πάνω στο παιδί. Ο συγκατηγορούμενός μου, μου είπε δεν θα ξανανακατευτεί και την ίδια μέρα που του έκανα τη συζήτηση, το χτύπησε ξανά στα δυο του χέρια με το ξύλο και μετά στις πατούσες, επειδή δεν άκουγε μένα, επειδή δεν έπαιζε με τα παιχνίδια, επειδή δεν κινούσε τα χέρια του να παίξει. Εγώ του ξαναμίλησα, τον ρώτησα γιατί το κάνει.
Ήμουν μπροστά όταν το χτυπούσε το παιδί, του έπαιρνα το ξύλο και αγκάλιαζα το παιδί. Την πρώτη φορά το πέταξα εγώ το ξύλο στην αυλή, αυτός το έπαιρνε ξανά. Μετά το πέταξε η κόρη του έξω στην αυλή. Του μιλούσα αλλά δεν άκουγε ποτέ. Πήρα ξανά τον πατέρα μου και του ζήτησα λεφτά να σηκωθώ να φύγω, αυτό το τηλεφώνημα το έκανα μπροστά στην κόρη του. Ο πατέρας μου μου έλεγε ότι τα πράγματα θα φτιάξουν. Εγώ του έλεγα ότι τα πράγματα γίνονται χειρότερα. Δεν μπορούσα να του πω τι ακριβώς έχει γίνει. Του έλεγα μόνο ότι δεν ζούμε καλά, ότι δεν είμαστε καλά εδώ. Δε με χτυπούσαν, ούτε με έκαιγαν εμένα όταν ήμουν παιδί, με πρόσεχαν οι γονείς μου, ήξερα πως φροντίζουν ένα παιδί. Σε όλο αυτό φοβόμουν να μιλήσω, γιατί φοβόμουν ότι θα κάνει κακό και σε μένα. Δε με είχε περιορισμένη, δεν με είχε χτυπήσει ποτέ, ούτε με είχε απειλήσει ότι θα με σκοτώσει, αλλά φοβόμουν να μιλήσω. Μόνο με τη γυναίκα του την πρώην, ανέφερε αυτή την ώρα πως ό,τι και να συνέβη πάνω στο δικό μου το παιδί, θα τον σώσει τον 44χρονο. Το ανέφερε στο σπίτι που μέναμε πριν από τα Χριστούγεννα που έβγαλε ο 44χρονος τις φωτογραφίες και το βίντεο με τις μελανιές στο γόνατο του μικρού. Τις έβγαλε αυτές για να λέει πως δεν το κάνει αυτός αλλά εγώ. Δεν είχε μεσολαβήσει κάτι μεταξύ μας. Ήμουν μπροστά όταν έβγαζε το βίντεο και τις φωτογραφίες. Έλεγε ότι άμα φύγω από το σπίτι του για να μη βρει αυτός μπελά, θα έλεγε ότι δεν τα κάνει εκείνος αλλά εγώ. Εγώ δεν είχα το κινητό μου τότε. Εγώ του είπα ότι δεν τις έκανα εγώ αυτές τις μελανιές αλλά εκείνος. Όταν ο 44χρονος έπαιρνε τα ηρεμιστικά για τρεις μέρες, το παιδί δεν είχε μελανιές, όταν ξυπνούσε. Όταν όμως δεν τα έπαιρνε, ήταν πολύ διαφορετικός ο συγκατηγορούμενος μου. Τον Δεκέμβριο τον έβαζε συνέχεια να κάθεται στο χαλί. Εγώ του έδινα τα παιχνίδια του να παίζει, τον τάισα ένα τοστ, του έδινα γάλα, το μεσημέρι το φαγητό του, με χρήματα του συγκατηγορούμενό μου. Όταν το κακομεταχειριζόταν του φώναζα, του έλεγα «ξανα μανά τα ίδια, ξανά»; Εγώ τον είχα χτυπήσει γιατί πήγαινε και άγγιζε τις πρίζες, τα καλώδια μόνο αυτό έκανα μόνο στην πάνα τον είχα χτυπήσει εγώ. Ερχόταν όπου πήγαινα, τον φώναζε εκείνος του έλεγα «γιατί δεν το αφήνεις το παιδί να έρχεται κοντά μου». Εγώ καθόμουν κάτω να παίξω μαζί του και εκείνος μου φώναζε. Δεν τον άκουγα καθόμουν και παίζαμε όση ώρα έπαιζα μαζί του αυτό μιλούσε, κινούσε τα χέρια του. Εγώ πήγαινα στο μπάνιο, του έλεγα ‘’παίξε και έρχεται η μαμά’’. Ακουγα από πάνω να του φωνάζει «γιατί δεν παίζεις»; Επειδή δεν κινούσε τα χέρια του, αλλά κοιτούσε ένα παιχνίδι συνέχεια.
