Σοκαριστικά είναι τα όσα έρχονται στο φως της δημοσιότητας σχετικά με τα περιστατικά κακοποίησης και σεξουαλικής κακοποίησης σε δομές της Κιβωτού του Κόσμου. Ο φίλος του 19χρονου που τον παρότρυνε να καταγγείλει όσα έγιναν μέσα στη δομή περιέγραψε τις εφιαλτικές στιγμές που έζησε ο 19χρονος στο πλευρό του πατέρα Αντώνιου.
Ο φίλος του 19χρονου αποκάλυψε μιλώντας στο Open πως τον γνώρισε – που κατήγγειλε τον πατέρα Αντώνιο για σεξουαλική κακοποίηση – τον περασμένο χειμώνα και φέτος το καλοκαίρι άρχισαν να κάνουν περισσότερη παρέα. Τότε ήταν που ο νεαρός άρχισε να ανοίγεται και του εκμυστηρεύτηκε όσα ζούσε μέσα στην Κιβωτό του Κόσμου.
Ο φίλος του αποκάλυψε πως ο 19χρονος έλεγε έμμεσα πράγματα «σα να ήθελε να του πει κάτι αλλά δίσταζε».
«Τον βρήκα σε άθλια κατάσταση»
«Κάποια στιγμή τον έχασα για δύο εβδομάδες, δεν είχα ακούσει νέα του, δεν απαντούσε στο τηλέφωνο και πήγα να τον βρω στο σπίτι στο οποίο έμενε. Ήταν εκεί σε άθλια κατάσταση, δεν είχε ρεύμα, δεν είχε φαγητό. Η πρώτη του κουβέντα μόλις με είδε ήταν “ένα μπουκαλάκι νερό” γιατί είχε να πιει νερό δύο μέρες».
«Ήταν εκείνο το βράδυ που μου εκμυστηρεύτηκε ότι θα φύγει για Αθήνα, να πάει να βρει τη μητέρα του και μου λέει ήρθε η ώρα να κάτσω να σου πω κάποια πράγματα».
«Ξεκίνησε να μου εξιστορεί πως “ήταν πάρα πολύ κοντά στον (…), ήταν κοντά του σε όλα τα ταξίδια”, δηλαδή σε κάθε δομή που πήγαινε ο (…) πήγαινε μαζί του. Δηλαδή, πήγαινε Βόλο τον είχε μαζί του, Καλαμάτα μαζί του. Μου εκμυστηρεύτηκε ότι τον έβαζε να ξαπλώνει μαζί του και ότι σιγά σιγά, δειλά δειλά, περνούσε το χέρι του κάτω από το παντελόνι, τον χάιδευε αισθησιακά, καταλαβαίνετε» επεσήμανε.
Σχετικά με το πως ένιωσε ο 19χρονος όλο αυτό το διάστημα ο φίλος του είπε: «Υπήρχε ο φόβος, ότι μπορεί να κόψουν το επίδομα της μητέρας του. Η μητέρα του έχει σοβαρά προβλήματα υγείας. Φοβόταν ότι μπορεί να την διώξουν από τη στέγη η οποία είναι της “Κιβωτού”. Υπήρχε αυτός ο φόβος και επίσης ο (…) του έπαιρνε και ακριβά δώρα. Μου είπε ότι δεν του έλειπε τίποτα. Από ακριβά ρούχα, μέχρι κινητά τελευταία μοντέλα, πάρα πολλά πράγματα, αλλά και κάποια στιγμή, έσπασε αυτό. Διότι μου είπε ότι “παρόλα αυτά που μου έπαιρνε δεν άντεχα να γίνεται όλη αυτή η κατάσταση”. Τον συμβούλεψα αμέσως να μιλήσει, αλλά η πρώτη του κουβέντα ήταν “όχι, όχι, η μάνα μου εξαρτιέται από αυτό. Εάν κάνω το λάθος να μιλήσω η μητέρα μου ίσως πεθάνει”».
Σημείωσε πως έχει επικοινωνήσει με τον 19χρονο: «Φοβάται από την στιγμή που πήγε να μιλήσει στις αρχές, υπάρχει βοήθεια από πολύ κόσμο που θα τον στηρίξει σε αυτό».
Συνέχισε λέγοντας: «Όταν είχε γίνει εκείνη η ληστεία σε μία από τις δομές στον Βόλο, ο (…) είχε φύγει από την δομή της Καλαμάτας και όπως σας είπα ο (…) ήταν πάντα μαζί του. Τον πήρε μαζί του και σε αυτό το ταξίδι, ένας από τους υπεύθυνους που ήταν μαζί με τον (…), ζήτησε να ελεγχθεί το κινητό του (…) και ανακάλυψε ότι υπήρχαν κάποια μηνύματα με αυτό το παιδί… Το παιδί που φερόταν ότι είχε κάνει την κλοπή. Το παιδί που λένε ότι έκλεψε τα χρήματα, το ξυλοκόπησαν άγρια. Ο (…) επειδή όλα αυτά τα είχε δει και τα είχε ακούσει κιόλας, μου τα περιέγραψε ακριβώς όπως θα το πω.
