Για την υπόθεση καταδικάστηκαν από το Τριμελές Πλημμελειοδικείο της Αθήνας οι δύο υπεύθυνοι της εταιρείας η οποία παρασκεύασε τη συσκευασία με τα 12 συνολικά πιτάκια, σε ποινή φυλάκισης 10 μηνών με τριετή αναστολή.
Ωστόσο, ο ένας εκ των δύο καταδικασθέντων προσέφυγε στον Άρειο Πάγο οποίος τελικά αναίρεσε την πρωτόδικη απόφαση λόγω έλλειψεως της απαιτούμενης αιτιολογίας από το Σύνταγμα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
Αναλυτικά, σύμφωνα με το ιστορικό της υπόθεσης, ο πατέρας από γνωστό σούπερ μάρκετ της Αττικής, μαζί με άλλα ψώνια, αγόρασε 12 πιττάκια σε σφραγισμένη συσκευασία καθαρού βάρους των 500 gr.
Όταν επέστρεψε σπίτι του, η κόρη του πήρε ένα πιτάκι και πριν ακόμη το φάει όλο, αισθάνθηκε ένα ισχυρό πόνο στην περιοχή της στοματικής κοιλότητας και αμέσως άρχισε να τρέχει ακατάπαυστα αίμα. Σε καθεστώς πανικού οι γονείς προσπάθησαν να αντιληφθούν τι έχει συμβεί. Με προσπάθειες, καθώς το κοριτσάκι ήταν σε κατάσταση σοκ από το φόβο και τον πόνο, οι γονείς διαπίστωσαν ότι υπάρχει σφηνωμένο ένα ξένο αντικείμενο στα ούλα του παιδιού.
Στο νοσοκομείο οι εφημερεύοντες γιατροί διαπίστωσαν ότι «ένα μεταλλικό καρφί, μήκους 6 μ.μ. με κεφαλή διαμέτρου 2 μ.μ. εισχώρησε κατά την κατανάλωση τροφίμου (πιτάκι) στα ούλα, ανάμεσα στους προγομφίους της άνω γνάθου» δεξιά της στοματικής κοιλότητας της κοπέλας. Οι γιατροί αφαίρεσαν το καρφί και έτσι σταμάτησε ο πόνος και η αιμορραγία.
Από Τριμελές Πλημμελειοδικείο της Αθήνας και οι δύο αγορανομικά υπεύθυνοι της εταιρίας που παρασκεύασε τα πιττάκια, καταδικάστηκαν σε φυλάκιση 10 μηνών ο καθένας με τριετή αναστολή.
Από τους δικαστές κρίθηκε ότι «από πρόθεση» παραβιάστηκε το άρθρο 19 του νόμου 4177/2013 που προβλέπει ότι «όποιος παράγει, διακινεί ή διαθέτει τρόφιμα μη ασφαλή ή επιβλαβή για την υγεία, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον 6 μηνών».
Όπως, επισημαίνεται στην πρωτόδικη απόφαση παραβιάστηκαν οι διατάξεις του εν λόγω νόμου, ο οποίος «απαγορεύει την παραγωγή, διακίνηση και διάθεση τροφίμων τα οποία είναι μη ασφαλή – επιβλαβή για την υγεία του ανθρώπου».
Ο ένας εκ των καταδικασθέντων προσέφυγε στον Άρειο Πάγο, ζητώντας να αναιρεθεί η πρωτόδικη απόφαση.
Οι αρεοπαγίτες του Ε΄ Ποινικού Τμήματος αναίρεσαν την πρωτόδικη απόφαση, λόγω ελλείψεως της απαιτούμενης από το Σύνταγμα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αιτιολογία.
Οι δικαστές υπογραμμίζουν ότι δεν αναφέρεται εάν οι δύο καταδικασθέντες, «ήθελαν να παρασκευάσουν το επιβλαβές στην υγεία του ανθρώπου τρόφιμο ή αν γνώριζαν ότι από τις συνθήκες λειτουργίας της επιχείρησης, ήταν ενδεχόμενο να παραχθεί το συγκεκριμένο τρόφιμο και το αποδέχθηκαν καθώς και αν γνώριζαν και ήθελαν ή αποδέχθηκαν τη διάθεση του εν λόγω επιβλαβούς τροφίμου στην κατανάλωση, για να μπορεί να κριθεί αν η παράβαση έγινε από δόλο ή αμέλεια».
Η υπόθεση αναιρέθηκε και για τους δυο υπεύθυνους, σύμφωνα με την δικονομία, παρά το γεγονός ότι στον Άρειο Πάγο είχε προσφύγει μόνο ο ένας και το ζήτημα θα κριθεί εκ νέου.