Άκουγα τις φωνές, ρώταγα τον μικρό αν έγινε κάτι, εκείνο έλεγε «όχι μαμά, όλα καλά». Προσπαθούσα να του μιλήσω ώστε να μη φτάσουμε σε τέτοια κατάσταση. Είχα δει τα πόδια του παιδιού τον Δεκέμβριο, δεν είχε πέσει από τη σκάλα. Είχε ανοίξει το συρτάρι πάνω στο δωμάτιο και του έπεσε το συρτάρι στο πόδι, μετά φόραγε την κάλτσα. Εγώ με το που ξύπνησε άκουσα και πήγα κατευθείαν επάνω. Πριν κοιμόταν το παιδί στο διπλό κρεβάτι μαζί μου. Εγώ δεν κοιμόμουν με τον 44χρονο, αυτός κοιμόταν στο σαλόνι. Το παιδί ήθελε να κοιμάμαι μαζί του γιατί έτσι είχε συνηθίσει.
Το παιδί σηκώθηκε από το κρεβάτι κατέβηκε και πείραζε όπως όλα τα παιδιά. Άνοιξε το συρτάρι και αυτό έσκασε πάνω στο πόδι του, ήθελε να κάνει ζαβολιά που λέμε. Ανεβαίνω πάνω, του ανοίγω την κάλτσα που φόραγε και βλέπω το σημάδι, είχε ανοίξει κι έτρεχε αίμα, κατεβαίνω κάτω με το βαμβάκι που το έβαλα στο πόδι, του είπα να πάμε στο νοσοκομείο. Αυτός είπε ‘’όχι δεν θέλει νοσοκομείο, είναι μια χαρά, θα φτιάξει’’. Μετά του έβαλα σπρέι στο πόδι και σιγά-σιγά έκλεινε η πληγή. Είχα τηλέφωνο μαζί μου, έκλαιγε όταν χτύπησε, μετά που τον περιποιήθηκα έφτιαξε λίγο τον πόνο. Όταν του ξαναβάζαμε το σπρέι πόναγε ξανά. Ο μικρός έβγαλε την κάλτσα του και σκάλιζε από πάνω το κακαδι με το χέρι του. Του μιλούσα, του έλεγα ‘’γιατί το κάνεις αυτό; μην το πειράζεις το πόδι σου, πρέπει να φτιάξει’’. Εδώ όσες φορές του είχα πει να πάμε σε παιδίατρο, εγώ δεν ήξερα από παιδιάτρους, ο κατηγορούμενος έλεγε ότι θέλει λεφτά και δεν μπορεί να πληρώσει.