Πιάνουν το κινητό του, διαβάζουν τα μηνύματα. Τον πιάνει ένας από τους υπεύθυνους ο (…) τον κολλάει πάνω σε έναν τοίχο και του λέει “τώρα θα δεις τι θα πάθεις κι εσύ κ…παιδο”. Στον φόβο ότι θα του κάνουν το ίδια, φεύγει χωρίς τίποτα. Χωρίς κινητό, χωρίς φορεσιά, χωρίς τίποτα. Ανήλικος τότε ακόμα. Έπειτα από αυτό αποφασίζει να έρθει στη Χίο ένα διάστημα, μετά αποφασίζει να φύγει στην Αθήνα τον βρήκε εντελώς τυχαία ένας άνθρωπος του (…) ο (…) και τον ξυλοκόπησε. Μου είπε ότι “με είδε, γυρνάω τον βλέπω πίσω μου και με βαράει στο κεφάλι”».
Τέλος, μίλησε για το σχολείο λέγοντας πως ο 19χρονος δεν το τελείωσε ποτέ: «Ακόμα ήταν μαζί με τον (…) ήταν συνοδός του σε όλα τα ταξίδια όπως έχουμε πει, του είχε πει ότι “δεν είσαι για το σχολείο εσύ, είσαι για τα χωράφια”. Και τον είχε στα χωράφια. Δεν νομίζω να αμειβόταν. Μου είχε πει δεν είναι αυτό που φαίνεται, του λέω μπορείς να μου δώσεις ένα παράδειγμα; Όταν τα παιδιά μου λέει καμιά φορά πήγαιναν να τον αγκαλιάσουν, έλεγε σε κάποιον “παρ’ τα από εδώ, δεν έχω όρεξη”. Τελευταία φορά μιλήσαμε εχθές. Επικρατεί πανικός έχει πίεση εσωτερική».
Έβαζαν «ομαδάρχες» μεγαλύτερα παιδιά που χαστούκιζαν τα μικρότερα
Γυναίκα που εργάστηκε ως εθελόντρια για μία μόλις ημέρα περιέγραψε όσα είδε να γίνονται μπροστά στα μάτια της.
Η κ. Γιώτα αποφάσισε να βοηθήσει την Κιβωτό του Κόσμου πριν από 11 χρόνια και να προσφέρει όπως μπορούσε. Ωστόσο, όπως ανέφερε μιλώντας στο Mega, έφυγε άρον άρον με όσα αντίκρισε.
«Ξεκίνησα την πρώτη μου μέρα – και μοναδική – βοηθώντας στην προετοιμασία του μεσημεριανού γεύματος. Άρχισαν κάποια στιγμή να έρχονται τα παιδάκια σε μία μεγάλη αίθουσα με πολλά τραπέζια. Ήρθαν και κάποιοι ιερωμένοι και μεγάλοι άνδρες με πολιτικά ρούχα. Έγινε η προσευχή, ξεκίνησε το φαγητό και κάποια στιγμή είδα ένα παιδί, που ίσως να μην ήταν πάνω από 15 ετών, να χαστουκίζει ένα παιδί», είπε αρχικά.
«Σοκαρίστηκα. Ρώτησα τη μαγείρισσα και μου εξήγησε ότι σε κάθε τραπέζι υπάρχει ένα μεγαλύτερο παιδί που ελέγχει όλα τα υπόλοιπα, κάτι σαν ομαδάρχης. Αυτό το σκηνικό δεν θυμάμαι πόσες φορές επαναλήφθηκε το ίδιο μεσημέρι… Δύο; Τρεις; Ήταν μία κανονική κατάσταση» εξήγησε.
«Όταν τελείωσε το φαγητό και είχαν περισσέψει κάποιες μερίδες έρχονταν κάποια παιδάκια και ζητούσαν λίγο παραπάνω. Πηγαίνοντας να δώσω παραπάνω πιάτο η μαγείρισσα μου είπε ότι “όχι, σε αυτό το παιδί δεν θα δώσεις άλλο”» είπε.
«Ένιωσα πολύ άσχημα. Η ατμόσφαιρα ήταν διαφορετική από αυτή που προσδοκούσα και το λόγο που πήγα. Έφυγα με πολύ βαριά καρδιά γι’ αυτά και τα παιδιά και δεν ξαναπήγα», είπε.
Τέλος, μιλώντας στο OPEN, η δικηγόρος μιας μητέρας με τρία παιδιά, τα οποία είχαν καταλήξει στην Κιβωτό του Κόσμου, αναφέρει πως η δομή δεν τα άφηνε να τα δει.