Τον πίεζε για να ουρήσει, του τσιμπούσε τα γεννητικά όργανα. Ανέβαινε πάνω και εγώ τον έσπρωχνα, του έλεγα ‘’θα κάτσω εγώ με το παιδί να ουρήσει’’. Αυτός ήρθε, το τσίμπησε και τον έχωσε μέσα στη λεκάνη. Δεν ήταν από τσιγάρα καμμένο το παιδί, όπως άναβε τον αναπτήρα, άφηνε το σίδερο του αναπτήρα πάνω στο παιδί, στα γεννητικά του όργανα το είχε ακουμπήσει, ήμουν μπροστά. Τον πήρα τον αναπτήρα και τον πέταξα. Μου είπε ‘’δεν τον ακούμπησα’’, μου είπε αυτός ότι δεν ήταν αναμμένος. Το παιδί δεν αντέδρασε, δεν φώναξε. Τσιγάρα δεν είχε κάψει ποτέ πάνω του, εγώ δεν καπνίζω, δεν το έκαψε ποτέ. Δεν είχε πατήσει τσιγάρο το παιδί για να καεί μόνο του. Αυτός κάπνιζε. Εγώ όχι, δεν καπνίζω πλέον. Εγώ πάντως δεν το έχω κάψει ποτέ το παιδί με τσιγάρο, ούτε τον είδα να τον καίει αυτός. Μπορείτε να μου κάνετε εξέταση να δείτε ότι δεν καπνίζω. Λέει ψέματα εκείνος ότι καπνίζω μανιωδώς. Εγώ μόνο του άναβα το τσιγάρο του 44χρονου και του το έδινα. Μόνο τσιγάρο βέβαια, καμιά άλλη ουσία. Η γρατζουνιά στην πλάτη του παιδιού ήταν από την λεκάνη που τον έβαλε μέσα, έτσι δημιουργήθηκε η γρατζουνιά. Την ίδια ημέρα που δεν μπορούσε να ουρήσει και τον έκαψε με τον αναπτήρα στα γεννητικά όργανα και στην πατούσα από κάτω, μετά τον έβαλε μέσα στη λεκάνη. Το τραύμα στην πλάτη του έγινε δύο μέρες πριν φτάσει ο μικρός στο νοσοκομείο. Το είχα δει το τραύμα, ρωτούσα τον μικρό αν πονάει εκεί στην πλάτη του και μου είπε «όχι».
Δεν το χτύπησε κανείς με ρόπαλο ή κάτι άλλο, ήταν ο σωλήνας στο μπάνιο που ήταν πίσω από την λεκάνη. Ήταν χοντρός. Δεν είχε κάποια αντίδραση ή κάτι ο μικρός και δεν κάναμε τίποτα, θα μπορούσε να μου πει, να μου δείξει κάτι, δεν έκλαψε όταν τον έχωσε στη λεκάνη. Δεν αντέδρασε, όχι. Τα πράγματα έγιναν όπως σας τα λέω.
Την τελευταία μέρα στις 26, ξύπνησα με το παιδί. Σηκώθηκα εγώ πρώτη από το κρεβάτι μετά κατέβηκε και ο μικρός τον έβαλα να ουρήσει, τον έπλυνα, και κατεβήκαμε κάτω. Ο 44χρονος μου ζήτησε καφέ του είπα ‘’εντάξει’’, πήγα να δώσω τα παιχνίδια στον μικρό για να παίξει. Πήγα να πάρω καφέ στο περίπτερο, σε απόσταση ούτε ένα λεπτό από το σπίτι. Γυρνάω στο σπίτι και βλέπω το παιδί πάνω στον καναπέ με γυρισμένα τα μάτια. Το παιδί ήταν ανάσκελα στον καναπέ, ο 44χρονος ήταν με ένα κοριτσάκι από δίπλα και όταν το ρώτησα μου είπε ότι άκουσε φωνές και ήρθε.
Άκουσα φωνές από το 44χρονο μπήκα μέσα, άκουγα από την εξώπορτα, τον άκουγα που έλεγε ‘’Αγγελε, Αγγελε’’. Μπήκα μέσα κλαίγοντας που είδα το παιδί μου έτσι εγώ, από την μπροστινή πόρτα μπήκα. Έπιασα το χέρι του μικρού και ο συγκατηγορούμενος μου μου είπε: ‘’εσύ φύγε. Του έκανε εισπνοές, του έκανε καρπά. Η κοπέλα ήταν ακριβώς πάνω απ’ το κεφάλι του. Μου είπε πάω να φέρω την ζακέτα του γιατί έρχεται το ασθενοφόρο.
Το παιδί κάποια στιγμή έκανε ένα «ααααα» και «μαμαμα», μετά τίποτα άλλο. Μετά ήρθε το ασθενοφόρο, τον πήραν και τον πήγαν στο νοσοκομείο. Πήγα και εγώ στο ασθενοφόρο. Μου είπαν να κάτσω εκεί. Όταν ήταν μπουκωμένος και φυσούσε τη μύτη του, του δημιουργήθηκε κάτι σαν γρατζουνιά στην μύτη και είχε αίμα. Η πληγή στον ταρσό ήταν ακόμα γιατί τη σκάλιζε. Τα δάχτυλα του στο χέρι ήταν πρησμένα και μαυρισμένα από το ξύλο. Δεν ήμουν ήρεμη ήμουν σε άσχημη κατάσταση. Ανησυχούσα, έτρεμα, φώναζα τον ρώταγα τι έγινε εκείνη την ώρα. Μου είπε ότι πήγε να σηκωθεί, έχασε τις αισθήσεις του και χτύπησε στη γωνία στο τραπεζάκι. Δεν είδα όμως να έχει κάτι στο μέτωπο του το παιδί. Μετά πήγαμε στο νοσοκομείο. Τον εξέταζαν και μετά μας ρώτησαν τι είχε γίνει με το παιδί. Με ρώτησαν και τους είπα ότι είχε αλλεργία σε μία συγκεκριμένη αντιβίωση. Μετά ήρθαν μας πήραν, μιλήσαμε. Η φουσκάλα ήταν πρησμένη στο δάχτυλο του. Έλεγε ότι το δάγκωνε το δάχτυλο το παιδί και έκανε την φουσκάλα. Έλεγε ότι πήρε τον νυχοκόπτη και του έκοψε τη φουσκάλα. Του είπα ‘’γιατί το κάνει’’ και μου είπε ‘’για να φύγει’’. Στο πόδι είναι από το ξύλο που το χτυπούσε, όμως δεν έκανα κάτι. Από το ξύλο είναι το μαύρο και το άλλο του δάχτυλο. Το παιδί όμως ήταν φοβισμένο και δεν έκλαιγε. Το παιδί το μόνο που έλεγε ήταν ‘’μη, μη, μη’’.
Τον είχε χτυπήσει και πίσω στον ποπό του, όμως δεν το είδα, ήταν στο διάστημα που έλειπα. Εκεί που τον άλλαζα όμως δεν είχα δει κάτι. Στο μάγουλο του που έχει έναν μώλωπα δεν το είχα δει, δεν είχε γίνει κάτι. Είχα δει τα πόδια του που ήταν πρησμένα στα γόνατα γιατί τα χτύπαγε με το ξύλο στα γόνατα. Δεν ήμουν μπροστά και μου είπε «ντα» κι όταν τον ρώτησα ποιος το έκανε κοίταξε λοξά τον 44χρονο . Το χτύπημα στο μέτωπο ήταν επειδή έτρεχε πέρα δώθε και συγκρούστηκε με το μεγάλο σκύλο που ήταν πίσω του. Χτύπησε στην κολώνα. Δεν ήμουν μπροστά τις τελευταίες μέρες. Δεν είχα ανεβάσει εγώ ανάρτηση στις 20-11 του 2024. Δεν μπορώ να κάνω και κάτι από εδώ πέρα. Το παιδί μου είναι εγκεφαλικά νεκρό, δεν έχει αισθήσεις στον εγκέφαλο του, δε λειτουργεί τίποτα, μόνο η καρδιά του χτυπάει το παιδί μου θα πεθάνει. Τη στιγμή που δε φταίω εγώ για την τελευταία του κατάσταση. Το διάστημα αυτό που ήταν μια χαρά πριν το παιδί, τι του έκανε; Έκανα λάθος που κατέβηκα σε έναν ξένο άνθρωπο. Εκείνη τη στιγμή πήγα και πρόλαβα το παιδί μου να το πάρω να φύγω. Όμως ήταν λάθος που κατέβηκα εδώ. Ήταν δικό μου λάθος που το έκανα. Σε όλο το κομμάτι, για το παιδί μου στεναχωριέμαι. Αν το παιδί μου επιζήσει θα χαρώ, θα τρελαθώ απ’ τη χαρά μου. Αν ζούσε, θα το παίρνω αγκαλιά και θα του ζήτησα συγνώμη που το έφερα σ’ αυτή την κατάσταση.